Ἄλλεν Γούντμαν (Allen Woodman)
Ὁ πωλητὴς τῶν ἀμπαζούρ
(The Lampshade Vendor)
Ο ΣΚΗΝΙΚΟ ἦταν χαρακτηριστικό. Ἡ πόρτα ἦταν ἀνοιχτή. Ἦταν καλοκαίρι. Ἡ τηλεόραση ἔπαιζε.
Ἕνας ἀσπρομάλλης ἄντρας μὲ μαῦρο, ξεθωριασμένο σμόκιν ἦρθε στὴν πόρτα πουλώντας ἀμπαζούρ. Ἦταν ἕνας ἀριστοκρατικὸς ἄντρας ποὺ εἶχε μεταμορφωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀπώλεια τῶν χεριῶν του. Σήκωσε ἕνα ἀμπαζοὺρ μὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς μεταλλικούς του γάντζους. «Νὰ σοῦ πουλήσω ἕνα καινούριο ἀμπαζούρ;»
Τὸ ἀμπαζοὺρ δὲν μοῦ ἄρεσε. Ποτὲ δὲν εἶχα ἀσχοληθεῖ μὲ τὰ ἀμπαζοὺρ ποὺ εἶχα ἤδη. Ἀναρωτήθηκα πῶς ἔχασε τὰ χέρια του. Προσπάθησα νὰ ἀνοίξω κουβέντα. «Χθὲς κάποιος χτύπησε τὴν πόρτα καὶ πουλοῦσε σφουγγαρίστρες καὶ σκοῦπες. Τὸν ξέρεις;»
Ἔβαλε τὸ ἀμπαζοὺρ πίσω στὸ καρότσι του. «Καμία σχέση. Ἐγὼ πουλάω ἀμπαζούρ. Θέλεις ἕνα;»
Πάντα μοῦ ἄρεσαν οἱ ἀνθρώπινες δραστηριότητες ποὺ ἦταν παλιομοδίτικες. Τὸν ρώτησα πόσο καιρὸ πουλοῦσε ἀμπαζούρ.
«Πρὶν ἀπὸ δεκαπέντε χρόνια εἶχα μιὰ παράσταση σὲ ὅλα τα μεγάλα πανηγύρια, ἕνα τσίρκο μὲ ψύλλους. Μὲ χτύπησε σκληρὰ ἡ ὑγιεινὴ καὶ ἡ καλαισθησία.»
«Κάποτε εἶχα δεῖ ἕνα τσίρκο ψύλλων, ἀλλὰ κανεὶς δὲν μὲ πιστεύει», τοῦ εἶπα. «Τὸ κρατάω γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Θὰ ὁρκιζόμουν, ὅμως, ὅτι θυμᾶμαι ἕναν μικροσκοπικὸ γάμο ψύλλων καὶ ἕναν ψύλλο ποὺ ἔκανε ποδήλατο.»
«Εἶχα ἕνα μικρὸ τραπέζι γιὰ σκηνή, καὶ μόνο λίγες καρέκλες γιὰ τὸ κοινό. Εἶχα ἕνα νούμερο μπαλέτου, ἕνα σχοινοβάτη καὶ ἕναν ἀγώνα τραίνων μὲ βαγόνια. Τὸ μυστικὸ ἦταν στοὺς ψύλλους τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι οἱ μόνοι ποὺ ἔχουν τὴ δύναμη νὰ τραβήξουν καὶ νὰ σπρώξουν μὲ τὰ πίσω πόδια τους. Οἱ ψύλλοι μου ἦταν ἀπίστευτοι. Τί ἀντοχή! Μποροῦσαν νὰ δώσουν ἑκατοντάδες παραστάσεις κάθε μέρα καὶ νὰ συνεχίζουν γιὰ ἑβδομάδες. Στὸ τέλος τῆς παράστασής μου, σήκωνα τὸ μανίκι μου καὶ καλοῦσα τὸ θίασό μου νὰ δειπνήσει.» Ὁ ἄντρας σήκωσε ψηλὰ τοὺς γάντζους ἀπὸ χρώμιο.
«Διάβασα ὅτι στὸ Μεξικὸ ἡ Ἐκκλησία στήριζε τὴν τέχνη μὲ ψύλλους», εἶπα. «Οἱ καλόγριες ἔφτιαχναν καὶ πουλοῦσαν μινιατοῦρες τῶν Σταθμῶν τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ μὲ σώματα ψόφιων ψύλλων καὶ ἄχρηστα ὑλικά. Χάρη στοὺς ψύλλους, δὲν χρειάστηκε νὰ σκαλίσουν ἀνθρώπινες φιγοῦρες.»
