Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki): Μιὰ συνέντευξη

 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki) 

 

Μιὰ συ­νέν­τευ­ξη 

στὸν Κων­σταν­τῖ­νο Πα­λαι­ο­λό­γο

γιὰ τὸ «Πλα­νό­διον-Ἱ­στο­ρί­ες Μπον­ζά­ι» 

 

Κ.Π.: Σᾶς ἔ­χω δι­α­βά­σει, ὑ­πῆρ­ξε ἡ πρώ­τη ἐ­πα­φή μου μὲ τὸ ἔρ­γο σας, σὲ μί­α συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των Ἀν­δα­λου­σια­νῶν συγ­γρα­φέ­ων. Ἔ­χε­τε συμ­πε­ρι­λη­φθεῖ, ἐ­πί­σης, σὲ ἀν­θο­λο­γί­ες Πε­ρου­βια­νῶν συγ­γρα­φέ­ων. Ἐ­πι­πλέ­ον, ἂν δὲν κά­νω λά­θος, ἔ­χε­τε γι­α­πω­νέ­ζι­κες καὶ ἰ­τα­λι­κὲς ρί­ζες. Ἀ­πὸ ποι­ά χώ­ρα εἶ­στε τε­λι­κά;

 

Φ.Ι.: Εἶ­μαι ἕ­νας Πε­ρου­βια­νὸς συγ­γρα­φέ­ας ποὺ γεν­νή­θη­κε στὴ Σε­βίλ­λη ὅ­ταν ἦ­ταν 23 ἐ­τῶν καὶ ὁ ὁ­ποῖ­ος, ἀ­κρι­βῶς ἐ­πει­δὴ ζεῖ στὴν Εὐ­ρώ­πη ἀ­να­κά­λυ­ψε τὴν ἀ­ξί­α τῶν κα­τα­βο­λῶν του. Τὴν παι­δι­κὴ ἡ­λι­κί­α κα­θὼς καὶ τὴν ἐ­φη­βεί­α μου τὶς ἔ­ζη­σα στὸ Πε­ρού, ὅ­που ἀ­πέ­κτη­σα τὶς ση­μαν­τι­κό­τε­ρες ἀ­πὸ τὶς γνώ­σεις μου. Πλὴν ὅ­μως, ἡ σύ­ζυ­γός μου εἶ­ναι ­σπα­νί­δα καὶ στὴν Ἱ­σπα­νί­α γεν­νή­θη­καν τὰ παι­διά μου· συ­νε­πῶς καὶ ἡ Ἱ­σπα­νί­α εἶ­ναι χώ­ρα μου. Ἡ Ἰ­α­πω­νί­α καὶ ἡ Ἰ­τα­λί­α εἶ­ναι γραμ­μέ­νες στὸ D­NA μου καὶ στὰ δι­α­βα­τή­ριά μου. Πλη­σιά­ζω ὅ­μως στα­δια­κὰ σὲ μιὰ ἡ­λι­κί­α κα­τὰ τὴν ὁ­ποί­α ἀρ­χί­ζω καὶ ἀ­να­ρω­τι­έ­μαι γιὰ πά­ρα πολ­λὰ πράγ­μα­τα σχε­τι­κὰ μὲ τὶς ρί­ζες μου καὶ γνω­ρί­ζω πὼς τὶς ἀ­παν­τή­σεις θὰ τὶς βρῶ στὴν Ἰ­α­πω­νί­α καὶ τὴν Ἰ­τα­λί­α. Ὡς ἐκ τού­του, εἶ­μαι ἀ­πὸ πολ­λὰ μέ­ρη καὶ ἀ­πὸ κα­νέ­να, ὅ­πως ὁ «N­o­w­h­e­r­e­m­an» τῶν B­e­a­t­l­es.

