Ἔιμι Λ. Κλάρκ (Amy L. Clark): Ἀγαπητὲ κύριε Πρόεδρε

.

.

Ἔιμι Λ. Κλάρκ (Amy L. Clark)

 .

Ἀγαπητὲ κύριε Πρόεδρε

(Dear Mr. President)

.

Ἀ­γα­πη­τὲ κύ­ρι­ε Πρό­ε­δρε,

       Ἀ­μέ­σως μό­λις πέ­ρα­σες ἕ­να-ἕ­να τὰ δά­χτυ­λά σου μέ­σα ἀ­πὸ τὰ μαλ­λιὰ ἀ­κρι­βῶς πά­νω ἀ­πὸ τὸ αὐ­τί μου, ἄρ­χι­σες νὰ μι­λᾶς γιὰ Κοι­νω­νι­κὴ Ἀ­σφά­λι­ση, ἀλ­λὰ ἐ­γὼ δὲν μπο­ρῶ νὰ ξε­χά­σω τὸ γε­γο­νὸς πὼς εἶ­σαι 35 χρό­νια πιὸ με­γά­λος ἀ­πὸ μέ­να. Ἀ­κό­μα καὶ στὸ ὄ­νει­ρό μου γνω­ρί­ζω πὼς εἶ­ναι πο­λὺ πιὸ πι­θα­νὸν νὰ ὠ­φε­λη­θεῖς ἐ­σὺ ἀ­πὸ ὅ­λες τὶς πο­λι­τι­κὲς ποὺ προ­ω­θεῖς πα­ρὰ ἐ­γώ. Τὸ Βιά­γκρα, μο­λο­νό­τι ὑ­πέ­ρο­χο γιὰ τὴ σχέ­ση μας, δὲν μπο­ρεῖ νὰ κρύ­ψει τὸ γε­γο­νὸς πὼς ἄρ­χι­σα νὰ δου­λεύ­ω σὲ ἡ­λι­κί­α 14 ἐ­τῶν καὶ ἀ­κό­μα δὲν πι­στεύ­ω πὼς θὰ μπο­ρέ­σω νὰ συν­τα­ξι­ο­δο­τη­θῶ προ­τοῦ πε­θά­νω ἐ­γὼ ἢ ἀ­να­τι­να­χτεῖ ὁ πλα­νή­της ἐκ τῶν ἔ­σω.

       Ξέ­ρω πὼς δὲν θὰ εἶ­χες γκρι­ζά­ρει ἂν δὲν εἶ­χες τό­σες τε­ρά­στι­ες κα­θη­με­ρι­νὲς εὐ­θύ­νες. Καὶ ναί, ὄν­τως ἡ ἰ­σχύς σου μὲ προ­σέλ­κυ­σε ἀρ­χι­κὰ κον­τά σου. Ἀλ­λὰ ἄ­κου τοὺς λό­γους γιὰ τοὺς ὁ­ποί­ους πρέ­πει νὰ δι­α­κό­ψου­με: με­τὰ τὴν 11η Σε­πτεμ­βρί­ου, ἄ­κου­σα πολ­λοὺς συ­νο­μή­λι­κούς σου νὰ πα­ρο­μοιά­ζουν τὴν κα­τα­στρο­φὴ μὲ αὐ­τὴ στὸ Πὲρλ Χάρ­μπορ, μὲ τὴν ἔ­κρη­ξη στοὺς ἀ­με­ρι­κα­νι­κοὺς στρα­τῶ­νες στὴν Ἀ­φρι­κή, μὲ ὅ,τι ἔ­κα­ναν τὰ βομ­βαρ­δι­στι­κά μας στὴ Γι­ουγ­κοσ­λα­βί­α, μὲ τὸ Βι­ετ­νὰμ καὶ εἶ­πα: εἶ­μαι 21 ἐ­τῶν. Δὲν μοῦ θυ­μί­ζει τί­πο­τα. Τὰ μαλ­λιά μου γκρι­ζά­ρι­σαν ἔ­τσι κι ἀλ­λι­ῶς.

