Δημήτρης Κουκουλᾶς: Στὸ μετρό

koukoulasdimitris-stometro-eikona-01


Δη­μή­τρης Κου­κου­λᾶς


Στὸ με­τρό


03-alpha-01ΚΟΥΣ ΡΕ ΣΥ τί ἔ­γι­νε σή­με­ρα μὲ τὴ Μα­ρί­α;

— Τί; Ρω­τά­ει, ὁ ἄν­δρας.

— Τῆς ἔ­πε­σε ἀ­πὸ τὴν τσάν­τα ἕ­να χά­πι ποὺ δὲν τὸ πρό­σε­ξε.

           — Καὶ λοι­πόν;

           — Τὸ πῆ­ρε κρυ­φὰ ὁ Θα­νά­σης. Καὶ κά­ποι­α στιγ­μὴ ποὺ αὐ­τὴ βγῆ­κε, μᾶς εἶ­πε πὼς εἶ­ναι φάρ­μα­κο γιὰ σχι­ζο­φρέ­νεια! Ξέ­ρει αὐ­τὸς ἀ­πὸ φάρ­μα­κα.

           — Σο­βα­ρὰ μι­λᾶς;

           — Ναὶ ρὲ σύ. Ἄ­κου ρὲ γα­μῶ­το ἐ­ξή­γη­ση! Τό­σο και­ρὸ νὰ μὴν ξέ­ρω τί­πο­τα! Νὰ κά­νου­με πα­ρέ­α νὰ εἶ­ναι ἡ ἄλ­λη σχι­ζο­φρε­νής, νὰ κιν­δυ­νεύ­ω ἀ­νὰ πά­σα στιγ­μὴ καὶ αὐ­τὴ οὔ­τε κου­βέν­τα. Τὸ φαν­τά­ζε­σαι δη­λα­δή;

           — Ναί, ἔ­χεις δί­κιο!


(Κά­θον­ται στὸ ἀ­πέ­ναν­τί μου κά­θι­σμα. Ἕ­νας ἄν­τρας καὶ μιὰ γυ­ναί­κα γύ­ρω στὰ 45. Φο­ρᾶ­νε ροῦ­χα σι­νι­ὲ καὶ φαί­νον­ται ἀ­ε­ρά­τοι. Κου­βεν­τιά­ζουν με­γα­λό­φω­να μὲ αὐ­τὴ τὴν ἄ­νε­ση ποὺ δί­νει στὶς με­γα­λου­πό­λεις ἡ ἀ­νω­νυ­μί­α τοῦ πλή­θους. Εἶ­ναι ἀρ­γὰ τὸ με­ση­μέ­ρι. Μό­λις ἔ­χουν σχο­λά­σει… Στε­λέ­χη μὲ πό­στα καὶ πτυ­χί­α…)


Κα­τέ­βη­κα στὴν πρώ­τη στά­ση, ποὺ δὲν ἦ­ταν ὁ προ­ο­ρι­σμός μου…

Κα­τέ­βη­κα νὰ πά­ρω ἀ­νά­σα.

Λί­γο ἀ­έ­ρα μέ­σα στὴ σή­ραγ­γα!

Μέ­σα στὸ τοῦ­νελ!


Bonsai-03c-GiaIstologio-04


Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.

Δη­μή­τρης Κου­κου­λᾶς (Μεσ­ση­νί­α, 1947). Σπού­δα­σε Οἰ­κο­νο­μι­κὰ στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Πει­ραι­ᾶ. Δη­μο­σί­ευ­σε τὶς συλλογὲς διηγημάτων Τὰ Φορ­τη­γὰ καὶ Ἄλ­λες Ἱ­στο­ρί­ες (ἐκδ. Ἀπόπειρα, 2011) καὶ Βαρκαρόλα στὴν κοί­τη τῆς πό­λης (ἐκδ. Εὔ­μα­ρος, 2016), κα­θὼς καὶ τὸ χρο­νι­κὸ Οἱ Ἀριστεριστές (ἐκδ. Εὔ­μα­ρος, 2015). Δι­α­τη­ρεῖ τὸ ἱ­στο­λό­γιο navarino-s .


			

Δημήτρης Κουκουλᾶς: Ἱστορίες τῆς λαϊκῆς


Koukoulas,Dimitris-IstoriesTisLaikis-Eikona-02


Δη­μή­τρης Κου­κου­λᾶς


Ἱ­στο­ρί­ες τῆς Λα­ϊ­κῆς


02-PiΑΝΤΑ —συνταξιοῦχος γάρ— ψω­νί­ζω ψά­ρια ἀ­πὸ τὴ Λα­ϊ­κή. Μὲ τὶς ἀ­να­πό­φευ­κτες σὲ τέ­τοι­α πράγ­­μα­τα προ­τι­μή­σεις.

