Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος: Ἀ­δερ­φή



Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος


Ἀ­δερ­φή


SΗΜΕΡΑ, ἀ­πο­φα­σι­σμέ­νος, πῆ­ρε τὸ δρο­μά­κι ποὺ ἀ­πέ­φευ­γε ἐ­πὶ δε­κα­ε­τί­ες, καὶ μὲ ἕ­να τσίμ­πη­μα στὴν καρ­διά, ποὺ ἔ­κα­νε πὼς ἀ­γνο­εῖ, στα­μά­τη­σε μπρο­στὰ στὸ μέ­ρος ὅ­που εἶ­χε πρω­τα­κού­σει τὴ λέ­ξη ποὺ τοῦ ἄλ­λα­ξε τὴ ζω­ή.

       Ἔ­χω­σε τὸ κε­φά­λι ἀ­νά­με­σα στὰ κάγ­κε­λα τῆς σχο­λι­κῆς αὐ­λῆς καί, ἐ­νό­σω τὰ παι­διὰ ἔ­παι­ζαν ἀ­δι­α­φο­ρών­τας γιὰ τὴν πα­ρου­σί­α του, ἔ­μει­νε γιὰ ὥ­ρα νὰ τὴν κοι­τά­ζει γα­λή­νια, ὅ­πως κοι­τᾶ­με τὰ πράγ­μα­τα ποὺ δὲν μπο­ροῦν πιὰ νὰ μᾶς κά­νουν κα­κό.



Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γο­ς (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.


			

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος: Οἱ τυ­ραν­νό­σαυ­ροι δὲν βγά­ζουν φλάς


Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος


Οἱ τυ­ραν­νό­σαυ­ροι δὲν βγά­ζουν φλάς


ΑΡΟΤΙ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ξη­με­ρώ­σει ἀ­κό­μη γιὰ τὰ κα­λὰ (μό­λις ποὺ ἄρ­χι­ζε νὰ δι­α­κρί­νε­ται πρὸς ἀ­να­το­λὰς τὸ γα­λα­κτῶ­δες φῶς τῆς αὐ­γῆς) τὸ εἶ­δα σχε­τι­κὰ ἔγ­και­ρα ἀ­πὸ τὸν ἀ­ρι­στε­ρὸ κα­θρέ­φτη.

        Ἡ με­γά­λη εὐ­θεί­α ἐ­ξα­σφά­λι­ζε στὰ ἔμ­πει­ρα μά­τια μου (δε­κα­ε­τί­ες τώ­ρα στὸ τι­μό­νι) τὸν ἀ­πό­λυ­το ἔ­λεγ­χο τῆς κί­νη­σης. Τῆς «ἔλ­λει­ψης κί­νη­σης» στὴ συγ­κε­κρι­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση, ἀ­φοῦ δὲν δι­α­κρι­νό­ταν κα­νέ­να ὄ­χη­μα σὲ κα­μί­α ἀ­πὸ τὶς δύ­ο κα­τευ­θύν­σεις.

        Πα­ρ’ ὅ­λα αὐ­τά, βρι­σκό­μουν σὲ συ­νε­χῆ ἐ­γρή­γορ­ση κι ἔ­τσι τὸ εἶ­δα (σὲ οὐ­δέ­τε­ρο, ἀ­φοῦ δὲν ἤ­ξε­ρα τί ἦ­ταν) ἀ­πὸ με­γά­λη ἀ­πό­στα­ση. Ἕ­νας πε­ρί­ερ­γος σκο­τει­νὸς ὄγ­κος ποὺ κι­νοῦν­ταν μὲ ἰ­λιγ­γι­ώ­δη τα­χύ­τη­τα κά­που στὸ ἕ­να χι­λι­ό­με­τρο πί­σω μου.

