Ἴνγκριντ Τζέντρεζίνσκι (Ingrid Jendrzejewski)
Κυματιστὰ μαλλιὰ μὲ ὄγκο
(Roll and Curl)
ΠΟΛΗ στὴν ὁποία κατοικεῖς εἶναι μικρὴ κι ἔτσι ὅταν κάποιος ἀπὸ τὴν περιοχὴ Ἄμπερ Γκρόουβς ζητᾶ στὸ τηλέφωνο τὴν κα Φίλιπς καταλαβαίνεις περὶ τίνος πρόκειται: πέθανε ἢ ὁ ἄντρας της ἢ ἡ ἀδερφή της.
«Εἶναι στὸ στεγνωτήριο», λὲς καὶ σκᾶς μιὰ φούσκα ἀπὸ τὴν τσίχλα σου. Νομίζεις ὅτι ἤσουν ἀπολύτως σαφὴς ἀλλὰ στὸ τέλος ἀναγκάζεσαι νὰ συμπληρώσεις «Λοιπόν, ἐλᾶτε ἀπὸ ἐδῶ νὰ τῆς τὸ πεῖτε ὁ ἴδιος, ἀλλιῶς θὰ περιμένετε νὰ τὴν λούσω καὶ νὰ τὴν στεγνώσω. Δὲν μπορῶ νὰ τὴν ἀφήσω στὴ μέση».
Κλείνεις τὸ τηλέφωνο καὶ στρέφεις τὸ βλέμμα σου στὴν κα Φίλιπς. Καθιστὴ κάτω ἀπὸ τὸ κάλυμμα τοῦ στεγνωτηρίου διαβάζει ἕνα περιοδικό, τυλιγμένη σὲ μιὰ πλαστικὴ ρόμπα. Ἔχει ἕνα ἐλαφρὸ τρέμουλο καὶ στὴν ἀρχὴ νομίζεις ὅτι κλαίει, ἀλλὰ μετὰ βλέπεις ὅτι γελάει. Στὰ μπροστινά της δόντια διακρίνεται λίγο κραγιόν.
Ὅταν τὸ χρονόμετρο χτυπᾶ, σηκώνεις τὸ κάλυμμα κι ἐξετάζεις τὰ μαλλιά της. Τὸ τζὲλ ἔχει καθίσει, ὁπότε τὴν φέρνεις στὸ μέρος σου καὶ τῆς βγάζεις τὰ ρόλεϊ. Βυθίζεις τὴ χτένα σου ἐδῶ κι ἐκεῖ στὰ ἀραιὰ μαλλιά της γιὰ νὰ τοὺς δώσεις ὄγκο, ἔπειτα χτενίζεις ὅσα μένουν πεσμένα φέρνοντάς τα στὴν κορυφὴ τοῦ κρανίου, γιὰ νὰ τοὺς δώσεις τὸ σχῆμα ποὺ τῆς ἀρέσει. Μὲ τὸ χέρι σου φτιάχνεις τὶς μποῦκλες στὰ πλάγια τοῦ κεφαλιοῦ της.
Ἔπειτα παίρνεις τὸ σπρέι. Ἡ κα Φίλπς χαμογελᾶ, κλείνει σφιχτά τά μάτια κι ἀνασηκώνει τὸ πηγούνι. «Σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο πάντα σκέφτομαι ἀνοιξιάτικη βροχή», λέει καθὼς ξεκινᾶς νὰ τὴν ραντίζεις.
Συνεχίζεις γιὰ τρία λεπτὰ περίπου· συνεχίζεις μέχρι ποὺ τελειώνεις ὁλόκληρη τὴ φιάλη. Τὴν ραντίζεις μέχρις ὅτου τὰ μαλλιὰ της γίνουν σκληρὰ σὰν κράνος καὶ τὸ χαμόγελό της σταθεροποιηθεῖ σὰν ἀσπίδα. Ἔπειτα τῆς δίνεις λίγο βαμβάκι. Τῆς λὲς ὅτι εἶναι γιὰ νὰ καθαρίσει τὰ δόντια της.
Πηγή: Ἱστοσελίδα Bath Flash Fiction Award (Πρῶτο βραβεῖο Φεβρουαρίου 2016):
https://bathflashfictionaward.com/2016/02/ingrid-jendrzejewski-february-2016-first-prize/
Ἡ Ἴνγκριντ Τζέντρεζινσκι (Ingrid Jendrzejewski) σπούδασε δημιουργικὴ γραφὴ καὶ ἀγγλικὴ λογοτεχνία στὸ Πανεπιστήμιο Ἤβανσβιλ καὶ Φυσικὲς ἐπιστῆμες στὸ Καίμπριτζ. Λογοτεχνικὴ δουλειά της ἔχει δημοσιευτεῖ σὲ διάφορα περιοδικὰ (The Conium Review, Inktears, Wyvern Lit, Vine Leaves, Flash Frontier, The Liars’ League NYC, and Williwaw: An Anthology of the Marvellous κ.ἄ.). Πέρυσι κέρδισε τὸν διαγωνισμό Gigantic Sequins’ Flash Non-fiction Contest, καθὼς καὶ τὸν διαγωνισμὸ Rochdale’s Literaure & Ideas Festival Bite-sized Enlightenment Flash Fiction Contest, ἐνῶ πῆρε καὶ τὸ βραβεῖο A Room of Her Own Foundation’s Orlando Prize for Flash Fiction. Δουλειὰ της ὑπάρχει στὴν ἱστοσελίδα www.ingridj.com καὶ τιτιβίσματά της στὴ διεύθυνση
@LunchOnTuesday.
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:
Τάσος Ἀναστασίου (Ἀθήνα, 1966). Σπούδασε φιλολογία στὸ Ρέθυμνο καὶ τώρα ἐργάζεται ὡς καθηγητὴς στὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση. Ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις τοῦ λογοτεχνικοῦ περιοδικοῦ Πλανόδιον ἔχει ἐκδοθεῖ ἡ ποιητικὴ συλλογὴ του Βραδιὰ στὸ Flower (Ἀθήνα, 2001). Μεταφράσεις του τῶν ποιητῶν Philip Larkin καὶ Douglas Dunn καὶ τοῦ πεζογράφου Tobias Wolff ἔχουν δημοσιευτεῖ στὰ περιοδικά Πλανόδιον και Γραφή.
Filed under: Αγγλικά,Αναστασίου Τάσος,Ηλικίες,Καθημερινά,Πόλη-Χώροι,Περιγραφή,Φύλα,Χαρακτήρες,Ψυχογραφία,Jendrzejewski Ingrid | Tagged: Ingrid Jendrzejewski,Διήγημα,Λογοτεχνία,Τάσος Αναστασίου | Τὰ σχόλια στὸ Ἴνγκριντ Τζέντρεζίνσκι (Ingrid Jendrzejewski): Κυματιστὰ μαλλιὰ μὲ ὄγκο ἔχουν κλείσει