Πα­να­γι­ώ­της Πα­γιά­της: Ὁ θρῆ­νος τοῦ ἐ­λα­φιοῦ



Πα­να­γι­ώ­της Πα­γιά­της


Ὁ θρῆ­νος τοῦ ἐ­λα­φιοῦ


ΙΧΑ ΝΑ ΔΩ ΤΗΝ ΕΜΜΑ ἀ­πὸ τὴν ἡ­μέ­ρα τῆς ἐ­πι­μνη­μό­συ­νης δέ­η­σης. Ὅ­ταν τὴν ἐ­πι­σκέ­φτη­κα, εἶ­χε ση­κώ­σει ὅ­λο το σπί­τι στὸ πό­δι. Ἀ­φοῦ μὲ συ­νό­δευ­σε μέ­χρι τὸ κα­θι­στι­κό, ἔ­τρε­ξε ὅ­πως-ὅ­πως στὴν κου­ζί­να λὲς καὶ προ­σπα­θοῦ­σε νὰ σώ­σει κά­ποι­ο φα­γη­τὸ ποὺ και­γό­ταν. Φαι­νό­ταν κα­λύ­τε­ρα. Τὰ μαλ­λιά της ἦ­ταν χτε­νι­σμέ­να καὶ γιὰ πρώ­τη φο­ρὰ με­τὰ τὸν θά­να­το τοῦ Μὰρκ θαρ­ρῶ πὼς φο­ροῦ­σε στὰ χεί­λη της κρα­γιόν. «Τώ­ρα ἔρ­χο­μαι!», φώ­να­ξε ἀ­πὸ τὸ βά­θος καὶ νο­μί­ζω πὼς δι­έ­κρι­να ἕ­ναν παι­γνι­ώ­δη τό­νο στὸν τρό­πο ποὺ μί­λη­σε. Ἐ­νῶ τὴν πε­ρί­με­να, τὰ μά­τια μου γύ­ρι­ζαν ἐ­ρευ­νη­τι­κὰ στὸν χῶ­ρο. Ἡ σι­δε­ρώ­στρα εἶ­χε πά­νω της φρε­σκο­δι­πλω­μέ­να μω­ρου­δια­κὰ ρου­χα­λά­κια. Τὸ σί­δε­ρο ἦ­ταν ἀ­κό­μη ἀ­ναμ­μέ­νο. «Τώ­ρα ἔρ­χο­μαι, Μάρκ!», τὴν ἄ­κου­σα καὶ πά­λι νὰ φω­νά­ζει μὲ ἕ­ναν τρό­πο πού, αὐ­τὴ τὴ φο­ρά, μαρ­τυ­ροῦ­σε βι­α­σύ­νη. Τὰ βή­μα­τά της, κα­θὼς ἔ­τρε­χε πρὸς τὸ μπαλ­κό­νι, χτυ­ποῦ­σαν στὸ πά­τω­μα κι ἔρ­χον­ταν στ’ ἀ­φτιά μου σὰν ἔν­το­νο καρ­δι­ο­χτύ­πι. Τὴν ἀ­κο­λού­θη­σα νο­μί­ζον­τας πὼς κυ­νη­γοῦ­σα ἐ­λά­φι. Εἶ­χα ἀ­κού­σει πὼς ἀ­πὸ τό­τε ποὺ βρῆ­κε τὸ μω­ρὸ πα­γω­μέ­νο ἔ­ξω στὸ κλου­βί, περ­νοῦ­σε σχε­δὸν ὅ­λη τὴν ἡ­μέ­ρα της ἐ­κεῖ μέ­σα. Μό­λις ἔ­φτα­σα, τὴ βρῆ­κα σκυμ­μέ­νη στὰ γό­να­τα νὰ τα­ΐ­ζει φρου­τό­κρε­μα ἕ­να λού­τρι­νο ζω­ά­κι. Θυ­μᾶ­μαι τῆς τὸ εἶ­χα κά­νει δῶ­ρο, πέ­ρυ­σι τὰ Χρι­στού­γεν­να, μα­ζὶ μὲ τὸν Ἄν­τυ. Δὲν τῆς μί­λη­σα. Οὕ­τως ἢ ἄλ­λως, ὅ­πως τὴν ἔ­βλε­πα νὰ σκου­πί­ζει μὲ τρυ­φε­ρὲς κι­νή­σεις τὸ στό­μα τοῦ μι­κροῦ ἀρ­κού­δου, ἤ­μουν σί­γου­ρη πὼς εἶ­χε ἤ­δη ξε­χά­σει ἐν­τε­λῶς τὴν πα­ρου­σί­α μου.



Πη­γή: Πρώτη δημοσίευση.

Πα­να­γι­ώ­της Πα­γιά­της (1982). Ἔ­χει σπου­δά­σει Μη­χα­νι­κὸς στὸ Πανεπιστήμι­ο Αἰ­γαί­ου, Ψη­φια­κὲς Μορ­φὲς Τέ­χνης στὴν ΑΣΚΤ καὶ Φι­λο­σο­φί­α στὸ Πανεπιστήμι­ο Πα­τρῶν. Ἀ­σχο­λεῖ­ται μὲ τὴν συγ­γρα­φὴ ποι­η­μά­των καὶ μι­κρο­δι­η­γη­μά­των. Ἔρ­γα του ἔ­χουν φι­λο­ξε­νη­θεῖ σὲ μι­κρὲς συλ­λο­γι­κὲς ἐκ­δό­σεις καὶ δι­α­δι­κτυα­κὲς πα­ρου­σιά­σεις. Κα­τά­γε­ται ἀ­πὸ τὴν Κέρ­κυ­ρα.