Πρὶν ἀ­πὸ κά­ποι­ο και­ρὸ σύ­χνα­ζα σὲ δυ­ὸ πάγ­κους: αὐ­τὸν τοῦ Θα­νά­ση ποὺ χώ­λαι­νε ἀ­πὸ τὸ ἕ­να του πό­δι καὶ ἡ­λι­κια­κὰ πλη­σί­α­ζε στὴ σύν­τα­ξη ἢ αὐ­τὸν τοῦ Νι­κό­λα, ἑ­νὸς σα­ραν­τά­χρο­νου φω­να­κλά. Μό­νο ποὺ βρι­σκόν­του­σαν δί­πλα-δί­πλα καὶ ὅ­λη τὴν ὥ­ρα τσα­κώ­νον­ταν ἄ­γρια. Κά­ποι­α στιγ­μὴ ὁ νε­ώ­τε­ρος με­τα­κό­μι­σε πιὸ κά­τω. Τὴν πρώ­τη φο­ρὰ ποὺ τὸν ἐ­πι­σκέ­φτη­κα στὴ νέ­α του θέ­ση τοῦ ἔ­κα­να μὲ τρό­πο καὶ μιὰ πα­ρα­τή­ρη­ση: πὼς δὲν εἶ­ναι σω­στὸ νὰ χρη­σι­μο­ποι­εῖ τέ­τοι­ο λε­ξι­λό­γιο γιὰ ἕ­ναν ἡ­λι­κι­ω­μέ­νο συ­νά­δελ­φό του. Τό­τε ὁ Νι­κό­λας πλη­σί­α­σε καὶ μὲ ὕ­φος ἀ­με­τα­νό­η­του μοῦ εἶ­πε: « Ὁ κου­τσαύ­λας εἶ­ναι κα­ρι­ό­λης. Μέ­νου­με στὴν ἴ­δια γει­το­νιὰ καὶ τὸν ξέ­ρω.» Ἐ­νῶ μὲ στὺλ φι­λο­σο­φί­ας τοῦ κα­φε­νεί­ου, συμ­πλή­ρω­σε: «Ξέ­ρει ὁ Θε­ὸς ποι­οὺς ση­μα­δεύ­ει μὲ κου­σού­ρια!»

       Πέ­ρα­σε ἕ­να δι­άστη­μα, ὁ Θα­νά­σης βγῆ­κε στὴ σύν­τα­ξη καὶ μοῦ ἔ­μει­νε μό­νο ὁ Νι­κό­λας. Κά­ποι­α Τε­τάρ­τη ὅ­μως δὲν φά­νη­κε καὶ τὸν πάγ­κο κρα­τοῦ­σε ὁ βο­η­θός του. «Τὸ ἀ­φεν­τι­κὸ εἶ­ναι στὸ μαι­ευ­τή­ριο. Γεν­νά­ει ἡ γυ­ναί­κα του», μοῦ εἶ­πε.

       Ὅ­ταν ξα­να­εμ­φα­νί­στη­κε φαι­νό­ταν κα­τη­φὴς καὶ δὲν δι­α­λα­λοῦ­σε ὅ­πως ἄλ­λο­τε τὸ ἐμ­πό­ρευ­μά του.

       — Εἴ­χα­τε γεν­νη­τού­ρια Νι­κό­λα ἔ­μα­θα, ἀ­γο­ρά­κι ἢ κο­ρι­τσά­κι;

       — Ἀ­γο­ρά­κι ἀλ­λὰ τί τὰ θές; Ἔ­χει τὸ σύν­δρο­μο Down!

       — Ψι­θύ­ρι­σα σο­κα­ρι­σμέ­νος «νὰ σᾶς ζή­σει» χω­ρὶς νὰ πά­ρω ἀ­πάν­τη­ση.

       — Ἦρ­θε ἀ­κό­μη 2-3 φο­ρές. Πάν­τα κα­τη­φής. Καὶ με­τὰ χά­θη­κε!


Bonsai-03c-GiaIstologio-04


Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.

Δη­μή­τρης Κου­κου­λᾶς (Μεσ­ση­νί­α, 1947). Σπού­δα­σε οἰ­κο­νο­μι­κὰ στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Πει­ραι­ᾶ. Δη­μο­σί­ευ­σε τὴν συλλογὴ διηγημάτων Τὰ Φορ­τη­γὰ καὶ Ἄλ­λες Ἱ­στο­ρί­ες (ἐκδ. Ἀπόπειρα, 2011). Δι­α­τη­ρεῖ τὸ ἱ­στο­λό­γιο navarino-s .