.
.
Ἀντωνία Πασχαλίδου
Λουίτζι Μαλέρμπα
(Εἰσαγωγικὸ σημείωμα γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του)
ΛΟΥΙΤΖΙ ΜΑΛΕΡΜΠΑ ( Μπερτσέτο, Πάρμα, 11 Νοεμβρίου 1927 – Ρώμη, 8 Μαΐου 2008) ὑπῆρξε συγγραφέας καὶ σεναριογράφος. Λουίτζι Μαλέρμπα ἦταν τὸ ψευδώνυμο τοῦ Λουίτζι Μπονάρντι. Μετὰ τὶς νομικὲς σπουδές του στὴ Ρώμη, ἐργάστηκε ὡς δημοσιογράφος καὶ παράλληλα ἔγραψε ἀφηγηματικὰ κείμενα – κυρίως διηγήματα, ἐνῶ συνεργάστηκε στὴ συγγραφὴ σεναρίων γιὰ τὸν κινηματογράφο καὶ τὴν τηλεόραση. Ὑπῆρξε ἐπίσης παραγωγὸς στὸν χῶρο τῆς διαφήμισης. Ἕνας ἄνθρωπος ἐξαιρετικὰ ταλαντοῦχος, πολυσχιδὴς καὶ πολυβραβευμένος στὴ χώρα του (Dopo il pescecane, διηγήματα, ἐκδόσεις Bompiani, 1979, Βραβεῖο Brancati 1979, Testa d’ argento, διηγήματα, ἐκδόσεις Mondadori, 1988, Βραβεῖο Grinzane Cavour, 1989 κ.ἄ.) ἀλλὰ καὶ στὴ Γαλλία (Salto Mortale, μυθιστόρημα, ἐκδόσεις Bompiani, 1968, Prix Medicis 1970). Ἦταν συνιδρυτὴς τοῦ λογοτεχνικοῦ κινήματος Gruppo 63 (λογοτεχνικὸ κίνημα τῆς neoavanguardia ποὺ δημιουργήθηκε τὸ 1963 στὸ Παλέρμο ἀποτελούμενο ἀπὸ νέους διανοούμενους —ποιητές, συγγραφεῖς, κριτικοὺς κ.ἄ.— ποὺ ἐπιθυμοῦσαν νὰ ἔρθουν σὲ ρήξη μὲ τὰ παραδοσιακὰ σχήματα τῆς δεκαετίας τοῦ ’50). Τὰ γνωστότερα ἔργα του εἶναι: La scoperta dell’ alfabeto (1963), Il serpente (1966), Salto mortale (1968), Dopo il pescecane (1979), Testa d’ argento (1988), Il fuoco greco (1990· Τὸ ὑγρὸ πῦρ, μετάφραση: Λένα Ταχμαζίδου, Νεφέλη 1991), Le pietre volanti (1992) καὶ Itaca per sempre (1997· Ἰθάκη γιὰ πάντα, μετάφραση: Τότα-Τσάκου Κονβερτίνο, Κέδρος 1999). Ἔγραψε ἐπίσης βιβλία γιὰ παιδιά, τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ ὁποῖα σὲ συνεργασία μὲ τὸν Τονίνο Γκουέρα.
