Τζαίημς Τόμας (James Thomas) & Ρόμπερτ Σάπαρντ (Robert Shapard)
[Τὰ ὑπερμικρὰ διηγήματα βρίσκονται παντοῦ τώρα…]
ΤΑ ΥΠΕΡΜΙΚΡΑ διηγήματα βρίσκονται παντοῦ τώρα – στὸ ραδιόφωνο, στὰ περιοδικά, στὸ Διαδίκτυο. Ὅταν ξεκινήσαμε τὴν ἔρευνα γιὰ αὐτὸ τὸ βιβλίο, ἀποφασισμένοι νὰ σᾶς χαρίσουμε τὰ καλύτερα ὑπερμικρὰ διηγήματα ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου αἰώνα, γεμίσαμε χαρὰ βλέποντας τὴν αὔξηση τοῦ ἐνδιαφέροντος ἀπὸ τοὺς συγγραφεῖς, τοὺς ἀναγνῶστες, τοὺς φοιτητὲς καὶ τοὺς καθηγητὲς μετὰ τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου Flash Fiction πρὶν ἀπὸ μιὰ δεκαετία περίπου. Ἐντυπωσιαστήκαμε ὅταν εἴδαμε σελίδες ἐπὶ σελίδων καταχωρημένων στὴ μηχανὴ ἀναζήτησης Google μὲ ἀνταγωνιστικὲς ἀποδόσεις τοῦ ὅρου «flash», διαγωνισμούς, ἐργαστήρια καὶ συνέδρια. Ἦταν τόσο ποικίλες οἱ ἀπόψεις ποὺ ἀρχίσαμε νὰ ἀναρωτιόμαστε πάλι: Τί ἀκριβῶς εἶναι τὸ ὑπερμικρὸ διήγημα;
Τὸ συμπέρασμά μας, στὴν πρώτη ἀνθολογία μὲ τίτλο Flash Fiction, ἦταν πὼς ἁπλῶς ἐπρόκειτο γιὰ πολὺ μικρὲς ἱστορίες. Δεδομένου ὅτι μέρος τῆς πλοκῆς τους ἔμοιαζε νὰ ὑπονοεῖται κατὰ κύριο λόγο. Ὅ,τι κι ἂν συνέβαινε —εἴτε δημιουργοῦσαν μιὰ διάθεση εἴτε προκαλοῦσαν τὴ λογική, μᾶς εἰσήγαγαν ἀνθρώπους τοὺς ὁποίους ἐνδιαφερόμασταν νὰ συναντήσουμε ἢ περιέγραφαν γιὰ μᾶς κάποια ἀσυνήθιστα, ἀλλὰ κατανοητὰ φαινόμενα— ἡ ἐπιτυχία τους ἐξαρτιόταν περισσότερο ὄχι ἀπὸ τὴν ἔκτασή τους, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ βάθος, τὴν καθαρότητα τῆς ὀπτικῆς τους καὶ τὴ σημασία ποὺ τοὺς προσέδιδαν οἱ ἀναγνῶστες. Αὐτὸ ἦταν ὅ,τι χρειαζόταν νὰ ξέρουμε. Ὡς ἐπιμελητὲς τῆς ἀνθολογίας ἤμασταν ἀνοιχτοὶ σὲ ὁτιδήποτε. Ὡστόσο, αὐτὴ τὴ φορὰ εἴχαμε καὶ διάφορους ἀναγνῶστες ἀπὸ ὅλη τὴ χώρα ποὺ μᾶς βοηθοῦσαν καὶ πιστεύαμε πὼς θέλαμε ἀκόμα περισσότερους —ἕνα κλειδί, κάποιο ζωτικὸ στοιχεῖο σχετικὰ μὲ τὸ διήγημα-ἀστραπή— ὥστε νὰ τοὺς καθοδηγοῦμε.
