Ian Reid: Πόσο μάκρος ἔχει ἡ συντομία

 

 

Ἰ­ὰν Ρέ­ηντ (I­an R­e­id)

 

 Πό­σο μά­κρος ἔ­χει ἡ συν­το­μί­α;

 

Ε ΤΙΣ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ποὺ μό­λις τώ­ρα ἐκ­φρά­σα­με, μπο­ρεῖ νὰ πεῖ κα­νεὶς ὅ­τι σὲ τρέ­χου­σα χρή­ση ὁ ὅ­ρος «δι­ή­γη­μα» χρη­σι­μο­ποι­εῖ­ται γε­νι­κὰ σχε­δὸν γιὰ κά­θε εἶ­δος ἀ­φή­γη­σης, ποὺ εἶ­ναι συν­το­μό­τε­ρη ἀ­πὸ τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα. Αὐ­τό, πάν­τως, χρει­ά­ζε­ται πα­ρα­πέ­ρα ἐ­πε­ξερ­γα­σί­α. Τί με­γέ­θη κα­λύ­πτει ὁ ὅ­ρος; Πό­ση συ­στο­λὴ ἢ δι­α­στο­λὴ εἶ­ναι ἐ­πι­τρε­πτή; Πι­θα­νῶς τὸ κα­τώ­τε­ρο ὅ­ριο ἐκ­φρά­ζε­ται θε­ω­ρη­τι­κὰ μὲ μιὰ ἁ­πλὴ φρά­ση τοῦ εἴ­δους ποὺ προ­η­γού­με­να ἐ­ξη­γή­σα­με μὲ πα­ρα­δείγ­μα­τα, στὴν πρά­ξη ὅ­μως εἶ­ναι δύ­σκο­λο νὰ φαν­τα­στεῖ κα­νεὶς πῶς εἶ­ναι δυ­να­τὸν ὁ­τι­δή­πο­τε κά­τω ἀ­πὸ μιὰ ἢ δυ­ὸ σε­λί­δες νὰ προ­σφέ­ρει κά­τι πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πὸ μιὰ ἰ­σχνὴ σκι­α­γρα­φί­α συμ­βάν­των (ὅ­πως τὸ αὐ­στη­ρὰ σύν­το­μο κομ­μά­τι τοῦ H­e­m­i­n­g­w­ay «Ἕ­να δι­ή­γη­μα») ἢ ἀ­πὸ ἕ­να ἐ­λά­χι­στο βῆ­μα πρὸς με­ρι­κὲς ἀ­φη­γη­μα­τι­κὲς δυ­να­τό­τη­τες (ὅ­πως τὸ «T­h­u­n­d­er R­o­ad» τοῦ Fiel­ding Daw­son). Τὸ ἀ­νώ­τε­ρο ὅ­ριο εἶ­ναι λι­γό­τε­ρο σα­φές, κι ὁ κα­θο­ρι­σμός του θὰ ἐ­ξαρ­τη­θεῖ ἐν μέ­ρει ἀ­πὸ τὸ ἐ­ὰν τὸ κέν­τρο βά­ρους πέ­φτει στὸ συγ­γρα­φέ­α, τὸν ἀ­να­γνώ­στη ἢ τὸ με­σά­ζον­τα. Ὁ P­oe εἶ­πε ὅ­τι μιὰ «ἱ­στο­ρί­α» (ποὺ ἐ­πὶ τοῦ πα­ρόν­τος μπο­ρεῖ νὰ θε­ω­ρη­θεῖ συ­νώ­νυ­μο· αὐ­τὸ καὶ σχε­τι­κὲς ὀ­νο­μα­σί­ες θὰ συ­ζη­τη­θοῦν σὲ πα­ρα­κά­τω κε­φά­λαι­α) μπο­ρεῖ νὰ δι­α­βα­στεῖ γρή­γο­ρα. Τὸ πρό­βλη­μα μὲ τὴν ἰ­δέ­α αὐ­τή, ὅ­πως