Πάνος Πρωτοπαπάς
Οἱ ἄλλοι
Η ΖΩΗ ΜΟΥ τὴν πέρασα κλεισμένος σ’ ἕνα διαμέρισμα μιᾶς ἄδειας πολυκατοικίας. Ἐδῶ πέρασαν τὴ ζωή τους καὶ οἱ γονεῖς μου, κλεισμένοι κι αὐτοί, ὅπως καὶ οἱ δικοί τους γονεῖς καὶ ποιὸς ξέρει πόσοι ξεχασμένοι συγγενεῖς μου ἀκόμα. Ὅλοι ἤξεραν πὼς ζοῦσαν κλεισμένοι σὲ ἕνα διαμέρισμα μιᾶς ἄδειας πολυκατοικίας. Μέχρι ποὺ ἦρθαν οἱ «ἄλλοι» καὶ μᾶς εἶπαν πὼς λάθος καταλάβαμε, οὔτε γιὰ διαμέρισμα πρόκειται, οὔτε γιὰ ἄδεια πολυκατοικία. Ὡστόσο τὰ δειλινὰ ποὺ παρατηρῶ προσεκτικὰ τὸν πεζόδρομο ἔξω ἀπὸ τὴν πολυκατοικία, βεβαιώνομαι πὼς ἔχω δίκιο. Γιατί ἀκόμα καὶ τὸ πασιφανὲς —δηλαδὴ τὸν πεζόδρομο— οἱ «ἄλλοι» τὸ ὀνομάζουν διάδρομο κάποιου κρυφοῦ διαμερίσματος τῆς πολυκατοικίας. Οἱ «ἄλλοι», οἱ ταχυδακτυλουργοὶ λέξεων, οἱ ἐφευρέτες ἐννοιῶν, οἱ μάγοι τῆς παραπλάνησης…
Κάθε δειλινὸ βλέπω τὴν ἴδια περαστικὴ κυρία νὰ ρεμβάζει στὸν πεζόδρομο. Τί γιγαντιαία κυρία! Τὸ πραγματικό της ἐκτόπισμα διαπιστώθηκε πρὶν χρόνια, ὅταν κάποιος πρόγονός μου τόλμησε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ διαμέρισμα. Τὸν ἔλιωσε κατὰ λάθος μὲ τὸ τακούνι της. Μία τόσο τεράστια γυναίκα δὲν θὰ χωροῦσε φυσικὰ σὲ ἕνα διάδρομο.
Πέρασαν αἰῶνες ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν —πρῶτο— θάνατο. Μέχρι τότε, οἱ νεκροί μας δὲν πέθαιναν, κοιμόντουσαν. Μετὰ ἀπὸ χρόνια, πέθανε καὶ ἡ γιγαντιαία κυρία, ὅπως μᾶς πληροφόρησαν οἱ «ἄλλοι», οἱ ἐφευρέτες τοῦ θανάτου. Παρ’ ὅλα αὐτά, τὴ γιγάντισσα τὴ βλέπω κάθε μέρα, αἰῶνες μετὰ τὸ συμβάν. Καὶ καθόλου, νὰ πεῖς, δὲν θυμᾶμαι τὸν ἑαυτό μου στὸ κάδρο ἐκείνου τοῦ φρικτοῦ δειλινοῦ. Ἄρα, ἂν δὲν ζῶ σήμερα καὶ ζοῦσα τότε, ὅπως θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κάποιος κακόπιστος, θὰ ἔπρεπε νὰ θυμᾶμαι τὸν ἑαυτό μου παρόντα στὸ περιστατικό. Ὅταν ὅμως τσιμπῶ τὸ μάγουλό μου νιώθω πόνο. Ἄρα ὑπάρχω σήμερα καὶ ὄχι τότε. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, καὶ τότε καὶ τώρα.
«Ἂν οι περαστικοὶ εἶναι πράγματι γίγαντες, μήπως ἐσεῖς δὲν εἶστε νάνοι;», μὲ ρώτησαν οἱ «ἄλλοι». «Πῶς νὰ ξέρω;», τοὺς ἀπάντησα ἑτοιμόλογα. «Ἀφοῦ ἐσεῖς, ποὺ δὲν εἶστε οὔτε νάνοι οὔτε γίγαντες, καὶ ἑπομένως θὰ ἀποτελούσατε ἕνα καλὸ μέτρο σύγκρισης, κρύβεστε πίσω ἀπὸ τὶς λέξεις. Δὲν σᾶς ἔχω δεῖ ποτὲ στὴ ζωή μου. Τὸ μέτρο δὲν εἶναι πιὰ μέτρο μ’ ἐσᾶς, οὔτε τὸ διαμέρισμα διαμέρισμα καὶ ὁ θάνατος θάνατος. Ἔχετε διαστρέψει τὸ νόημα τῶν λέξεων, τὸ μεγαλεῖο του σύμπαντος.»
Ὅμως, ὁ πρόγονός μας ἔγινε κιμάς, αὐτὸ μετράει ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ δεχθήκαμε τὶς ἔννοιες ποὺ ἔδωσαν οἱ «ἄλλοι» στὶς λέξεις μας. Δὲν ἔχει πιὰ σημασία ἂν ἐμεῖς εἴμαστε νάνοι ἢ γίγαντες ἢ περαστικοί. Οὔτε κι ἂν ὁ πεζόδρομος εἶναι διάδρομος. Ἔχουμε ἕναν ἀληθινὸ νεκρὸ νὰ μικραίνει τὴ σκέψη μας. Παρ’ ὅλο ποὺ στὰ κατάβαθά μας δὲν ἔχουμε πειστεῖ πὼς ἀληθινὸς νεκρὸς σημαίνει κιμὰς μὲ ἀλεσμένα κοκάλα, ἡ ἀμφιβολία φαρμακώνει πιὰ τὴ ζωή μας.
Πηγή: Πρώτη δημοσίευση: περ. Πλανόδιον, τχ 51, Δεκέμβριος 2011 («48 Μικρά Διηγήματα Ἑλλήνων Συγγραφέων [Πρῶτο Μέρος (1/2)]).
Πάνος Πρωτοπαπάς (Ἀλεξάνδρεια, 1947). Σπούδασε Νομικὰ στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Ἀσχολήθηκε μὲ τὶς ναυτιλιακὲς ἐπιχειρήσεις καὶ τὰ ΜΜΕ. Ποιήματα καὶ πεζά του ἔχουν δημοσιευθεῖ στὰ λογοτεχνικὰ περιοδικὰ Εὐθύνη, Πλανόδιον, Πόρφυρας καὶ ἀλλοῦ. Πρῶτο του βιβλίο: Ναυλαγορά (Ποιήματα, ἐκδ. Ἵκαρος, Ἀθήνα, 1983). Τελευταῖο του: Ἰασεμιὰ γιὰ ἕνα δολοφόνο (Διηγήματα, ἐκδ. Ἐν πλῷ, Ἀθήνα, 2010).
Filed under: Διδακτισμός,Επέκεινα,Θάνατος,Πρωτοπαπάς Πάνος,Φανταστικό | Tagged: Διήγημα,Λογοτεχνία,Πάνος Πρωτόπαπας | Τὰ σχόλια στὸ Πάνος Πρωτοπαπάς: Οἱ ἄλλοι ἔχουν κλείσει