Πρῶτα ἀσχοληθήκαμε μὲ τὴν ἔκταση. Τὸ ἐλάχιστο ὅριο λέξεων ποὺ εἴχαμε θέσει πρὶν ἀπὸ μία δεκαετία ἔμοιαζε κατάλληλο. Ἐπειδὴ δὲν θέλαμε νὰ φανοῦμε πολὺ περιοριστικοί, βασίσαμε τὴν ἔκταση σὲ μιὰ ἐρώτηση: Πόσο σύντομη μπορεῖ νὰ εἶναι μιὰ ἱστορία, ἀλλὰ νὰ παραμένει ἱστορία; Κάποιοι θὰ ἔλεγαν πὼς ἰδανικὰ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι τόσο σύντομη ὅσο μιὰ πρόταση, ἀλλὰ συνειδητοποιήσαμε στὴν πράξη πὼς ὁτιδήποτε πιὸ μικρὸ ἀπὸ τὸ ἕνα τρίτο τῆς σελίδας εἶναι πιθανὸν νὰ ἀποτελεῖ μιὰ ἁπλὴ περίληψη, ἢ ἀκόμα καὶ ἀνέκδοτο. (Στὸ βιβλίο του Creative Nonfiction ὁ Φίλιπ Τζέραρντ, μιλώντας στοὺς μαθητές του σχετικὰ μὲ κάθε εἴδους συγγραφικὴ προσπάθεια τονίζει πὼς κάθε σπουδαῖο βιβλίο μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ μὲ μιὰ σύντομη πρόταση· ἐκεῖνοι θεωροῦν τὴ διατύπωσή του αὐτὴ γελοία καὶ τὸν προκαλοῦν μὲ τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Καὶ τί ἔχετε νὰ πεῖτε γιὰ τὴν Ὀδύσσεια;» Καὶ ἐκεῖνος ἀπαντᾶ: «Ἕνας τύπος ποὺ γυρίζει σπίτι ἀπὸ τὴ δουλειά».) Ὡς μέγιστο ὅριο λέξεων διατηρήσαμε τὶς ἀρχικὲς 750 λέξεις (ὅπως τὸ κλασικὸ πιὰ διήγημα τοῦ Χέμινγουεϊ, «Ἕνα Πολὺ Σύντομο Διήγημα»), κάτι ποὺ εἶχε καὶ πρακτικὴ βάση – γιὰ νὰ τελειώσει κάποιος τὴν ἀνάγνωση ἑνὸς ὑπερμικροῦ διηγήματος δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ γυρίσει τὴ σελίδα πάνω ἀπὸ μιὰ φορά. Σήμερα ὅμως αὐτὸ μπορεῖ νὰ ἀποδειχθεῖ προβληματικό. Τί γίνεται μὲ τὸ ραδιόφωνο; Καὶ μὲ τὰ ἠλεκτρονικὰ περιοδικὰ ποὺ οἱ σελίδες μποροῦν νὰ κυλήσουν ὄχι μόνο κάθετα, ἀλλὰ καὶ ὁριζόντια; Εὐτυχῶς γιὰ ἐμᾶς, μερικοὶ ἀπὸ τοὺς καλύτερους συγγραφεῖς τῆς Ἀμερικῆς εἶχαν νὰ δηλώσουν κάτι, ὄχι σχετικὰ μὲ τὴν ἔκταση ἀλλὰ σχετικὰ μὲ τὴ φύση τῆς πολὺ σύντομης ἀφήγησης.
