Γιῶργος Γκόζης: Κέρνα μας, κέρνα μας


Gkozis,Giorgos-KernaMas,KernaMas-Εικονα-01a


Γιῶργος Γκόζης


Κέρ­να μας, κέρ­να μας


01-TaphΟ ΤΡΑΠΕΖΙ πρὶν ἀ­πὸ τὸν γά­μο του, ἦ­ταν στρω­μέ­νο στὸ πα­τρι­κό του ἐ­δῶ καὶ ἕ­ναν μή­να καὶ κά­θε μέ­ρα, μὰ κά­θε μέ­ρα, ὅ­λοι οἱ δι­κοί του Βλά­χοι, οἱ σκόρ­πιοι στὰ τέσ­σε­ρα ση­μεῖ­α, ἔ­φτα­ναν ἐ­πὶ τῷ αὐ­τῷ νὰ τοῦ εὐ­χη­θοῦν ἀ­πὸ κον­τά, ποὺ εἴ­χα­νε νὰ τὸν δοῦν ἀ­πὸ μι­κρό, νὰ τὸν φι­λή­σουν, νὰ τοῦ δώ­σουν ἕ­να τρυ­φε­ρὸ σὰ χά­δι σκαμ­πί­λι στὸ μά­γου­λο, νὰ φᾶ­νε καὶ νὰ πιοῦ­νε στὴν ὑ­γειά του, νὰ κα­θί­σουν στὰ τρα­πέ­ζια ποὺ ἦ­ταν στρω­μέ­να μὲ λευ­κὸ τρα­πε­ζο­μάν­τη­λο σὲ ὅ­λα τὰ δω­μά­τια τοῦ χα­μη­λο­τά­βα­νου σπι­τιοῦ, κα­τά­φορ­τα ἀ­πὸ πί­τες, ἀ­πὸ πέ­του­ρα κι ἀ­πὸ κρα­σὶ – κι ὅ­ταν ἔ­λε­γαν κρα­σὶ ἐν­νο­οῦ­σαν μό­νο τὸ κόκ­κι­νο, μαυ­ρο­τρά­γα­νο, ξι­νό­μαυ­ρο τρα­γα­νό, ἐ­νῶ τὸ τρα­γού­δι ἦ­ταν μα­κρό­συρ­το καὶ τὸ τρα­γου­δοῦ­σαν δί­χως ὄρ­γα­να ὅ­λοι μα­ζί, μου­σι­κῶς ἄ­το­νοι καὶ μή, μὲ ὅ­λη τους τὴν καρ­διά, δι­α­κό­πτον­τας τὶς κου­βέν­τες ποὺ εἶ­χαν ὁ κα­θέ­νας χω­ρι­στὰ στὰ δω­μά­τια τοῦ χα­μη­λο­τά­βα­νου σπι­τιοῦ γιὰ τὰ νέ­α τους, πῶς ζού­σα­νε στὴν με­γά­λη πο­λι­τεία, τί κά­νουν τὰ παι­διά, πό­τε πῆ­γαν στὸ χω­ριὸ τε­λευ­ταί­α φο­ρά, ση­κώ­νον­τας τὰ πο­τή­ρια τους στὸ κέν­τρο τῆς τρά­πε­ζας καὶ τὰ ἕ­νω­ναν ἐ­κεῖ ὅ­λοι μα­ζί,

Ἐ­μεῖς ἐ­δῶ δὲν ἤρ­θα­με, κέρ­να μας, κέρ­να μας, 

νὰ φᾶ­με καὶ νὰ πι­οῦ­με, κέρ­να μας, κέρ­να μας,   

ἄν­τε νὰ κερ­νᾶς, νὰ κα­λο­περ­νᾶς

 

Μό­νο σᾶς ἀ­γα­πού­σα­με, κέρ­να μας, κέρ­να μας

ἤρ­θα­με νὰ σᾶς δοῦ­με, ἄν­τε νὰ κερ­νᾶς, νὰ κα­λο­περ­νᾶς

 

Μᾶς παί­νε­ψαν καὶ τὸ κρα­σί, κέρ­να μας, κέρ­να μας

ἤρ­θα­με νὰ τὸ πι­οῦ­με, ἄν­τε νὰ κερ­νᾶς νὰ κα­λο­περ­νᾶς.

Σή­με­ρα, κά­θε σή­με­ρα, εἶ­ναι, θὰ ἦ­ταν, ἡ γι­ορ­τή του κι ἂν στὸν γά­μο του δὲν εὐ­τύ­χη­σε, ἴ­σως ἐ­πει­δὴ ἡ νύ­φη ἦ­ταν Γκρέ­κα κι ὄ­χι δι­κιά τους κι ἂς τοῦ τά ‘­λε­γαν ἐ­κεῖ­νοι, μά ποῦ μυα­λὸ ἐ­κεῖ­νος, κε­φά­λι ἀ­γύ­ρι­στο, σή­με­ρα, κά­θε σή­με­ρα πί­νω ἕ­να πο­τη­ρά­κι μαυ­ρο­τρά­γα­νο ξι­νό­μαυ­ρο, νέ­κταρ κα­νο­νι­κό, στὴν ὑ­γειά του.


Bonsai-03c-GiaIstologio-04


Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.

Γι­ῶρ­γος Γκό­ζης (Θεσ­σα­λο­νί­κη, 1970). Δι­ή­γη­μα. Σπού­δα­σε Θε­ο­λο­γί­α στὸ Α.Π.Θ., μὲ με­τα­πτυ­χια­κὸ τί­τλο στὴν Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὴ Ἱ­στο­ρί­α, Χρι­στι­α­νι­κὴ Γραμ­μα­τεί­α, Ἀρ­χαι­ο­λο­γί­α καὶ Τέ­χνη, καὶ εἰ­δί­κευ­ση στὴν Ἁ­γι­ο­λο­γί­α. Κεί­με­νά του ἔ­χουν συμ­πε­ρι­λη­φθεῖ σὲ ἀν­θο­λο­γί­ες καὶ ἔ­χουν δη­μο­σι­ευ­τεῖ σὲ πε­ρι­ο­δι­κὰ καὶ ἐ­φη­με­ρί­δες στὴν Ἑλ­λά­δα καὶ στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κό. Δι­η­γή­μα­τά του ἔ­χουν με­τα­φρα­στεῖ στὰ σου­η­δι­κά. Δη­μο­σί­ευ­σε τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των Ὁ νυ­χτε­ρι­νὸς στὸ βά­θος (Νε­φέ­λη, 2002) καὶ Ἀ­φῆ­στε με νὰ ὁ­λο­κλη­ρώ­σω (Πό­λις, 2014).