        «Ὁ μα­λά­κας πά­ει χω­ρὶς φῶ­τα», πρό­λα­βα νὰ μο­νο­λο­γή­σω δευ­τε­ρό­λε­πτα πρὶν τὸ ἀ­πό­κο­σμο ὃν μὲ προ­σπε­ρά­σει ἀ­πὸ ἀ­ρι­στε­ρὰ μὲ ἰ­λιγ­γι­ώ­δη τα­χύ­τη­τα. «Ἕ­νας τυ­ραν­νό­σαυ­ρος στὴν Ἀ­θη­νῶν – Λα­μί­ας!!!», μο­νο­λό­γη­σα ξα­νά. Τὸ ὀγ­κῶ­δες κε­φά­λι, ὁ κον­τὸς μυ­ώ­δης λαι­μός, τὰ με­γά­λα ὀ­πί­σθια ἄ­κρα, ἡ μα­κριὰ καὶ βα­ριὰ οὐ­ρὰ χά­θη­καν στὸ βά­θος τοῦ ὁ­ρί­ζον­τα στὸ ἄ­ψε σβῆ­σε.

        Ὅ­ταν συ­νῆλ­θα (λέ­με τώ­ρα) ἀ­πὸ τὴν ἔκ­πλη­ξη, ἡ κο­ρυ­φο­γραμ­μὴ τοῦ Παρ­νασ­σοῦ δι­α­γρα­φό­ταν πλέ­ον πεν­τα­κά­θα­ρα στὰ δε­ξιά μου καὶ μιὰ κα­τά­φω­τη ντα­λί­κα, μ’ ἕ­να εὐ­τυ­χι­σμέ­νο ἀν­θρω­πά­κι Michelin στὴν ὀ­ρο­φὴ τῆς καμ­πί­νας, κα­τέ­βαι­νε ἀ­πὸ τὸ ἀν­τί­θε­το ρεῦ­μα.

        «Ἥ­μαρ­τον, Θε­έ μου», δι­πλο­σταυ­ρο­κο­πή­θη­κα, παίρ­νον­τας γιὰ πρώ­τη φο­ρὰ στὴ ζω­ή μου καὶ τὰ δυ­ό μου χέ­ρια ἀ­πὸ τὸ τι­μό­νι, «Τζου­ρά­σικ Πὰρκ γί­να­με!»



Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γο­ς (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.

Ἐ­στὲρ Ἀν­τρά­δι (Esther Andradi): Ὁ λα­βύ­ριν­θος



Ἐ­στὲρ Ἀν­τρά­δι (Esther Andradi) [Ἀφιέρωμα 1/5 (κάθε Κυ­ρια­κή)]


Ὁ λα­βύ­ριν­θος

[El laberinto]


ΝΕΙΡΕΥΤΗΚΑ ὅ­τι ἡ γά­τα μου ἀ­παι­τοῦ­σε νὰ γρά­ψω τὴν ἱ­στο­ρί­α της. Μὲ ἔ­βα­ζε σὲ ἕ­να παρ­κο­κρέ­βα­το μὲ τὸν ὑ­πο­λο­γι­στή μου, μοῦ πε­τοῦ­σε ἕ­να κου­βά­ρι κόκ­κι­νο μαλ­λὶ καὶ μὲ δι­έ­τα­ζε:

       «Γρά­φε!»

       Ἐ­γὼ σκέ­φτη­κα τὸ λα­βύ­ριν­θο. Νὰ ἦ­ταν ἄ­ρα­γε αὐ­τὴ ἡ πραγ­μα­τι­κὴ ἱ­στο­ρί­α τῆς Ἀ­ριά­δνης καὶ τοῦ κόκ­κι­νου μί­του; Κα­νεὶς δὲν μοῦ εἶ­χε πεῖ ὅ­τι ὁ Μι­νώ­ταυ­ρος ἦ­ταν γά­τα. Ρὲ λὲς ὁ Μι­νώ­ταυ­ρος νὰ ἦ­ταν τε­λι­κὰ Ψι­ψι­νό­ταυ­ρος;

       Ἡ γά­τα μου πη­δά­ει πά­νω στὸ πλη­κτρο­λό­γιο τοῦ ὑ­πο­λο­γι­στῆ μου, μὲ ἀ­ναγ­κά­ζει νὰ πα­τή­σω στὰ κου­του­ροῦ σύμ­βο­λα ποὺ ἀ­γνο­ῶ, ἁρ­πά­ζει τὸ πον­τί­κι.