Ὁ Ρίτσαρτ Μπάους, πολὺ γνωστὸς γιὰ τὶς μεγαλύτερης ἔκτασης ἱστορίες του, πρόσθεσε μιὰ ἄλλη διάσταση ἀφότου ἀποδέχτηκε τὴν πρόκληση ἀπὸ τὸ περιοδικὸ Five Points νὰ γράψει ἕνα ὑπερμικρὸ διήγημα (ποὺ βρίσκεται στὴν ἀνθολογία ποὺ κρατᾶτε στὰ χέρια σας) καὶ ἀνακάλυψε πὼς «ὅταν μιὰ ἱστορία εἶναι τόσο συμπυκνωμένη, ἡ οὐσία της τείνει νὰ παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις· δηλαδὴ γιὰ νὰ λειτουργήσει μιὰ τέτοια ἱστορία σὲ τόσο λίγο χῶρο τὸ πραγματικὸ θέμα της πρέπει νὰ εἶναι ἀναλογικὰ μεγαλύτερο». Αὐτὸ ἔχει δύο σημαντικὲς προεκτάσεις, πρῶτον ὅτι τὸ θέμα ἑνὸς ὑπερμικροῦ διηγήματος δὲν πρέπει νὰ εἶναι πολὺ μικρό, ἢ ἀσήμαντο, ὅπως τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ σὲ ἕνα ποίημα, καὶ δεύτερον ἡ οὐσία τῆς ἱστορίας (συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ «πραγματικοῦ θέματός της») ὑπάρχει ὄχι μόνο λόγῳ τῆς ποσότητας μελάνης στὴ σελίδα —τῆς ἔκτασης— ἀλλὰ στὸ μυαλὸ τοῦ συγγραφέα καὶ συνεπῶς καὶ τοῦ ἀναγνώστη. Ὁ Τσὰρλς Μπάξτερ υἱοθετεῖ αὐτὴ τὴν προσέγγιση ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τοῦ ἀναγνώστη στὴν εἰσαγωγή του μὲ τίτλο Sudden Fiction International ὅταν ἀντικρούει τὴ θεωρία ὅτι τὰ ὑπερμικρὰ διηγήματα ἔχουν γίνει πολὺ δημοφιλῆ ἐπειδὴ μᾶς ἔχει χαζέψει ἡ τηλεόραση. Ἀντιθέτως, λέει, οἱ ἀναγνῶστες ἐπεξεργάζονται τὶς πληροφορίες πολὺ πιὸ γρήγορα τώρα (ἄλλωστε ζοῦμε στὴν Ἐποχὴ τῆς Πληροφορίας)· πολλοὶ ἔχουν ἀρχίσει νὰ γίνονται ἀνυπόμονοι μὲ τὶς μεγαλύτερες ἀφηγήσεις, ἐπειδὴ ἔχουν συνηθίσει νὰ γίνονται ὅλα γρήγορα, σχεδὸν μονομιᾶς. Τὸ ὑπερμικρὸ διήγημα, μὲ ἄλλα λόγια, ἴσως σχετίζεται λιγότερο μὲ τὴν ἔκτασή του καὶ περισσότερο μ’ ἐμᾶς. Ἡ Γκρέις Πέιλι φαίνεται νὰ συμφωνεῖ μὲ τὰ παραπάνω, συνδέοντας τοὺς ἀναγνῶστες μὲ τὸ εἶδος ὅταν λέει: «Ἕνα διήγημα βρίσκεται πιὸ κοντὰ στὸ ποίημα παρὰ σὲ ἕνα μυθιστόρημα (τὸ ἔχω πεῖ ἕνα ἑκατομμύριο φορές) καὶ ὅταν εἶναι πάρα πολὺ σύντομο —1,5, 2,5 σελίδες— πρέπει νὰ διαβάζεται σὰν ποίημα. Δηλαδὴ ἀργά. Οἱ ἀναγνῶστες ποὺ τοὺς ἀρέσει νὰ προσπερνοῦν περιγραφὲς ἢ ἀφηγήσεις δὲν μποροῦν νὰ τὸ κάνουν σὲ μιὰ τρισέλιδη ἱστορία.»