πα­ρα­τή­ρη­σε κά­πο­τε ὁ W­i­l­l­i­am S­a­r­o­y­an, εἶ­ναι ὅ­τι ὁ­ρι­σμέ­νοι ἄν­θρω­ποι δι­α­βά­ζουν λι­γό­τε­ρο γρή­γο­ρα ἀ­πὸ ἄλ­λους. Με­τα­κι­νών­τας τὴν ὀ­πτι­κή γω­νί­α, μπο­ρεῖ κα­νεὶς ν’ ἀ­φή­σει τὸ ζή­τη­μα τοῦ μή­κους ν’ ἀ­πο­φα­σι­στεῖ ὄ­χι τό­σο ἀ­πὸ τὸ βαθ­μὸ αὐ­το­συγ­κέν­τρω­σης τοῦ ἀ­να­γνώ­στη ὅ­σο ἀ­πὸ τὶς ἐκ­δο­τι­κὲς ἀ­νάγ­κες. Ὁ H­e­n­ry J­a­m­es ἀ­να­φέ­ρει «τὸν σκλη­ρὸ κι ἀ­νυ­πέρ­βα­το κα­νό­να» πολ­λῶν σύγ­χρο­νων πε­ρι­ο­δι­κῶν, ποὺ ἐ­πι­βάλ­λει στὸ συγ­γρα­φέ­α νὰ κι­νεῖ­ται μέ­σα στὰ πλαί­σια τῶν 6.000-8.000 λέ­ξε­ων. Ἀλ­λά, βέ­βαι­α, τέ­τοι­ου εἴ­δους κα­νό­νες δι­α­φέ­ρουν ἀ­πὸ ἐ­πο­χὴ σὲ ἐ­πο­χὴ κι ἀ­πὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ σὲ πε­ρι­ο­δι­κό, ἔ­τσι ὥ­στε ἕ­να κεί­με­νο μπο­ρεῖ νὰ βρί­σκε­ται μέ­σα στὰ ὅ­ρια σύμ­φω­να μ’ ἕ­ναν ἐκ­δό­τη, ἀλ­λὰ νὰ ἀ­πο­κλεί­ε­ται σύμ­φω­να μὲ κά­ποι­ον ἄλ­λον. Τὸ πλαί­σιο κά­θε εἴ­δους ὀ­φεί­λει νὰ προσ­δι­ο­ρί­ζε­ται λι­γό­τε­ρο αὐ­θαί­ρε­τα. Μιὰ ἐ­ναλ­λα­κτι­κὴ δυ­να­τό­τη­τα εἶ­ναι νὰ γί­νε­ται δε­κτὸ ὡς δι­ή­γη­μα ὁ­τι­δή­πο­τε ἐ­πι­θυ­μεῖ —ἢ ἐ­πι­τρέ­πει— νὰ ὀ­νο­μα­στεῖ ἔ­τσι ὁ συγ­γρα­φέ­ας του. Ὁ S­o­m­e­r­s­et M­a­u­gham ση­μει­ώ­νει στὸν πρό­λο­γο τῶν C­o­m­p­l­e­te S­h­o­rt Sto­ries του ὅ­τι τὸ μι­κρό­τε­ρο κομ­μά­τι ἀ­νέρ­χε­ται πε­ρί­που σὲ 1.600 λέ­ξεις καὶ τὸ με­γα­λύ­τε­ρο σὲ 20.000, κι αὐ­τὸς κα­τὰ προ­σέγ­γι­ση εἶ­ναι ὁ μέ­σος ὅ­ρος – ἂν καὶ με­ρι­κοὶ συγ­γρα­φεῖς θὰ πε­ρι­λάμ­βα­ναν συν­το­μό­τε­ρα καὶ ἐ­κτε­νέ­στε­ρα ἔρ­γα: στὸ C­o­l­l­e­c­t­ed S­t­o­r­i­es τοῦ Frank S­a­r­g­e­s­on ὁ­ρι­σμέ­να κομ­μά­τια εἶ­ναι κά­τω ἀ­πὸ 500 λέ­ξεις, ἐ­νῶ ἕ­να ἀ­νέρ­χε­ται σὲ 32.000 πε­ρί­που.