       Καὶ μὲ κοι­τά­ζει, μὲ κοι­τά­ζει ἐ­πί­μο­να.

       Ἀ­πὸ χθὲς ξέ­ρω αὐ­τὸ ποὺ θέ­λει. Ἀλ­λὰ ἐ­γὼ δὲν ξέ­ρω νὰ γρά­φω.

       Ἐ­κεί­νη μὲ κοι­τά­ζει καὶ γε­λά­ει. Ξέ­ρει ὅ­τι οὔ­τε νὰ τὴ δι­α­βά­σω μπο­ρῶ.


* * *


Ἡ γάτα στὸν Λαβύρινθο



Πηγή: Microcósmicas (ἐκ­δ. Macedonia, 2017, Μορὸν τῆς Ἀρ­γεν­τι­νῆς).

­στὲρ Ἀν­τρά­δι (Esther Andradi) (Ataliva, Ἀρ­γεν­τι­νή, 1956). Ἀρ­γεν­τι­νὴ συγ­γρα­φέ­ας, ποὺ μοι­ρά­ζει τὸ χρό­νο της με­τα­ξὺ Βε­ρο­λί­νου καὶ Μπου­έ­νος Ἄϊ­ρες. Γρά­φει μι­κρο­μυ­θο­πλα­σί­α, δι­η­γή­μα­τα, μυ­θι­στο­ρή­μα­τα καὶ ποί­η­ση. Ἡ συλ­λο­γὴ μι­κρο­δι­η­γη­μά­των Microcósmicas κυ­κλο­φό­ρη­σε τὸ 2017, ἀ­πὸ τὶς ἐκ­δό­σεις Macedonia στὴν πό­λη Μορὸν τῆς Ἀρ­γεν­τι­νῆς.

Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἱσπανικά:

Ἡ πα­ρούσα ὁ­μα­δι­κὴ με­τά­φρα­ση εἶ­ναι προ­ϊ­ὸν τοῦ μα­θή­μα­τος «Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­α καὶ με­τά­φρα­ση κει­μέ­νων ἱ­σπα­νό­φω­νης λο­γο­τε­χνί­ας στὴν ἑλ­λη­νι­κή» ποὺ δί­δα­ξε, κα­τὰ τὸ ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κὸ ἔ­τος 2022/23, ὁ Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος στὸ Τμῆ­μα Ἰ­τα­λι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ ΑΠΘ. Συμ­με­τεῖ­χαν οἱ φοι­τή­τρι­ες καὶ οἱ φοι­τη­τές: Ἑ­λέ­νη Ἀ­λε­ξιά­δου, Αἰ­κα­τε­ρί­νη Ἀν­τω­νιά­δου, Ἑ­λέ­νη Ἀρ­γυ­ρί­ου, Ἄν­να-Μα­ρί­α Δηλ­γε­ρά­κη, Χρι­στί­να Δη­μη­τρί­ου, Παν­τε­λὴς Κου­τσια­νᾶς, Ντί­μη Μα­ρι­ό­γλου, Μα­ρί­α Μαρ­κο­πού­λου, Ἰ­ω­άν­να Μπέ­τσιου, Κων­σταν­τί­να Πα­να­γι­ώ­του, Ἀ­ρε­τὴ Παν­τε­λί­δου, Να­τά­σα Πα­ξι­νοῦ, Κων­σταν­τί­να Σταυ­ρι­νοῦ, Ἰ­σι­δώ­ρα Τζε­λί­δου, Κα­τε­ρί­να Τσιν­τσι­φύλ­λη, Στέρ­γιος Τσι­ουμπέ­ρης, Alejandro Laguna Lopez.