 

Κ.Π.: Μο­λο­νό­τι ἡ μι­κρὴ πε­ζο­γρα­φι­κὴ φόρ­μα, μυ­θο­πλα­στι­κὴ καὶ δι­δα­κτι­κὴ συ­νή­θως, μᾶς εἶ­ναι γνω­στὴ ἀ­πὸ τὸν Αἴ­σω­πο ἀ­κό­μη, εἶ­ναι γε­γο­νὸς ὅ­τι τὴν τε­λευ­ταί­α δε­κα­πεν­τα­ε­τί­α πα­ρα­τη­ροῦ­με μιὰ ἄν­θι­σή της σὲ ὁ­λό­κλη­ρο σχε­δὸν τὸν κό­σμο. Ποῦ κα­τὰ τὴ γνώ­μη σας ὀ­φεί­λε­ται τὸ φαι­νό­με­νο αὐ­τό;

 

Φ.Ι.: Σᾶς δι­α­βε­βαι­ῶ πὼς οἱ λό­γοι δὲν εἶ­ναι οὔ­τε οἰ­κο­νο­μι­κοὶ οὔ­τε ἐμ­πο­ρι­κοί· δὲν γνω­ρί­ζω κα­νέ­ναν συγ­γρα­φέ­α μι­κρο­δι­η­γη­μά­των ποὺ νὰ ἔ­χει λά­βει χρη­μα­τι­κὲς προ­κα­τα­βο­λὲς ἀ­νά­λο­γες μὲ ἐ­κεῖ­νες τῶν μυ­θι­στο­ρι­ο­γρά­φων. Λέ­νε οἱ ἑρ­μη­νευ­τὲς τῆς με­τα­νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τας ὅ­τι ζοῦ­με σὲ μιὰ ἐ­πο­χὴ ἐ­λα­φρό­τη­τας καὶ τα­χύ­τη­τας ποὺ εἶ­ναι πιὸ κα­τάλ­λη­λη γιὰ τὸ ἀ­πο­σπα­σμα­τι­κό. Κοι­τᾶ­τε ποὺ τώ­ρα θὰ βγά­λουν καὶ τὸν Ἀ­πολ­λό­δω­ρο με­τα­μον­τέρ­νο. Ἐ­γὼ θε­ω­ρῶ τὸν ἑ­αυ­τό μου μα­θη­τῆ τοῦ Ἀ­πολ­λό­δω­ρου, τοῦ Ἡ­σί­ο­δου καὶ τοῦ Αἰ­σώ­που, ἀλ­λὰ ἴ­σως νὰ τεί­νω πρὸς τὴ μι­νι­α­τού­ρα ἐ­ξαι­τί­ας τῆς γι­α­πω­νέ­ζι­κης κα­τα­γω­γῆς μου καὶ γι’ αὐ­τὸ γρά­φω πε­ζὰ χα­ϊ­κοὺ καὶ καλ­λι­ερ­γῶ δι­η­γή­μα­τα-μπον­ζά­ι.

 

Κ.Π.: Ὑ­πάρ­χει μιὰ πο­λὺ σπου­δαί­α λα­τι­νο­α­με­ρι­κά­νι­κη πα­ρά­δο­ση στὸ μι­κρο­δι­ή­γη­μα. Αἰ­σθά­νε­στε, ὑ­π’ αὐ­τὴ τὴν ἔν­νοι­α, συ­νε­χι­στὴς τοῦ ἔρ­γου συγ­γρα­φέ­ων ὅ­πως ὁ Μπόρ­χες, ὁ Κορ­τά­σαρ, ὁ Μον­τε­ρό­σο ἢ ὁ Λου­γό­νες, γιὰ νὰ ἀ­να­φερ­θοῦ­με μό­νο σὲ ὁ­ρι­σμέ­νες ἐμ­βλη­μα­τι­κὲς φυ­σι­ο­γνω­μί­ες;

 