         Κα­μιὰ ἀ­π’ αὐ­τὲς τὶς ἐ­ναλ­λα­κτι­κὲς προ­τά­σεις δὲ φαί­νε­ται ἐ­παρ­κής. Πάν­τως δὲν ὑ­πάρ­χει λό­γος νὰ ἐ­πι­λέ­ξου­με ἀ­νά­με­σά τους, για­τὶ σὲ κα­μιὰ πε­ρί­πτω­ση δὲ θὰ ἦ­ταν ἱ­κα­νο­ποι­η­τι­κὸ μιὰ λε­ξο­α­ρίθ­μη­ση ν’ ἀ­πο­τε­λεῖ μο­να­δι­κὸ κρι­τή­ριο. Τὸ εἶ­δος δὲν προσ­δι­ο­ρί­ζε­ται ἀ­ριθ­μη­τι­κά. Ὁ Ἀ­ρι­στο­τέ­λης ἔ­λε­γε ὅ­τι σὲ μιὰ τρα­γι­κὴ πλο­κὴ πρέ­πει νὰ ὑ­πάρ­χει «κά­ποι­ο μέ­γε­θος», δὲν ἐ­πι­χεί­ρη­σε ὅ­μως νὰ τὸ με­τρή­σει ἐ­πα­κρι­βῶς· καὶ ἐ­νῶ μπο­ρεῖ νὰ εἰ­πω­θεῖ ἀ­ναμ­φι­σβή­τη­τα ὅ­τι τὸ δι­ή­γη­μα πρέ­πει νὰ ἔ­χει κά­ποι­α συν­το­μί­α, εἶ­ναι ὡ­στό­σο ἀ­νώ­φε­λο νὰ τὸ πε­ρι­ο­ρί­ζου­με μέ­σα σὲ συγ­κε­κρι­μέ­νες δι­α­στά­σεις. Ἀλ­λὰ ἂν οἱ δο­μι­κοὶ πα­ρά­γον­τες, τὰ δο­μι­κὰ στοι­χεῖ­α, εἶ­ναι πε­ρισ­σό­τε­ρο ση­μαν­τι­κά, πρέ­πει πάν­τως νὰ συν­θέ­τουν μιὰ ἀ­φή­γη­ση μέ­σου με­γέ­θους. Ἐ­κεί­νη ἡ ἱ­στο­ρί­α τοῦ S­a­r­g­e­s­on τῶν 32.000 λέ­ξε­ων, π.χ., πλη­σιά­ζει τὴν κλί­μα­κα ἄλ­λων ἔρ­γων του, τὰ ὁ­ποῖ­α ἀ­πο­κλή­θη­καν κι ἔ­γι­ναν δε­κτὰ ὡς «μυ­θι­στο­ρή­μα­τα». Ὣς ποι­ό ση­μεῖ­ο μπο­ρεῖ νὰ ἐ­πε­κτα­θεῖ ἕ­να δι­ή­γη­μα, χω­ρὶς τε­λι­κὰ νὰ γί­νει σύν­το­μο μυ­θι­στό­ρη­μα; Ὑ­πάρ­χει πράγ­μα­τι κά­ποι­α ἐν­δι­ά­με­ση κα­τη­γο­ρί­α, ὅ­πως φαί­νε­ται νὰ ὑ­παι­νίσ­σε­ται ἡ ὁ­λο­έ­να συ­χνό­τε­ρη χρή­ση στὴν Ἀγ­γλι­κὴ κρι­τι­κὴ τῆς ἰ­τα­λι­κῆς λέ­ξης n­o­v­e­l­la (νου­βέ­λα); Αὐ­τὸ ὀρ­θώ­νει μπρο­στά μας ἀ­κό­μη ἕ­να ἐμ­πό­διο: τὴν ἔλ­λει­ψη ἑ­νὸς ἀ­κρι­βοῦς δι­α­γλωσ­σι­κοῦ λε­ξι­λο­γί­ου γιὰ συγ­κρι­τι­κοὺς σκο­πούς.

 

 

Πηγή: Ἀπὸ τὸν τόμο Ian Reid Τὸ διήγημα, Ἐκδ. Ἑρμῆς, Ἀθήνα, 1982. Α΄ ἔκδοση: Methuen & Co Ltd, 1977.

 

Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:

Λία Μεγάλου-Σεφεριάδη (Θεσ­σα­λο­νί­κη, 1945). Πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε τὸ 1966 στὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ Ἐ­πο­χὲς τοῦ Ἄγ­γε­λου Τερ­ζά­κη μὲ τὸ δι­ή­γη­μα «Ἕν­τε­κα γράμ­μα­τα κι ἕ­να ὑ­στε­ρό­γρα­φο». Πρῶ­το της βι­βλί­ο Ὁ δρα­πέ­της στὸ δέν­τρο (Ποι­ή­μα­τα, Ἑρ­μῆς, 1972).

 

 Βλ. ἀκόμη ἐδῶ , Ἡμερολόγιο Καταστρώματος (ἐγγραφὴ 16-05-2010).