Ὁ Λουίτζι Μαλέρμπα ὑπῆρξε «ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δίνει καὶ παίρνει χαρά. Ὁ Μαλέρμπα εἶναι ἕνας ἄνθρωπος μὲ περιέργεια: περιέργεια γιὰ τὴ γλώσσα, τὴν ἱστορία, τὰ ἤθη, τὰ μπλεξίματα καὶ τὶς περιστάσεις τῆς ζωῆς. Δὲν περνᾶ τυχαῖα ἀπὸ τὸ μυθιστόρημα στὸ γλωσσικὸ δοκίμιο, στὰ κινηματογραφικὰ καὶ τηλεοπτικὰ σενάρια, στὰ διηγήματα γιὰ παιδιά».(1) «Πολλοὶ τὸν ἔχουν παρομοιάσει μὲ τοὺς μεταμοντέρνους συγγραφεῖς. Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ ὁρισμὸς ταιριάζει μέχρις ἑνὸς σημείου. Ὁ συγγραφέας τοῦ Salto mortale ἐνεργεῖ πάντα μὲ τρόπο σατανικὰ εἰρωνικό, μὲ ἀποκαλύψεις καὶ ἀμφισημίες.»(2)
Ἐνῶ ὁ Βάλτερ Πεντουλὰ ἔγραψε: «Ὁ Μαλέρμπα φλερτάρει μὲ τὴ γλώσσα ὡς παράγοντα ἀνισορροπίας κι αὐτὸ φαίνεται νὰ εἶναι ἡ μοναδικὴ πιθανὴ πραγματικότητα. […] Αὐτὸ ποὺ χαρακτηρίζει περισσότερο τὸν Μαλέρμπα εἶναι ἡ ἀφαίρεση καὶ μ’ αὐτὴν “γεμίζει τὸ ρεζερβουάρ του”: ἐν ὀλίγοις ἡ γλώσσα του εἶναι παντοῦ μιὰ γλώσσα εὑρηματική.»(3)
«Ὅταν τὸν ρωτοῦσαν ποιὸς ἦταν ὁ ἀγαπημένος του ἥρωας ἀπαντοῦσε πὼς ἦταν ἀναμφίβολα ὁ Δὸν Κιχώτης καὶ φυσικὰ τὸ μάθημα τοῦ Θερβάντες, τὸ παράδοξο παιγνίδι, ποὺ βλέπει τὴν πραγματικότητα νὰ παραμορφώνεται ὑπέρμετρα καὶ ἴσως νὰ εἶναι ὑπέρμετρα παραμορφωμένη, εἶναι αὐτὸ ποὺ λειτουργοῦσε πάντα στὴ γραφή του ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἐμφανίστηκε στὰ γράμματα μὲ τὰ διηγήματα τῆς συλλογῆς Scoperta dell’ alfabeto τὸ μακρινὸ 1963.»(4)
Στὸ ἔργο του εἶναι ἐμφανὴς ἡ τεράστια γκάμα τῶν ἐνδιαφερόντων του, ὅπως τὸ πάθος γιὰ τὴν ἱστορία, ἡ ἀγάπη γιὰ τὶς διαλέκτους καὶ τὶς ξεχασμένες γλῶσσες, ὁ κινηματογράφος καὶ ἡ διαφήμιση καὶ τέλος τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ παιδιά. Τὰ σύντομα διηγήματα τοῦ Μαλέρμπα, μεταφρασμένα γιὰ τὸ Πλανόδιον, ἀνήκουν στὴ συλλογὴ Storiette e Storiette tascabili (Einaudi, 1994, Monte Universita Parma, 2004). Ἡ συλλογὴ αὐτὴ ἀπευθύνεται πρωτίστως σὲ παιδιὰ καὶ δευτερευόντως σὲ ἐνηλίκους ποὺ συνομιλοῦν ἀκόμα μὲ τὸ παιδὶ μέσα τους. Στὰ κείμενα αὐτὰ πρωταγωνιστοῦν ἄνθρωποι ἢ ζῶα. Ὁ Λουίτζι Μαλέρμπα, ἔξυπνος καὶ εἰρωνικός, παίζει μὲ τὶς λέξεις, τὶς συλλαβές, τοὺς ἤχους , κάτι ποὺ καθιστᾶ τὴ μετάφραση κάποιων ἀπὸ τὰ κείμενα αὐτὰ δύσκολη, ἂν ὄχι ἀδύνατη. Ἔτσι, τὸ παιγνίδι αὐτὸ πρέπει νὰ ξαναγίνει ἀπὸ τὸν μεταφραστὴ ἐκ νέου, στὴ δική του πιὰ γλώσσα. Κοριοὶ ποὺ δὲν ἀντέχουν τὴ βρῶμα τους («La cimice»), σαρανταποδαροῦσες ποὺ χρεώνονται γιὰ ν’ ἀγοράσουν παπούτσια γιὰ τὴν οἰκογένεια («Millepiedi e Millescarpe»), σαῦρες ποὺ ἀποδεικνύονται τελικὰ κροκόδειλοι («La lucertola e il gattino») καὶ πάει λέγοντας. Στὴν περίπτωση ποὺ πρωταγωνιστοῦν ἄνθρωποι, αὐτοὶ εἶναι διαφορετικοί, ἄρρωστοι, «ἐλαττωματικοί», ποὺ ὡστόσο τὸ ἐλάττωμά τους , ἀντὶ νὰ τοὺς ἐμποδίζει, τοὺς διευκολύνει νὰ ὀνειρεύονται ἐνῶ πνίγονται («La luna doppia»), ἄλλες φορὲς καβάλα στὰ καπούλια τῆς σκιᾶς τους(«L’ ombra a forma di cavallo») κι ἄλλες πάλι ἀνοίγοντας μιὰ τρύπα στὴν ὀροφὴ τῆς παράγκας τους («Il buco nel tetto»). Τέλος, ἄνθρωποι κακοί, σχεδὸν τερατόμορφοι, ποὺ εἶναι καταρχὴν θύματα τῆς δικῆς τους κακίας καὶ μιζέριας, ἐν συνεχείᾳ πέφτουν θύματα τῆς δηκτικῆς καὶ ἀνελέητης πένας τοῦ Μαλέρμπα («La maiala»).
Ὁ Λουίτζι Μαλέρμπα παίζει μὲ τὶς λέξεις καὶ τὶς φράσεις γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει ἐντέλει μιὰ σειρὰ ἀπὸ σύντομα, σχεδὸν ἀστραπιαῖα διηγήματα, τὰ ὁποῖα μᾶς ἀποκαλύπτουν τὸ πῶς οἱ ἀμφισημίες τῆς γλώσσας μποροῦν νὰ κρύψουν ἕναν ὁλόκληρο κόσμο παράλογων καταστάσεων καὶ ξεκαρδιστικῶν χαρακτήρων.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Ziliotto, «Gandolfi e Allegra» γιὰ τὸ βιβλίο τοῦ Μαλέρμπα Testa d’ argento, 1988, στὸ Oggi, il racconto (Σήμερα, τὸ διήγημα),1990.
(2) Ἄρθρο τοῦ Οὐμπέρτο Ἔκο στὴν ἐφημερίδα La Repubblica: «La geniale arte della menzogna» («Ἡ εὐφυὴς τέχνη τοῦ ψεύδους»), 8 Ὀκτωβρίου 2009.
(3) Βάλτερ Πεντουλά, «Malerba fa il vuoto» («Ὁ Μαλέρμπα δημιουργεῖ τὸ κενό») στὸ La narrativa italiana contemporanea 1940/1990 (Ἡ σύγχρονη ἰταλικὴ πεζογραφία 1940/1990), Tascabili Economici Newton, 1995.
(4) Ἄρθρο τοῦ Πάολο Μάουρι στὴν ἐφημερίδα La Repubblica «E morto lo scrittore Luigi Malerba maestro di realta deformate» («Πέθανε ὁ συγγραφέας Λουίτζι Μαλέρμπα μαέστρος τῆς παραμορφωμένης πραγματικότητας»), 8 Μαΐου 2008.
Ἀντωνία Πασχαλίδου. Σπούδασε Ἀγγλικὴ Φιλολογία στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Ἀθήνας καὶ Ἰταλικὴ Γλώσσα καὶ Μετάφραση στὸ Ἰταλικὸ Ἰνστιτοῦτο τῆς ἴδιας πόλης. Ἐπίσης Μετάφραση στὸ Ε.ΚΕ.ΜΕ.Λ κατὰ τὴ διετία 2004-2006. Ἐργάζεται στὴν Πρωτοβάθμια Ἐκπαίδευση καὶ ὡς μεταφράστρια.
Filed under: ΑΝΑΦΟΡΕΣ,Πασχαλίδου Αντων.,Malerba Luigi | Tagged: Αντωνία Πασχαλίδου,Luigi Malerba |