 

Κων­σταν­τῖ­νος Παλαιολόγος: Ὁ αἰ­ω­νό­βιος


Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος


αἰ­ω­νό­βιος


ΤΑΝ ΠΗΡΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ νὰ γρά­ψει τὰ ἀ­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τά του, τὸ ἔ­κα­νε με­τὰ ἀ­πὸ ὥ­ρι­μη σκέ­ψη, ἄλ­λω­στε σὲ λί­γους μῆ­νες θὰ ἔ­κλει­νε τὰ 70 καὶ αἰ­σθα­νό­ταν ὅ­τι δὲν εἶ­χε και­ρὸ γιὰ χά­σι­μο. Οἱ ἱ­στο­ρί­ες μιᾶς ζω­ῆς ἄρ­χι­σαν νὰ ξε­πη­δοῦν σὰν χεί­μαρ­ρος πά­νω στὸ χαρ­τί· ἔ­γρα­φε μὲ τέ­τοι­ο ρυθ­μὸ ὥ­στε μέ­σα σὲ τρεῖς μῆ­νες ἔ­φτα­σε στὸ πα­ρόν (του).

        Ὁ κύ­ριος Βα­σί­λης, ὅ­μως, εἶ­χε γλυ­κα­θεῖ ἀ­πὸ τὸ ἐ­θι­στι­κὸ με­θύ­σι τῆς αὐ­το­μυ­θο­πλα­σί­ας. Οἱ τρεῖς μῆ­νες τοῦ εἶ­χαν φα­νεῖ λί­γοι· τὸ χέ­ρι του δὲν μπο­ροῦ­σε νὰ ἀ­φή­σει τὸ μπλὲ Bic στυ­λό. Ἄρ­χι­σε, λοι­πόν, νὰ γρά­φει γιὰ τὰ μελ­λού­με­νά του, ὄ­χι ὅ­μως ἐν εἴ­δει προ­φη­τεί­ας, πα­ρὰ ἐν εἴ­δει βι­ώ­μα­τος.

        Συ­νέ­χι­σε μὲ τὸν ἴ­διο φρε­νή­ρη ρυθ­μὸ γιὰ ἄλ­λους τρεῖς μῆ­νες, ὅ­ταν καὶ πέ­θα­νε (πολ­λοὶ εἶ­παν ὅ­τι τὸν ἐ­ξάν­τλη­σε ἡ πυ­ρε­τώ­δης συγ­γρα­φή), κα­τα­φέρ­νον­τας νὰ γί­νει, ἔ­τσι, ὁ πρῶ­τος ἄν­θρω­πος ποὺ ἔ­ζη­σε 101 χρό­νια ἂν καὶ πέ­θα­νε στὰ 70 του.



Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γο­ς (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.



		

	

Γκι­γέρ­μο Σαμ­πέ­ριο (Guillermo Samperio): Τὸ φάντασμα



Γκι­γέρ­μο Σαμ­πέ­ριο (Guillermo Samperio)


Τὸ Φάν­τα­σμα

(El fantasma)

.

Πη­γή: Ἀ­πὸ τὴν Ἀν­θο­λο­γί­α Por fa­vor, sea bre­ve 2 ([Πα­ρα­κα­λῶ νὰ εἶ­στε σύν­το­μοι 2] ἐκ­δό­σεις Pá­­gi­­nas de E­spu­ma, 2009, ἐ­πι­μέ­λεια: Cla­ra O­bli­ga­do, πρό­λο­γος: Fran­ci­sca No­gu­e­rol, 2009).

