Μιχαὴλ Μήτρας: Ἡ ἐκδοχὴ μιᾶς συνάντησης


Mitras,Michail-IEkdochiMiasSynantisis-Eikona-02


Μιχαὴλ Μήτρας


Ἡ ἐκ­δο­χὴ μιᾶς συ­νάν­τη­σης


ΗΜΕΡΑ βρο­χε­ρὴ μὲ γκρί­ζο φῶς πί­σω ἀ­π’ τὸ τζά­μι τῆς κα­φε­τέ­ριας


Βγά­ζον­τας ἀρ­γὰ τὰ μαῦ­ρα της γάν­τια τὸν κοί­τα­ξε


Ἕ­νας ἀ­δέ­ξιος δι­ά­λο­γος μὲ δι­α­στή­μα­τα σι­ω­πῆς καὶ βλέμ­μα­τα


Στὸ φλυ­τζά­νι πά­γω­νε τὸ τσά­ι, μὲ χρῶ­μα ποὺ σκού­ραι­νε


Ἕ­νας συ­νε­χὴς θό­ρυ­βος: συ­νο­μι­λί­ες, σερ­βι­ρί­σμα­τα, τη­λε­ο­πτι­κὸ ρε­πορ­τὰζ γιὰ τὸν πό­λε­μο, κι­νη­τὰ τη­λέ­φω­να, μαρ­σά­ρι­σμα μο­το­συ­κλέ­τας


«Δὲν εἶ­ναι αὐ­τὸ ποὺ νο­μί­ζεις», τοῦ εἶ­πε χα­μη­λό­φω­να


Ἔ­νι­ω­σε σὰν νὰ βρι­σκό­ταν σὲ ἄ­δει­ο δω­μά­τιο


Πρὸς στιγ­μὴν τρά­βη­ξε τὴν προ­σο­χή του ἡ πρω­το­σέ­λι­δη εἴ­δη­ση τῆς ἐ­φη­με­ρί­δας ποὺ δι­ά­βα­ζε κά­ποι­ος δί­πλα τους


Μιὰ φω­τει­νὴ λω­ρί­δα στὸ δά­πε­δο


Ὅ­πως ἡ αἰφ­νι­δι­α­στι­κὴ ἀ­νά­μνη­ση ἑ­νὸς γε­γο­νό­τος: πρὶν δε­κα­ο­κτὼ χρό­νια σὲ ὑ­πε­ρα­στι­κὸ λε­ω­φο­ρεῖ­ο, δι­α­σχί­ζον­τας τὸ ὀ­ρει­νὸ το­πί­ο ἑ­νὸς νη­σιοῦ κα­θὼς τέ­λει­ω­νε τὸ κα­λο­καί­ρι


Ἀ­πὸ τὴν τσάν­τα ἔ­βγα­λε τὸ κρα­γιὸν κι ἄρ­χι­σε νὰ βά­φει τὰ χεί­λη της, κλεί­νον­τας τὰ μά­τια


Κα­θὼς ἡ πό­λη ἔ­παιρ­νε τὴ νυ­χτε­ρι­νή της ὄ­ψη


Τὸ πρω­ὶ τῆς ἴ­διας μέ­ρας στὴν μπὲζ ἀ­τμό­σφαι­ρα τοῦ γρα­φεί­ου, ὅ­ταν τῆς τη­λε­φώ­νη­σε κι ἐ­κεί­νη δί­στα­ζε


«Μή­πως αὔ­ριο τὸ ἀ­πό­γευ­μα;», ἄ­κου­σε τὴ φω­νή του ἀλ­λαγ­μέ­νη ἀ­πὸ τὴν ἀ­δη­μο­νί­α


Στὸν κα­θρέ­φτη τοῦ ἀ­σαν­σὲρ εἶ­δε τὰ πρό­σω­πά τους, προ­σπα­θών­τας νὰ ἀ­πο­φύ­γουν τὸ βλέμ­μα του


Βγῆ­κε στὸν δρό­μο καὶ μὲ γρή­γο­ρο βη­μα­τι­σμὸ πε­ρι­πλα­νή­θη­κε γιὰ ὧ­ρες στὴν πό­λη, φαν­τα­σι­ώ­νον­τας ἐκ­δο­χὲς τῆς αὐ­ρια­νῆς τους συ­νάν­τη­σης


Τὴν ἄλ­λη μέ­ρα ἐ­κεί­νη ἦρ­θε φο­ρών­τας γυα­λιὰ ἡ­λί­ου, κι ἂς ἦ­ταν προ­χω­ρη­μέ­νο ἀ­πό­γευ­μα


Ἡ ἁ­φὴ τοῦ δέρ­μα­τος σὲ μιὰ χει­ρα­ψί­α ἀ­να­δρο­μι­κῆς οἰ­κει­ό­τη­τας


Πα­ρα­τή­ρη­σε τὰ μαλ­λιά της ὑ­γρὰ ἀ­π’ τὴ βρο­χή


«Ποῦ τὸ θυ­μή­θη­κες τώ­ρα αὐ­τό,..», εἶ­πε σχε­δὸν ἐ­νο­χλη­μέ­νη


Ἡ εἰ­κό­να ἑ­νὸς ἀν­θι­σμέ­νου κή­που πέ­ρα­σε ἀ­π’ τὸ μυα­λό του ἀ­στρα­πια­ῖα, γιὰ ν’ ἀ­κο­λου­θή­σει ἀ­μέ­σως με­τὰ ἡ εἰ­κό­να μιᾶς βρα­χώ­δους ἀ­κτῆς


Βγαί­νον­τας ἀ­π’ τὸν κλει­στὸ χῶ­ρο, δι­α­πί­στω­σαν ὅ­τι ἡ βρο­χὴ εἶ­χε στα­μα­τή­σει κι ἐ­κεῖ­νος πρό­τει­νε νὰ βα­δί­σουν μὲς στὴ νύ­χτα


Ὁ θό­ρυ­βος ἑ­νὸς αὐ­το­κι­νή­του τὸν ἐμ­πό­δι­σε ν’ ἀ­κού­σει τὴν ἀ­πάν­τη­σή της


Bonsai-03c-GiaIstologio-04


Πη­γή: Μι­χα­ὴλ Μή­τρας, Μη­χα­νὴ Ἀ­να­ζή­τη­σης, πε­ζο-γρα­φή­μα­τα, Ἐκ­δό­σεις Νε­φέ­λη, Ἀ­θή­να, 2008.

Μι­χα­ὴλ Μή­τρας (Βό­λος, 1944). Ποί­η­ση, πεζογραφία, δι­ή­γη­μα, ὀ­πτι­κὴ ποί­η­ση, m­a­il a­rt. Πα­ρα­κο­λού­θη­σε Νο­μι­κὰ στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης καὶ Ρα­δι­ο­σκη­νο­θε­σί­α στὸ Λον­δί­νο. Συ­νερ­γά­στη­κε στὴ σύν­τα­ξη τῶν πε­ρι­ο­δι­κῶν Χρο­νι­κό, Σῆ­μα καὶ Ρεύ­μα­τα. Πρῶ­το του βι­βλί­ο: Φανταστικὴ νουβέλα (πεζογραφία, 1972).