Τζου­λιά­ννα Δα­βά­κη: Ἐπίλογος



Τζου­λιά­ννα Δα­βά­κη


Ἐ­πί­λο­γος


Οἱ με­γά­λες πρά­σι­νες χο­ρεύ­τρι­ες / Ντεγ­κὰ σὲ κάρ­τα
ΟΠΙΣΘΕΝ ΚΑΡΤΑΣ
(σφρα­γί­δα γαλ­λι­κοῦ τα­χυ­δρο­μεί­ου μὲ ἡ­με­ρο­μη­νί­α 08-01-2006)

Dear C.

 

It ΄s been a good time, here in Paris. I wish you could have been here, with me. There were some interesting exhibitions of Art. I am at a fri­ends΄­apar­t­ment now. Αlone. Soon I will be back in the States. When I return, I ΄ll try to change my ticket on the extra days for the weekend so we can have more time together. I have a plan on how to do it. I am waiting to see you but I am also very impatient about this. Being in Paris I have had a lot to reflect on,-to think about. My past, my future but I love you.

 

Love,

J.


* * *


ΑΝΕΠΙΔΟΤΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ (Χω­ρὶς κάρ­τα, 29-01-2006)

J.,

Δύ­ο πρά­σι­νες χο­ρεύ­τρι­ες τοῦ Ντεγ­κὰ ἄρ­γη­σαν εἴ­κο­σι ὁ­λό­κλη­ρες μέ­ρες καὶ νύ­χτες. Καὶ μά­λι­στα, χω­ρὶς τύ­ψεις. Ρου­φά­ω τὸ τε­λευ­ταῖ­ο τσι­γά­ρο τοῦ με­ρό­νυ­χτου. Μό­νο τὸ ψυ­γεῖ­ο σπά­ει τὴ σι­ω­πή. Τ’ ὄ­νο­μά της στὰ αὐ­τιά μου σὰ συ­νοι­κια­κὸ κου­τσομ­πο­λιό. Τυ­χαί­α ἐ­πι­λο­γὴ ἡ κάρ­τα σου ἢ γιὰ νὰ μοῦ θυ­μί­σεις ὅ­τι ἡ πρώ­ην γυ­ναί­κα σου ἦ­ταν πρί­μα μπα­λα­ρί­να; Ἢ τὸ χει­ρό­τε­ρο: τὸ ἔ­πρα­ξες ἀ­σύ­νει­δα ἐ­πει­δὴ ἐ­ξα­κο­λου­θοῦν οἱ μπα­λα­ρί­νες νὰ ἀ­σκοῦν πά­νω σου ἀ­κα­τα­μά­χη­τη ἕλ­ξη; Καὶ τὸ τη­λέ­φω­νο τό­σες μέ­ρες νε­κρό. Ὁ χρό­νος μας ἐ­πα­νῆλ­θε στὸ μη­δὲν κα­θὼς ἤ­ξε­ρα μό­νο πὼς μπο­ρεῖ νὰ πᾶς Χρι­στού­γεν­να στὸ Πα­ρί­σι κι ὄ­χι ἐ­δῶ, μὲ μέ­να. Προ­σκε­κλη­μέ­νος Γάλ­λων φί­λων ποὺ ἐ­γὼ δὲν ἔ­τυ­χε νὰ συ­ναν­τή­σω πο­τέ. Ἐξ ἀ­κο­ῆς μό­νο. Δὲν τοὺς συμ­πά­θη­σα. Δὲν εἶ­χα τὴν πα­ρα­μι­κρὴ ἰ­δέ­α ὅ­μως ὅ­τι τε­λι­κὰ πῆ­γες. Πέ­ρα­σαν οἱ γι­ορ­τὲς κι ἐ­γὼ ἀ­γνο­οῦ­σα ποῦ ἤ­σουν, μὲ ποι­ὸν ἤ­σουν, τί ἔ­κα­νες, τί εὐ­χή­θη­κες, τί δῶ­ρο πῆ­ρες. Οὔ­τε μιὰ εὐ­χὴ γιὰ κα­λὸ νέ­ο ἔ­τος. Ἐ­σεῖς στέλ­νε­τε καὶ κάρ­τες. Σκέ­φτη­κες τὸ πα­ρελ­θὸν καὶ τὸ μέλ­λον, μοῦ γρά­φεις. Ἐ­γὼ πο εἶ­μαι τὸ πα­ρόν σου —ὑ­πο­τί­θε­ται— ποῦ βρί­σκο­μαι; Καὶ μὲ ποι­ά σει­ρά; Θὰ ΄θε­λα νὰ τὴ μά­θω τὴ σει­ρά. Με­τὰ ἀ­πὸ τό­σο και­ρὸ εἶ­ναι γε­λοῖ­ο ἀλ­λὰ θέ­λω νὰ μά­θω σὲ ποι­ὰ σει­ρὰ στέ­κο­μαι καὶ σὲ πε­ρι­μέ­νω. Κι ἐ­σύ; Σὲ ἢ σὰν τα­ξι­δά­κι ἀ­να­ψυ­χῆς; Κα­λο­καί­ρι στὴν Ἑλ­λά­δα;