 

Γκι­γέρ­μο Σαμ­πέ­ριο (Guillermo Samperio, Πό­λη τοῦ Με­ξι­κοῦ, 22 ­κτω­βρί­ου 1948 – αὐ­τό­θι, 14 Δε­κεμ­βρί­ου 2016). Με­ξι­κα­νὸς συγ­γρα­φέ­α­ς , δη­μο­σί­ευ­σε πε­ρισ­σό­τε­ρα ἀ­πὸ πε­νῆν­τα βι­βλί­α, συμ­πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων δι­η­γη­μά­των, μυ­θι­στο­ρη­μά­των, δο­κι­μί­ων, παι­δι­κῆς λο­γο­τε­χνί­ας, ποί­η­ση­ς καὶ χρο­νι­κῶν. Γιὰ πε­ρισ­σό­τε­ρα ἀ­πὸ τριά­ντα χρό­νια δί­δα­ξε σὲ λο­γο­τε­χνι­κὰ ἐρ­γα­στή­ρια στὸ Με­ξι­κὸ καὶ στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κό. Συμ­πε­ρι­λή­φθη­κε σὲ πολ­λὲς ἀν­θο­λο­γί­ες στὴ χώ­ρα του καὶ στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κό, ἐ­νῶ τὸ ἔρ­γο του ἔ­χει με­τα­φρα­στεῖ σὲ πολ­λὲς γλῶσ­σες.

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.


Χουὰν Πέ­δρο Ἀ­πα­ρί­θιο (Juan Pedro Aparicio): Λου­δο­βῖ­κος ὁ ΙΔ’



Χουν Πέ­δρο Ἀ­πα­ρί­θιο (Juan Pedro Aparicio)


Λου­δο­βῖ­κος ὁ ΙΔ’

(Luis XIV)


Ἐ­γώ*


* Yo στὸ ἱ­σπα­νι­κὸ πρω­τό­τυ­πο, ἀ­πὸ τὸ Yo soy el estado / Ἐ­γὼ εἶ­μαι τὸ κρά­τος, φρά­ση τοῦ βα­σι­λιᾶ τῆς Γαλ­λί­ας Λου­δο­βί­κου ΙΔ’, γνω­στοῦ καὶ ὡς «Ὁ βα­σι­λιᾶς Ἥ­λιος» (1638-1815).


 Πη­γή: La mi­tad del di­a­blo ([Τὸ ­μισυ τοῦ δια­βό­λου] ἐκ­δό­σεις Pá­gi­nas de E­spu­ma, 2006).

Χου­ν Πέ­δρο ­πα­ρί­θιο (Juan Pedro Aparicio, Λε­όν, 1941). Ἱ­σπα­νὸς μυ­θι­στο­ρι­ο­γρά­φος. Ἐ­κτὸς ἀ­πὸ τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα, ἔ­χει ἐ­πί­σης καλ­λι­ερ­γή­σει καὶ τὸ δο­κί­μιο, τὸ ἄρ­θρο ἐ­φη­με­ρί­δας, τὸ δι­ή­γη­μα καὶ τὸ τα­ξι­δι­ω­τι­κὸ βι­βλί­ο. Τέ­λει­ω­σε τὴν Μέ­ση Ἐκ­παί­δευ­ση στὴ γε­νέ­τει­ρά του καὶ σπού­δα­σε Νο­μι­κὰ στὰ πα­νε­πι­στή­μια τοῦ Ὀ­βι­έ­δο καὶ τῆ­ς Μα­δρί­της. Ἔ­χει ζή­σει γιὰ κά­ποι­α χρό­νια στὴν Ἀγ­γλί­α, ὅ­που δι­ε­τέ­λε­σε δι­ευ­θυν­τὴς τοῦ Ιν­στι­τού­του Θερ­βάν­τε­ς στὸ Λον­δί­νο.

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.



		

	

Μαρ­σέ­λο Γκόμ­πο (Marcelo Gobbo): Ἐ­πι­τά­φιος γιὰ ἕ­να μι­κρο­δι­η­γη­μα­το­γρά­φο



Μαρ­σέ­λο Γκόμ­πο (Marcelo Gobbo)

 

Ἐ­πι­τά­φιος γιὰ ἕ­να μι­κρο­δι­η­γη­μα­το­γρά­φο

(Epitafio para un microrrelatista)


«.»



Πη­γή: Mini, microfic­ciones. Publi­ca­do por Ve­la al Vien­to E­dicio­nes Pa­tagóni­cas (1a e­di­ci­ón), 2015.

Μαρ­σέ­λο Γκόμ­πο (Marcelo Gobbo). Γεν­νή­θη­κε στὴν Αὐ­τό­νο­μη πό­λη τοῦ Μπου­έ­νος Ἄ­ϊ­ρες τῆς Ἀρ­γεν­τι­νῆς τὸ 1966. Εἶ­ναι συγ­γρα­φέ­ας καὶ ὀ­πτι­κο­α­κου­στι­κὸς πα­ρα­γω­γός. Δη­μο­σί­ευ­σε δι­ά­φο­ρα βι­βλί­α καὶ ἀ­πέ­σπα­σε εἴ­κο­σι δι­α­κρί­σεις γιὰ αὐ­τά. Κεί­με­νά του ἔ­χουν ἐμ­φα­νι­στεῖ σὲ πο­λυ­ά­ριθ­μες ἐκ­δό­σεις σὲ ὅ­λο τὸν κό­σμο.

[https://registrodeescritores.com.ar/project/marcelo-gobbo/]

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.


Ἀ­ουγ­κοῦ­στο Μον­τε­ρό­σο (A­u­g­u­s­to M­o­n­t­e­r­r­o­so): Ὁ δεινόσαυρος



Ἀ­ουγ­κοῦ­στο Μον­τε­ρό­σο (A­u­g­u­s­to M­o­n­t­e­r­r­o­so)


Ὁ δει­νό­σαυ­ρος

(El dinosaurio)


ΟΤΑΝ ξύπνησε, ὁ δεινόσαυρος ἦταν ἀκόμη ἐκεῖ.

 


Πηγή: Οbras completas (y otros cuentos), 1959.

 

­ουγ­κοῦ­στο Μον­τε­ρό­σο (A­u­g­u­s­to M­o­n­t­e­r­r­o­so) (Τεγ­κου­σιγ­κάλ­πα, Ὀν­δού­ρα, 1921-Πό­λη τοῦ Με­ξι­κοῦ, 2003). Ἀ­πὸ μη­τέ­ρα Ὀν­δου­ρα­νὴ καὶ πα­τέ­ρα Γου­α­τε­μα­λά­νο. Πε­ζο­γρά­φος. Τὸ 1944 ἀ­ναγ­κά­στη­κε γιὰ πο­λι­τι­κοὺς λό­γους νὰ ἐγ­κα­τα­λεί­ψει τὴ Γου­α­τε­μά­λα καὶ ἐγ­κα­τα­στά­θη­κε στὸ Με­ξι­κὸ ὅ­που καὶ πέ­θα­νε. Μαὶ­τρ τὴς μι­κρῆς φόρ­μας (θε­ω­ρεῖ­ται ὁ ‘πα­τέ­ρας’ τῆς ἰ­σπα­νό­γρα­πτης μι­κρο­α­φή­γη­σης), τὸ πρῶ­το του ἔρ­γο ἦ­ταν τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα Lo d­e­m­ás es s­i­l­e­n­c­io (Τὰ ὑ­πό­λοι­πα εἶ­ναι σι­ω­πή).

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.



		

	

Konstantinos Paleologos: Meri Linda


 

Konstantinos Paleologos


Meri Linda


LA ÚNICA vez que fui a Venecia, todavía no había nacido.

     El 6 de mayo de 1962, Fanis y Keti subieron, en ese orden, la escalinata de la iglesia de San Basilio en el barrio de Exarjia. Iban a permanecer juntos hasta el 2010, pero en ese momento ni lo sabían ni les interesaba. La ceremonia tuvo lo de siempre: vestido de novia, trajes de sastre, trajes de noche, niños que ahora ya se encuentran en el umbral de la tercera edad, adultos que ya no existen.