       Μέ­σα στὴ σε­ξου­α­λι­κή μου φαν­τα­σί­ω­ση, τὴν ὥ­ρα ποὺ εἴ­μα­στε καὶ οἱ δυ­ὸ γυ­μνοὶ καὶ τὸ στό­μα μου ἔ­χει κα­λύ­ψει τὴν ἀ­ρι­στε­ρή σου θη­λή, σὲ ρω­τά­ω γιὰ τε­λευ­ταί­α φο­ρά: ποι­ό εἶ­ναι τὸ ἀν­τί­θε­το τοῦ θα­νά­του καὶ τῆς κα­τα­στρο­φῆς; Ἐ­πει­δὴ δὲν εἶ­μαι σί­γου­ρη, ἀλ­λὰ δὲν πι­στεύ­ω πὼς μα­ζί σου πρό­κει­ται γιὰ σέξ. Οὔ­τε γιὰ τί­πο­τε ἄλ­λο. Ὄ­χι ἀ­πό­ψε. Ὄ­χι στὸ ὄ­νει­ρό μου.

       Εἰ­λι­κρι­νὰ δι­κή σου,

Ἔι­μι

  .

.

Πηγή: Ἀ­πὸ τὴ συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των Bre­vi­ty & E­cho, An An­tho­lo­gy of Short Short Sto­ri­es, Be­ckel, A­bi­gail and Kath­leen Roo­ney, eds. Brook­line, MA: Ro­se Me­tal Press, 2006.

 .

Ἔι­μι Λ. Κλάρκ (Amy L. Clark). Δι­δά­σκει δη­μι­ουρ­γι­κὴ γρα­φή. Ἔ­λα­βε τὸν με­τα­πτυ­χια­κὸ τίτ­λο της στὴ Δη­μι­ουρ­γι­κὴ Γρα­φὴ ἀ­πὸ τὸ κο­λέ­γιο Ἔ­μερ­σον τὸ 2004, ὅ­που καὶ τῆς ἀ­πο­νε­μή­θη­κε τὸ βρα­βεῖ­ο γιὰ μὴ μυ­θο­πλα­στι­κὴ γρα­φή. Ἔ­χει δη­μο­σι­εύ­σει πολ­λὰ δι­η­γή­μα­τα σὲ λο­γο­τε­χνι­κὰ πε­ρι­ο­δι­κά. Ζεῖ στὸ Τζα­μά­ι­κα Πλέ­ιν, δι­δά­σκει στὸ Κέ­ιμ­πριτζ καὶ ζεῖ στὴ Βο­στό­νη. Ἤ­θε­λε πάν­το­τε νὰ γί­νει ἀ­στρο­ναύ­της.

 .

Με­τά­φρα­ση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:

Βα­σί­λης Μα­νου­σά­κης (Ἀ­θή­να, 1972). Ποι­η­τής, δι­η­γη­μα­το­γρά­φος, με­τα­φρα­στής. Ἔ­χει δι­δα­κτο­ρι­κὸ στὴν Ἀ­με­ρι­κα­νι­κὴ Ποί­η­ση. Δι­δά­σκει στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Κύ­πρου. Ἔ­χει δη­μο­σι­εύ­σει τὴν ποι­η­τι­κὴ συλ­λο­γὴ Μιᾶς Στα­γό­νας Χρό­νος (Ἐκ­δό­σεις Πλα­νό­διον, 2009) καὶ τὴ συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των Ἀν­θρώ­πων Ὄ­νει­ρα (Ἐκ­δό­σεις Ἀντ. Στα­μού­λη, 2010). Ποι­ή­μα­τα καὶ δο­κί­μιά του ἔ­χουν δη­μο­σι­ευ­τεῖ σὲ πολ­λὰ λο­γο­τε­χνι­κὰ πε­ρι­ο­δι­κὰ τῆς Ἑλ­λά­δας καὶ τοῦ ἐ­ξω­τε­ρι­κοῦ.

.