Μόρτεν Σίνεγκορ (Morten Søndergaard)
Δὲν τοῦ ἀρέσει
(Han kan ikke lide det)
ΕΝ ΤΟΥ ΑΡΕΣΕΙ, συμβαίνει ὅταν ξυπνάει τὸ πρωί, ὅταν δὲν ὑπάρχει τίποτα ἂν ἁπλώσει τὸ χέρι του, ὅταν δὲν ὑπάρχει τίποτα νὰ κάνει. Μπορεῖ νὰ βλέπει τηλεόραση, ἢ ἁπλῶς νὰ κοιτάζει ἔξω ἀπ’ τὸ παράθυρο, μὰ ὅταν γυρίσει τὸ κεφάλι καὶ ἀποστρέψει τὸ βλέμμα, αὐτὸ ποὺ μόλις ἔβλεπε διαγράφει μιὰ κυκλικὴ τροχιὰ πάνω στὸν ἀμφιβληστροειδῆ. Ἀποστρέφει τὸ βλέμμα. Τὸ ἀποστρέφει καὶ τὸ γυρίζει. Αὐτὸ ποὺ βλέπει, δὲν λέει νὰ ἐξαφανισθεῖ, τὸ ὀπτικὸ πεδίο ἐπικάθεται βαρὺ σὰν κολλώδης οὐσία ποὺ ἔχει ξεραθεῖ, σὰν σφιχτὸ στρῶμα δέρματος, ποὺ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ διαπεράσει προκειμένου νὰ δεῖ κάτι καινούριο. Ὁ κόσμος μένει γαντζωμένος στὰ μάτια του, μέχρι τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ πιεῖ κάτι ἢ θὰ καπνίσει. Τότε εὐτυχῶς παύει, ὁ κόσμος γλιστράει λίγο παρακάτω, ὑπάρχουν μικροσκοπικὰ γλωσσίδια ποὺ τὰ μάτια μπήγουν στὰ ἰδωμένα, κι ἐκεῖνα γλιστροῦν παίρνοντας τὴ θέση τους στὸ μυαλό. Ἔτσι ἐκεῖνος μπορεῖ γιὰ παράδειγμα νὰ ἀτενίζει γιὰ ὦρες τὴν σκεπὴ τοῦ ἀπέναντι σπιτιοῦ, νὰ παρατηρεῖ πῶς τὸ χρῶμα ἀλλάζει ἀπὸ γκρὶ σὲ κίτρινο καὶ ροζέ. Μερικὲς φορὲς εἶναι λὲς καὶ δὲν εἶναι πλέον τὰ μάτια, αὐτὰ ποὺ βλέπουν, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ σκεπὴ ποὺ τελικὰ γλιστράει μέσα στὸ καθιστικὸ γιὰ νὰ ἐξετάσει τὸ πρόσωπό του σὰν ὀρθάνοιχτη κόρη.
Πηγή: Antologi af Dansk Kortprosa, Ἐπιμέλεια Jeppe Brixvold καὶ Hans Otto Jørgensen, Ἐκδόσεις Forfatterne og Dansklærerforeningen, 1998.
Morten Søndergaard (Κοπεγχάγη, 1964). Ποιητής, διηγηματογράφος, μυθιστοριογράφος, ἐκδότης λογοτεχνικῶν περιοδικῶν καὶ ἔχει μεταφράσει μεταξὺ ἄλλων ἔργα τοῦ Jorge Luis Borges. Πρώτη του ποιητικὴ συλλογή: Sahara i mine hænder (Ἡ Σαχάρα στὰ χέρια μου, 1992).
Μετάφραση ἀπὸ τὰ δανέζικα:
Εὔη Ξηρομερίτη (Ἀθήνα, 1979). Σπούδασε Μηχανικὸς Περιβάλλοντος στὸ Πολυτεχνεῖο τῆς Κρήτης. Μεταφράζει ἀπὸ τὰ ἀγγλικὰ καὶ τὰ δανέζικα. Ζεῖ καὶ ἐργάζεται στὴν Κοπεγχάγη.
Filed under: Αισθήματα-Πάθη,Ανάλυση,Δανέζικα,Ξηρομερίτη Εύη,Sondergaard Morten | Tagged: Δανέζικο διήγημα,Εύη Ξηρομερίτη,Λογοτεχνία,Morten Sondergaard | Τὰ σχόλια στὸ Morten Søndergaard: Δὲν τοῦ ἀρέσει ἔχουν κλείσει