«Εἶχα ἕναν ψύλλο», εἶπε μὲ σιγανὴ φωνή. «Τὸν εἶχα σὰν κατοικίδιο. Ἦταν ὁ μόνος ποὺ ἄφηνα νὰ ρουφήξει ἀπὸ τὴν παλάμη μου. Τὸν ἔδενα σὲ μιὰ χρυσὴ ἁλυσίδα ποὺ δὲν ἦταν μακρύτερη ἀπὸ τὸ δάχτυλό σου. Στὴν ἄκρη τῆς ἁλυσίδας εἶχα δέσει μιὰ τέλεια σχηματισμένη χρυσὴ ἅμαξα γιὰ νὰ τὴ σέρνει.»
Νόμιζα ὅτι εἶχα δεῖ τὰ πάντα. Ὅμως, ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μιλοῦσε γιὰ αὐτὸν τὸν ψύλλο-κατοικίδιο καὶ τὴν τέλεια χρυσὴ ἅμαξα, μὲ ἔβαλε σὲ σκέψεις. «Ναί», εἶπα ὑψώνοντας τὴ φωνή μου, «πιστεύεις ὅτι μπορεῖς νὰ μοῦ ξαναμιλήσεις γιὰ αὐτό;»
Μὲ κοίταξε. «Ὄχι», εἶπε προσεκτικά. «Μοῦ εἶναι δύσκολο νὰ τὸ θυμᾶμαι.»
Προσπάθησα νὰ σκεφτῶ μιὰ πρέπουσα ἀπάντηση. «Καταλαβαίνω», εἶπα τελικά.
Ὁ ἄντρας ἔτριψε ἕναν ἀπὸ τοὺς μεταλλικοὺς γάντζους στὸ δέρμα κάτω ἀπὸ τὸ πηγούνι του. «Περίμενε μιὰ στιγμή», εἶπε. «Φέρε μου κάτι νὰ γράψω».
Πῆρε ἕνα κάτασπρο ἀμπαζούρ. Ἔβαλα ἕνα στυλὸ στὸν ἀριστερό του γάντζο. Ἦταν ἕνα μαρκαδοράκι ποὺ εἶχα ξεχάσει νὰ ἐπιστρέψω στὸν ὑπάλληλο ὅταν ἔγραψα μιὰ ἐπιταγὴ στὴν A&P.
Ζωγράφισε ὁλόκληρο τὸ τσίρκο ψύλλων στὸ ἀμπαζούρ, τὸν γάμο, τὸν σχοινοβάτη καὶ ἕνα μπαλέτο ψύλλων. Ζωγράφισε σκηνὲς γιὰ τὶς ὁποῖες δὲν εἴχαμε κὰν μιλήσει. Στὸ τέλος ζωγράφισε κάτι ποὺ ἤξερα ὅτι ἦταν ὁ ψύλλος μὲ τὴ χρυσὴ ἁλυσίδα, ἀφοῦ καθόταν πάνω στὴν παλάμη ἑνὸς χεριοῦ. Τὸ χέρι ἦταν τέλειο.
Ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸ προσπαθοῦσα νὰ ἐξηγήσω σὲ διάφορους γιατί ἀγόρασα τὸ ἀμπαζούρ. Μετὰ ἀπὸ λίγο, μετέφερα τὴ λάμπα δίπλα στὸ κρεβάτι μου καὶ ἔκλεισα τὴν πόρτα τοῦ δωματίου.
Δραματοποίηση:
Συντελεστές: Ταινία τῶν Thomas Backer καὶ David Reppond. Παίζουν οἱ T.R. Richards καὶ Vaughn Greditzer.
Πηγή: Ἀπὸ τὴ συλλογὴ διηγημάτων Thomas, James, Denise Thomas and Tom Hazuka, eds., Flash Fiction – 72 very short stories, New York, London: W.W. Norton & Company, 1992.
Ἄλλεν Γούντμαν (Allen Woodman). Διευθύνει τὸ πρόγραμμα Δημιουργικῆς Γραφῆς στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Ἀριζόνα. Γράφει βιβλία γιὰ παιδιὰ καὶ διηγήματα μὲ χαρακτηριστικοὺς χαρακτῆρες τοῦ ἀμερικανικοῦ νότου. Διηγήματά του ἔχουν δημοσιευτεῖ σὲ πολλὰ λογοτεχνικὰ περιοδικά.
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:
Σμαράγδα Γκέτσου (Ἀθήνα, 1980). Ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές της στὴ Μετάφραση καὶ τὴ Διερμηνεία στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Στρασβούργου τὸ 2004. Ἔκτοτε 2004 ἐργάζεται ὡς ἐλεύθερη ἐπαγγελματίας στὴ μετάφραση.