Φ.Ι.: Ἀ­ναμ­φί­βο­λα. Ὅ­ταν ἄρ­χι­σα νὰ γρά­φω τὸ A­j­u­ar f­u­n­e­r­a­r­io, πρό­τυ­πό μου ἦ­ταν οἱ πο­λὺ σύν­το­μες ἀ­φη­γή­σεις τῶν Μπόρ­χες, Ἀ­ρε­ό­λα, Ντε­νέ­βι, Κορ­τά­σαρ, Μον­τε­ρό­σο, κα­θὼς καὶ τοῦ Χού­λιο Τό­ρι, ἑ­νὸς ἐ­ξαι­ρε­τι­κοῦ Με­ξι­κα­νοῦ συγ­γρα­φέ­α. Ὅ­μως κα­τ’ ἐ­ξο­χὴν πρό­τυ­πό μου ὑ­πῆρ­ξε ἡ Ἀν­θο­λο­γί­α φαν­τα­στι­κῆς λο­γο­τε­χνί­ας τῶν Μπόρ­χες, Μπι­ό­ι Κα­σά­ρες καὶ Σιλ­βί­να Ὀ­κάμ­πο.

 

Κ.Π.: Ἔ­χε­τε γρά­ψει πο­λυ­ά­ριθ­μα μι­κρο­δι­η­γή­μα­τα, δη­λα­δή, δι­η­γή­μα­τα ποὺ δὲν ξε­περ­νοῦν τὶς 20 μὲ 25 ἀ­ρά­δες. Ποι­ά εἶ­ναι, κα­τὰ τὴ γνώ­μη σας, τὰ ἰ­δι­αί­τε­ρα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὰ αὐ­τοῦ τοῦ εἴ­δους ὅ­σον ἀ­φο­ρᾶ τὴν πλο­κή, τοὺς χα­ρα­κτῆ­ρες, τὴν ἔκ­βα­ση κ.λπ.;

 

Φ.Ι.: Ἕ­να μι­κρο­δι­ή­γη­μα ἔ­χει ὡς στό­χο νὰ ἀ­φη­γη­θεῖ μιὰ ἱ­στο­ρί­α, ὡς ἐκ τού­του, μπο­ρεῖ νὰ ἔ­χει πλο­κή, ἀ­τμό­σφαι­ρα, χα­ρα­κτῆ­ρες. Αὐ­τὰ ὅ­μως ποὺ σὲ κα­μί­α πε­ρί­πτω­ση δὲν συ­νά­δουν μὲ τὸ μι­κρο­δι­ή­γη­μα εἶ­ναι οἱ μα­κρο­σκε­λεῖς ἀ­φο­ρι­σμοί, τὰ ποι­ή­μα­τα σὲ πε­ζὸ λό­γο, τὰ ἐ­κτε­νῆ ἀ­νέκ­δο­τα καὶ οἱ ἀμ­πε­λο­φι­λο­σο­φί­ες.

 

Κ.Π.: Σύμ­φω­να μὲ τὴν προ­σω­πι­κὴ ἱ­στο­σε­λί­δα σας, ἔ­χε­τε λά­βει μέ­ρος σὲ ἡ­με­ρί­δες μὲ θέ­μα τὰ πλε­ο­νε­κτή­μα­τα καὶ τὰ μει­ο­νε­κτή­μα­τα τῆς ψη­φι­ο­ποί­η­σης τῶν βι­βλί­ων. Γε­νι­κά, σᾶς βλέ­πω νὰ ἔ­χε­τε με­γά­λη ἐ­ξοι­κεί­ω­ση μὲ τὶς νέ­ες τε­χνο­λο­γί­ες. Πῶς βλέ­πε­τε τὸ μέλ­λον τῆς λο­γο­τε­χνί­ας σὲ συ­νάρ­τη­ση μὲ τὰ νέ­α μέ­σα τῆς ψη­φια­κῆς τε­χνο­λο­γί­ας καὶ τὴν ἄυ­λη γρα­φὴ τοῦ δι­α­δι­κτύ­ου;

 