     Nunca me interesó el álbum de fotos de aquella tarde pri­ma­ve­ral San Basilio de Exarjia; en mi memoria ha permanecido imborrable lo que ocurrió después, aun cuando lo único que ha llegado hasta mis manos de ese después sea una sola foto en blanco y negro: SALA DE FIESTAS TRIANA, en la Avenida Singrú. Allí se celebró, al parecer, la fiesta nupcial; cantan Manolis Jiotis y Meri Linda, aunque en la mencionada foto él, Jiotis, no está, y Keti tampoco. Con fondo una docena de hombres engafados, totalmente desconocidos para mí, Meri Linda, con el micrófono en la mano izquierda (cantando «Tú también pareces un mar», porque esa es la canción que quiero que cante), embutida en un largo y ceñido vestido rojo que deja su resplandeciente espalda expuesta al flash del fotógrafo, se ha acercado a la mesa donde están sentados los novios y, con la mano derecha, está pellizcando con picardía la barbilla de un Fanis deslumbrado que la mira a los ojos sonriendo a medias, la mirada lasciva y ambas manos sosteniendo la silla que tiene delante y donde descansa su sombrero, sobre algo que nunca he comprendido lo que es.

     Yo nací exactamente nueve meses más tarde, el 6 de febrero de 1963. Entremedias, a finales de junio, había ido a Venecia dentro de la barriga de Keti, que me paseaba orgullosamente por la Plaza de San Marcos, mientras daba de comer a las palomas y miraba a Fanis como si todavía no le hubiera perdonado la lasciva mirada del 6 de mayo.


 

Fuente: Primera publicación, Planodion-Bonsái, 1 de diciembre de 2020.

Konstantinos Paleologos (Atenas, 1963) es traductor y catedrático de Traductología Aplicada y Literatura Española en la Universidad Aristóteles de Salónica.

Traducción: Ioanna Nikolaidou



		

	

Λάουρα Νικάστρο (Laura Nicastro): Ἐξομολόγηση


Λά­ου­ρα Νι­κά­στρο (Laura Nicastro)


Ἐ­ξο­μο­λό­γη­ση

[Confesión]


ΛΘΑ σὲ γά­μου κοι­νω­νί­α μὲ αὐ­τὸν τὸν ἄν­τρα», κα­τέ­θε­σε ἡ γυ­ναί­κα ἐ­νώ­πιον τοῦ δι­κα­στῆ, «για­τὶ ἦ­ταν ἐ­πο­χὴ ἐ­πι­δη­μί­ας καὶ εἶ­χαν ἀ­πο­μεί­νει μό­νο ἀν­τι­γρι­πι­κὰ ἐμ­βό­λια».



Πη­γή: e-Nanos, Macedonia Ediciones, Morón (Buenos Aires), 2010.

Λά­ου­ρα Νι­κά­στρο (Laura Nicastro) (Μπου­έ­νος Ἅ­ι­ρες, Ἀρ­γεν­τι­νή, 1946). Σπού­δα­σε Φι­λο­σο­φί­α στὴ Σχο­λὴ Φι­λο­σο­φί­ας καὶ Γραμ­μά­των (UBA). Δη­μο­σί­ευ­σε τὰ βι­βλί­α δι­η­γη­μά­των Οἱ κλέ­φτες της φω­τιᾶς, Τὸ βι­βλί­ο τῶν λα­θραί­ων ἐ­ρώ­των κ.ἄ. Τὰ βι­βλί­α μι­κρο­μυ­θο­πλα­σί­ας e-nanos, Κα­λει­δο­σκό­πιο· τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα Πέμ­πτη γιὰ πάν­τα κ.ἄ.

Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἰσπανικά:

Κων­σταν­τῖ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να 1963). Κα­θη­γη­τὴς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στὸ Ἀ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ἐ­πί­σης, Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κὰ στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ ἔρ­γα τῶν Ἐ. Σάμ­πα­το, Μ. Ἀλ­το­λαγ­κί­ρε, Ἰ. Ἀλ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. Ἀ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δὲ Τό­ρο, Ἀ. Μπρά­ις Ἐ­τσε­νί­κε, Ἀ. Τρα­πι­έ­γιο, Ἀ. Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες καὶ Ἀ. Κου­έ­το με­τα­ξὺ ἄλ­λων.