♠ ♥ ♠
Ἡ τυρρανία τῶν ὄντων
καὶ ἡ διασκέδαση ὡς ἐφιάλτης
Τὸ παράξενο διήγημα τοῦ Ἄλλεν Γούντμαν, στὸ ὁποῖο ὁ ἀόρατος στὸ μάτι κόσμος τοῦ μικροῦ ἀποτυπώνεται συμβολικὰ στὸ ἀμπαζοὺρ μιᾶς ἡλικιωμένης ἀπὸ τὴν μυστηριώδη φιγούρα ἑνὸς ἐκπαιδευτὴ ψύλλων ποὺ ἡ ἀπώλεια τῶν χεριῶν του τὸν ἔκανε νὰ ἀλλάξει ἐπάγγελμα, μᾶς προκάλεσε τὴν περιέργεια νὰ δοῦμε μὲ τὰ μάτια μας ἀπὸ κοντὰ αὐτὰ τὰ ταλαιπωρημένα ὀντάρια. Στὰ δύο βίντεο ποὺ ἀκολουθοῦν (τὸ δεύτερο μιὰ ἱστορικὰ ἐνδιαφέρουσα λήψη τοῦ 1956 στὴν Κοπενγχάγη) μπορεῖ νὰ δεῖ κανεὶς τὸ ἀνεστραμμένο εἴδωλο τοῦ παραδοσιακοῦ τσίρκου: ὄχι πιὰ ἐκπαιδευμένους ἐλέφαντες ἢ λιοντάρια ἀλλὰ θηρία τσέπης σχεδὸν ἀόρατα στὸ μάτι νὰ ὑπακούουν ἐξίσου ὑποτακτικὰ στὰ κελεύσματα τοῦ ἐκπαιδευτῆ τους· οὔτε τὸ κομβόι τῶν φορτηγῶν ποὺ μεταφέρουν τὰ δύστυχα ζῶα καὶ τὸ «ὑπηρετικό» τους προσωπικό: τὸ τσίρκο τοῦ έκπαιδευτῆ ψύλλων χωρᾶ στὸ βαλιτσάκι τοῦ πλανόδιου πλασιέ. Ἡ παράσταση τελειώνει, τὸ μαγαζὶ κλείνει κι ὁ θιασάρχης παίρνει τὸ λεωφορείο γιὰ τὴν ἄλλη γειτονιά.
Ἡ ἐλπίδα κάποιων ὅτι ἡ νανοτεχνολογία θὰ δώσει μιὰ νέα εὐκαιρία στὸ παλιὸ καὶ ἀπερχόμενο πλέον ἐπάγγελμα τοῦ ἐκπαιδευτῆ ψύλλων μᾶς φαίνεται ἀποκρουστική. Ἡ καλόγρια τοῦ Μεξικοῦ ποὺ κατέστρεφε τὰ μάτια της προκειμένου νὰ φτιάξει κουστούμια ἐποχῆς καὶ νὰ ντύσει μὲ αὐτὰ τὰ κουφάρια τῶν μικροσκοπικῶν ἐντόμων δὲν εἶναι τὸ ἀντίστοιχο τοῦ ἀσιάτη μικρογράφου μοναχοῦ ποὺ χαράζει τὸ ποίημά του σ’ ἕναν κόκκο ρυζιοῦ. Στὴν ποιητική χειρονομία τοῦ τελευταίου ταιριάζει, ὅπως καὶ στὴ νανοτεχνολογία, ἡ κοσμολογικὴ ἀρχὴ τῆς ἑνότητας τῶν ἀντιθέτων, ἡ ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὡυτή τοῦ σκοτεινοῦ Ἐφεσίου… Ἀλλὰ ἡ τυραννία τῶν ὄντων ποὺ ἐπιβάλλει ὁ ἄνθρωπος εἴτε στὸ μικρὸ εἴτε στὸ μεγάλο τσίρκο τῆς διασκέδασης, εἶναι ὁ ἐφιάλτης ποὺ φέρει τὸ ψευδώνυμο τῆς ψυχαγωγίας: “C’est la Flea” [ ?]. Ἡ σωστὴ θέση τοῦ ἀμπαζοὺρ μὲ τὴ ζωφόρο τοῦ τσίρκου τῶν ψύλλων εἶναι, ὅπως στὸ διήγημα τοῦ Γούντμαν, στὸ κομοδίνο δίπλα στὸ προσκεφάλι τοῦ ὕπνου.
[γπ]
Filed under: Αγγλικά,Γκέτσου Σμαράγδα,ΔΡΑΜΑΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ,Διδακτισμός,Κοινωνικοί κώδικες,Νοσήματα,Ρεαλισμός,Φύση-Ζώα,Woodman Allen | Tagged: Allen Woodman,Αμερικανικό διήγημα,Σμαράγδα Γκέτσου | Τὰ σχόλια στὸ Ἄλλεν Γούντμαν (Allen Woodman): Ὁ πωλητὴς τῶν ἀμπαζούρ ἔχουν κλείσει