Αὐτὸ μᾶς θυμίζει ἕνα πείραμα τῆς ψυχολογίας στὸ ὁποῖο χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικὰ εἴδη λογοτεχνίας γιὰ νὰ δοκιμαστοῦν οἱ διαφορετικοὶ τρόποι ποὺ θυμόμαστε τὰ πράγματα. Ἀνακαλύφθηκε πὼς οἱ ἀναγνῶστες ἔτειναν νὰ θυμοῦνται λόγια ἀπὸ τὰ ποιήματα, εἴτε ἐπρόκειτο γιὰ μερικὲς φράσεις εἴτε γιὰ ὁλόκληρους στίχους. Φυσικά, αὐτὸ δὲν ἴσχυε στὴν πρόζα, καθὼς προσπαθοῦσαν νὰ θυμοῦνται κάθε λέξη κάθε σελίδας – ἀλλὰ ἦταν πάρα πολλές. Ἀντιθέτως, οἱ ἀναγνῶστες συγκράτησαν πάρα πολλὲς λεπτομέρειες καταφεύγοντας σὲ τεχνικὲς ὀργάνωσης τῆς μνήμης, ποὺ σ’ ἐμᾶς εἶναι γνωστὲς μὲ τὰ παραδοσιακά τους ὀνόματα, ὅπως χαρακτῆρες καὶ πλοκή. Ἑπομένως μποροῦμε νὰ ξεχάσουμε μιὰ ὁλόκληρη σελίδα σὲ ἕνα μυθιστόρημα, ἀλλὰ προσεγγίζουμε τὸ ὑπερμικρὸ διήγημα σὰν νὰ μπορεῖ νὰ μᾶς μείνει ὁλόκληρο ἀξέχαστο.
Αὐτὸ ἦταν τὸ κλειδὶ ποὺ ψάχναμε, ὥστε νὰ καθοδηγηθοῦν ὅσοι μᾶς βοηθοῦσαν νὰ συγκεντρώσουμε διηγήματα γιὰ τὸν παρόντα τόμο – ἕνα ὑπερμικρὸ διήγημα πρέπει νὰ μένει ἀξέχαστο. Ὑπῆρχαν ἀσφαλῶς καὶ ἄλλα κριτήρια – ἕνα καλὸ τέτοιο διήγημα πρέπει νὰ συγκινεῖ τὸν ἀναγνώστη ἢ νὰ τὸν ἐρεθίζει διανοητικά, θὰ πρέπει νὰ εἶναι καλογραμμένο – καὶ τὸ σπουδαῖο ἦταν πὼς ὅλοι εἶχαν τὴ δική τους ἄποψη γιὰ τὸ τί προκαλοῦσε ψυχικὴ ἀνάταση, τί ἀηδία, τί ἦταν ὑπερβολικὰ ἀστεῖο καὶ τί περίτεχνα γραμμένο... ἐλπίζουμε οἱ ἀναγνῶστες αὐτοῦ τοῦ βιβλίου νὰ βροῦν μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἱστορίες ἀξέχαστες καὶ νὰ ἀντλήσουν τὴν ἴδια εὐχαρίστηση στὴν ἀνακάλυψή τους ποὺ εἴχαμε ἐμεῖς ὅταν φτιάχναμε τὸ βιβλίο.
Πηγή: Τὸ παραπάνω κείμενο ἀποτελεῖ τὸ Σημείωμα τοῦ Ἐπιμελητῆ στὸν τόμο Flash Fiction Forward, σὲ ἐπιμέλεια Τζαίημς Τόμας (James Thomas) καὶ Ρόμπερτ Σάπαρντ (Robert Shapard). W.W. Norton & Company, Νέα Ὑόρκη καὶ Λονδίνο, 2006.
Robert Shapard. Διδάσκει λογοτεχνία καὶ δημιουργικὴ γραφή στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Χαβάης. Συνεκδότης μὲ τὸν James Thomas τοῦ τόμου Flash Fiction Forward (2006).
James Thomas. Διδάσκει λογοτεχνία καὶ δημιουργικὴ γραφή στὸ Γέλοου Σπρίνγκς τοῦ Ὀχάιο. Συνεκδότης μὲ τὸν James Thomas τοῦ τόμου Flash Fiction Forward (2006).
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:
Βασίλης Μανουσάκης (Ἀθήνα, 1972). Ποιητής, διηγηματογράφος, μεταφραστής. Σπούδασε Ἀγγλικὴ Φιλολογία. Διδάσκει στὸ Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου στὴν Καλαμάτα.
Βλ. ἀκόμη ἐδῶ , Ἡμερολόγιο Καταστρώματος (ἐγγραφὴ 06-04-2010).
Filed under: ΑΝΑΦΟΡΕΣ,Μανουσάκης Βασίλης,Shapard Robert,Thomas James | Tagged: Βασίλης Μανουσάκης,Διήγημα,Λογοτεχνία,James Thomas,Robert Shapard |