       Συ­γνώ­μη. Αὐ­τὸ δὲν ἔ­πρε­πε νὰ τὸ γρά­ψω.

       Ἂν ἤ­σουν ἐ­δῶ, δὲν ἔ­πρε­πε νὰ τὸ πῶ. Λά­θος μου. Σὲ ἀ­δι­κεῖ. Κι ἐ­γὼ αὐ­τὴ τὴ στιγ­μὴ δὲ θέ­λω νὰ σ΄ἀ­δι­κή­σω.

       Ἀλ­λὰ δὲν εἶ­σαι ἐ­δῶ. Ἔ­λα ὅ­πως εἶ­χες προ­γραμ­μα­τί­σει ἀλ­λὰ τὰ πράγ­μα­τα ἐ­δῶ μυ­ρί­ζουν βα­ρυ­χει­μω­νιά. Κι οἱ δυ­ὸ πρά­σι­νες χο­ρεύ­τρι­ες τοῦ Ντεγ­κὰ ὁ­δή­γη­σαν τὴ σκέ­ψη μου σὲ ἕ­να ἐν­θύ­μιο ἐ­πι­λό­γου.

 

Ἀ­γά­πη,

Κ.



Πη­γή: Πρώ­τη δη­μο­σί­ευ­ση.

Τζου­λιά­ννα Δα­βά­κη. Σπού­δα­σε Νο­μι­κά, εἶ­ναι δι­κη­γό­ρος καὶ φοι­τή­τρια στὸ ΜΠΣ Δη­μι­ουρ­γι­κὴ Γρα­φὴ τοῦ ΕΑΠ- Πα­νε­πι­στη­μί­ου Δυ­τι­κῆς Μα­κε­δο­νί­ας. Ἔ­χει δη­μο­σι­εύ­σει δύ­ο ἄρ­θρα στὴν ἐ­φη­με­ρί­δα Ἀ­πο­τυ­πώ­μα­τα μὲ τί­τλο «Συ­νε­πι­μέ­λεια τέ­κνων: Μιὰ ἐ­πι­τα­κτι­κὴ ἀ­νάγ­κη» καὶ «Τὸ τεκ­μή­ριο ἀ­θω­ό­τη­τας: Στοι­χεῖ­ο πο­λι­τι­σμοῦ καὶ ἐγ­γύ­η­ση γιὰ τὴν ἀ­σφά­λεια καὶ τὴ ζω­ή μας». Ἐ­πί­σης τὸ δι­ή­γη­μα «Τὸ πέν­θος» ἔ­χει δη­μο­σι­ευ­τεῖ στὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ fractal