Ἀνρὶ Μπρυνέλ (Henri Brunel): «Ὁ δρόμος τῶν πουλιῶν»

 

 

Ἀνρὶ Μπρυνέλ (Henri Brunel)

 

«Ὁ δρό­μος τῶν που­λιῶν»

(«Le chemin des oiseaux»)

 

ΤΗΝ ΚΙΝΑ, ἡ μακριὰ ὁδὸς ποὺ ὁδη­γεῖ στὴ Φώ­τι­ση, ἡ «ὁδὸς τῆς Ἀφύ­πνι­σης», ὀνο­μά­ζε­ται στὰ ἀρχαῖα κεί­με­να «δρό­μος τῶν που­λιῶν». Ὄμορ­φη εἶναι ἐτού­τη ἡ εἰκό­να καὶ γε­μά­τη νό­η­μα. Ὄντως, τὸ νὰ γνω­ρί­σει κα­νεὶς τὴν Ἀφύ­πνι­ση εἶναι τὸ νὰ φτά­σει, μέ­σα ἀπὸ ἀσυ­νή­θεις δρό­μους ποὺ δὲν ἀφή­νουν στὸν οὐρανὸ πε­ρισ­σό­τε­ρα ἴχνη ἀπὸ ὅσα τὸ πέ­ταγ­μα τῶν χε­λι­δο­νιῶν, στὴν πρω­ταρ­χι­κή του φύ­ση, νὰ ξα­να­βρεῖ τὴ φω­λιά του.

 

***

 

       Ἰδοὺ ἡ ἀψευδὴς ἱστο­ρί­α τοῦ Νὰν-Τὰ-Κουὰνγκ-Γιούν, δα­σκάλου τοῦ Τσ’ άν(1), ὁ ὁποῖος ἔζη­σε στὴν Κί­να ἀπὸ τὸ 850 ὣς τὸ 938.

       Ὁ νέ­ος Νὰν-Τὰ χρί­στη­κε μο­ναχὸς ἀπὸ τὸν σοφὸ Γιὰνγκ-Σάν, τὸν δά­σκα­λό του. Στὴ συνέ­χεια ἀπο­φά­σι­σε νὰ πά­ει νὰ πα­ρα­κο­λου­θή­σει τὴ δι­δα­σκα­λί­α του διά­ση­μου Λὶν-Τσί. Ἀπου­σί­α­σε, λοι­πόν, πολὺν και­ρό, κι ὅλα αὐτὰ τὰ χρό­νια ζη­τιά­νευε στὸ δρό­μο, προ­σευ­χό­ταν καὶ δια­λο­γι­ζό­ταν. Κά­πο­τε ἐπέ­στρε­ψε. Ὁ δά­σκα­λός του θέ­λη­σε νὰ μά­θει ἂν εἶχε ἀφυ­πνι­στεῖ, ἂν εἶχε πε­ρά­σει «τὴν πύ­λη χωρὶς πύ­λη», ἂν εἶχε λυ­τρω­θεῖ ἀπὸ τὶς μορ­φές, ἂν γνώ­ρι­ζε χωρὶς νὰ γνω­ρί­ζει «ὅλες τὶς ἀπαντή­σεις σὲ ὅλες τὶς ἐρω­τή­σεις»… Τὸν ρώ­τη­σε ὡς ἑξῆς:

       — Για­τί ἔρχε­σαι;

       — Ἔρχο­μαι γιὰ νὰ σᾶς χαι­ρε­τή­σω καὶ νὰ σᾶς ὑπο­βά­λω τὰ σέ­βη μου, δι­δά­σκα­λε.

       — Μὲ βλέ­πεις;

       —Δὲν ἔχα­σα τὰ μά­τια μου αὐτὰ τὰ χρό­νια· σᾶς βλέ­πω, δι­δά­σκα­λε.

       — Τό­τε πές μου, βρί­σκεις νὰ μοιά­ζω μὲ γάι­δα­ρο;

       — Βρί­σκω πὼς δὲν μοιά­ζε­τε μὲ τὸν Βού­δα.

       — Καὶ για­τί δὲν μοιά­ζω μὲ τὸν Βού­δα;

       — Ἂν μοιά­ζα­τε μὲ τὸν Βού­δα, σὲ τί θὰ δια­φέ­ρα­τε ἀπὸ ἕναν γά­ι­δα­ρο;

       Ἀκού­γοντας ὁ γε­ρο-δι­δάσ­κα­λος αὐτὴ τὴν ἀπά­ντη­ση, ἄνοι­ξε τὴν ἀγκα­λιά του στὸν μα­θη­τή του. Ὁ Νὰν-Τὰ εἶχε φτά­σει στὴ βα­θιὰ Πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ὅπου ὅλες οἱ μορ­φὲς εἶναι Ἕνα· εἶχε πε­ρά­σει πέ­ρα ἀπὸ τὰ φαι­νό­με­να. Τοῦ λοι­ποῦ ζοῦσε μέ­σα στὴν εἰρή­νη, ποὺ τί­πο­τα δὲν τὴ δια­τα­ράσ­σει, τὴν εὐτυ­χί­α ποὺ δὲν πα­ρέρ­χε­ται. Εἶχε ἀφυ­πνι­στεῖ. Ζη­τια­νεύ­ο­ντας ἐδῶ κι ἐκεῖ, εἶχε ἀκο­λου­θή­σει τὸν «δρόμο τῶν που­λιῶν».

 

(1) Πρό­κει­ται γιὰ τὴν κι­νε­ζι­κὴ ἐκδο­χὴ τοῦ ἰνδι­κοῦ Dhyãna-Βου­δι­σμοῦ, ὁ ὁποῖος ἑδραιώ­θη­κε ὡς Ζὲν στὴν Ἰα­πω­νί­α. (Σ.τ.Μ.)

 

 

Πηγή: Henri Brunel, Nouveaux contes zen, éditions Calmann-Levy, Spiritualité, Πα­ρί­σι 2001, σσ. 87-88.

 

Ἀνρὶ Μπρυ­νέλ (Henri Brunel). Δί­δα­ξε στὴ δευ­τε­ρο­βάθ­μια ἐκπαίδευ­ση καὶ τὴ γιό­γκα γιὰ πά­νω ἀπὸ τριά­ντα χρόνια. Συ­νέ­γρα­ψε πολ­λὰ βι­βλί­α γιὰ τὰ πτη­νά, τὴ χα­λά­ρω­ση, τὴν προ­σευχὴ καὶ τὶς σχέσεις δι­δα­σκά­λου-μα­θητῆ (Δι­η­γή­μα­τα Ζέν, Εἶναι εὔκο­λη χα­λά­ρω­ση κ. ἄ.).

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ γαλ­λι­κά:

Φοῖ­βος Ι. Πι­ομ­πῖ­νος (Ἀ­θή­να, 1945). Συγ­γρα­φέ­ας καὶ με­τα­φρα­στὴς λο­γο­τε­χνί­ας ἀ­πὸ τὰ γαλ­λι­κά, τὰ γερ­μα­νι­κὰ καὶ τὰ ἰ­τα­λι­κά.