Ἀλεξέι Ρέμιζωφ (Алексей Ремизов): Ὁ Γλάρος

 

 

Ἀ­λε­ξέ­ι Ρέ­μι­ζωφ (Алексей Ремизов)

 

Ὁ Γλάρος

(Чайка)

 

ΤΕΚΟΜΟΥΝ στὴν ὄ­χθη τοῦ βου­ε­ροῦ πο­τα­μοῦ.

Κοι­τοῦ­σα μα­κριά, ὣς τὸ ση­μεῖ­ο ὅ­που τὰ κύ­μα­τα ἔ­γλει­φαν τὰ σύν­νε­φα καί, ἀ­να­δυ­ό­με­να, δι­έ­σχι­ζαν τὸν οὐ­ρα­νὸ σὰν ἕ­να πει­να­σμέ­νο κο­πά­δι.

       Στὴ μέ­ση τοῦ πο­τα­μοῦ, ἀν­τί­κρυ μου, ὑ­ψω­νό­ταν ἕ­να σύν­νε­φο μὲ μορ­φὴ βρά­χου, ποὺ δι­α­γρα­φό­ταν ζω­η­ρό, δί­χως ἀρ­χὴ καὶ τέ­λος.

      Πά­νω καὶ κά­τω ἀ­πὸ τὸ σύν­νε­φο-βρά­χο δι­έρ­χον­ταν σει­ρὲς ἀν­θρώ­πων, τυ­λιγ­μέ­νων μὲ βα­ριὰ σά­βα­να.

      Οἱ ἄν­θρω­ποι πρό­βαλ­λαν φω­τει­νοὶ ἀ­πὸ τὰ ἀ­χα­νῆ βά­θη καὶ κα­τέ­βαι­ναν γκρί­ζοι στὰ γκρί­ζα κύ­μα­τα.

      Κά­θε φο­ρὰ ὁ «βρά­χος» χα­ρασ­σό­ταν καὶ κο­βό­ταν σύρ­ρι­ζα.

      Ξαφ­νι­κά, ἕ­να σι­ω­πη­λὸ σύν­νε­φο τρέ­μι­σε καὶ σκόρ­πι­σε μὲ μιὰ κραυ­γὴ χι­λί­ων πνιγ­μέ­νων ἐ­πι­θυ­μι­ῶν.

      Καὶ τό­τε, ἀ­πὸ κά­που, νά σου ἕ­νας γλά­ρος ποὺ ἀ­φέ­θη­κε στὸν τρο­μα­κτι­κὸ ὁ­ρί­ζον­τα.

      Τὰ λευ­κά του φτε­ρὰ δι­α­γρά­φον­ταν προ­φη­τι­κά.

      Ὁ γλά­ρος πε­τοῦ­σε κι ἔ­πει­τα ἄρ­χι­σε νὰ λι­ώ­νει σὰν τὶς νι­φά­δες τοῦ χι­ο­νό­νε­ρου, ἔ­γι­νε λευ­κὴ σπι­θί­τσα, χνου­δά­κι…

      Καὶ τό­τε μὲ κυ­ρί­ευ­σε ἕ­νας τρό­μος: φαι­νό­ταν ὅ­τι μα­ζὶ μὲ τὸν γλά­ρο φτε­ρού­γι­ζε μα­κριὰ καὶ ἡ τε­λευ­ταί­α στιγ­μὴ τῆς εὐ­τυ­χί­ας μου.

 

Δε­κα­ε­τί­α τοῦ 1900

 

 

Πη­γή: Ἱ­στό­το­πος ВАВИЛОН: Современная малая проза-В с­т­о­р­о­ну а­н­т­о­л­о­г­ии. (Ἱ­στό­το­πος ΒΑΒΥΛΩΝ: Σύγ­χρο­νη μι­κρὴ πρό­ζα-Προ­σπά­θεια ἀν­θο­λό­γη­σης).

 

­λε­ξέ­ι Μι­χά­η­λο­βιτς Ρέ­μι­ζωφ: (Алексей Михайлович Реми­зов). (Μό­σχα, 1877-Πα­ρί­σι, 1957). Θε­ω­ρεῖ­ται ὡς ἕ­νας ἀ­πὸ τοὺς πιὸ λαμ­προὺς στυ­λί­στες τῆς ρω­σι­κῆς λο­γο­τε­χνί­ας. Ἔ­γρα­ψε στὰ πλαί­σια τοῦ μον­τερ­νι­σμοῦ, ὁ­δη­γών­τας τὸ ἔρ­γο του ὣς τὸ φαν­­τα­στι­κὸ καὶ τὸ πα­ρά­δο­ξο. Ἐ­κτὸς ἀ­πὸ τὴ λο­γο­τε­χνί­α, ὁ Ρέ­μι­ζωφ ἀ­σχο­λή­θη­κε καὶ μὲ τὴν καλ­λι­γρα­φί­α.

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ρω­σι­κά:

Γι­ῶρ­γος Χα­βου­τσᾶς (Πει­ραι­ᾶς, 1965). Ἀ­σχο­λεῖ­ται μὲ τὴν ποί­η­ση καὶ τὴ με­τά­φρα­ση. Δη­μο­σί­ευ­σε τὴν ποι­η­τι­κὴ συλ­λο­γὴ Ἡ φοι­νι­κιά (Γα­βρι­η­λί­δης, 2005). Ἔ­χει με­τα­φρά­σει ἐ­πί­σης τὸ πε­ζο­γρά­φη­μα Τα­ξί­δι στὴν Ἀρ­με­νί­α, τοῦ Ὄ­σιπ Μαν­τελ­στάμ (Ἴν­δι­κτος, 2007).