Φ.Ι.: Εὐ­χα­ρι­στῶ γιὰ τὴν ἐ­ρώ­τη­ση, κα­θό­τι κυ­κλο­φο­ρεῖ στὸ Δι­α­δί­κτυ­ο μιὰ συ­νέν­τευ­ξη ποὺ δὲν ἀ­πο­τυ­πώ­νει μὲ ἀ­κρί­βεια τὶς ἀ­πό­ψεις μου. Τὸ μέλ­λον τῆς ἀ­νά­γνω­σης καὶ τῶν ἐκ­δό­σε­ων εἶ­ναι ψη­φια­κὸ καὶ ἴ­σως νὰ προ­λά­βω νὰ τὸ δῶ, ἀλ­λὰ ὄ­χι καὶ νὰ τὸ ἀ­πο­λαύ­σω ἐ­πει­δὴ ξέ­ρω ὅ­τι εἶ­μαι ἄ­χρη­στος καὶ ἀ­νί­κα­νος μὲ τὴν ψη­φια­κὴ τε­χνο­λο­γί­α. Βέ­βαι­α, ἄλ­λο πράγ­μα εἶ­ναι ἡ λο­γο­τε­χνί­α καὶ ἄλ­λο, πο­λὺ δι­α­φο­ρε­τι­κό, ἡ φόρ­μα, ἔν­τυ­πη ἢ ἠ­λε­κτρο­νι­κή, τοῦ λο­γο­τε­χνι­κοῦ ἔρ­γου. Ἡ τυ­πο­γρα­φί­α λει­τούρ­γη­σε πο­λὺ κα­λὰ ἀ­πὸ τὸν 15ο αἰ­ώ­να καὶ εἶ­ναι σί­γου­ρο ὅ­τι τὰ ψη­φια­κὰ μέ­σα θὰ λει­τουρ­γή­σουν πο­λὺ κα­λὰ ἀ­πὸ τώ­ρα καὶ στὸ ἑ­ξῆς, ἀλ­λὰ δὲν πι­στεύ­ω ὅ­τι ἡ λο­γο­τε­χνί­α θὰ ἀλ­λά­ξει ὡς συ­νέ­πεια τῆς ἀλ­λα­γῆς στὴ φόρ­μα της. Δη­λα­δή, ἡ Ἰ­λιά­δα θὰ πα­ρα­μεί­νει ἴ­δια εἴ­τε σὲ πά­πυ­ρο εἴ­τε σὲ i­P­ad. Ὁ κίν­δυ­νος γιὰ τὴν Ἰ­λιά­δα δὲν εἶ­ναι ἡ Α­p­p­le ἀλ­λὰ ὁ Μπρὰντ Πίτ.

 

 

Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.

 

Φερ­νάν­το ­γου­α­σά­κι (F­e­r­n­a­n­do I­w­a­s­a­ki) (Λί­μα, 1961). M­έ­νει μό­νι­μα στὴ Σε­βίλ­λη ἀ­πὸ τὸ 1985. Ἔ­χει γρά­ψει τὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Li­bro de mal a­mor (2001) καὶ Negui­jón (2005) καὶ τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των In­qui­si­cio­nes pe­ru­a­nas (1997), Un mi­la­gro in­fo­r­mal (2003), A­ju­ar fu­ne­ra­rio (2004), He­lar­te de a­mar y o­tras hi­­sto­­ri­as de ci­encia-fic­ción (2006), E­spa­ña a­par­ta de mí e­stos pre­mi­os (2009). Στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ κυ­κλο­φό­ρη­σε ἀ­πὸ τὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Θερ­βάν­τες τὸ δι­ή­γη­μά του «Ἡ Ἱ­σπα­νί­δα ὅ­ταν φι­λά­ει».

Ἱστοσελίδα: http://www.fernandoiwasaki.com

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τί­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να, 1963). Δι­δά­κτο­ρας Ἰ­σπα­νι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Γρα­νά­δας. Δι­δά­σκει Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο καὶ Ἱ­σπα­νι­κὴ Γλώσ­σα στὸ Δι­δα­σκα­λεῖ­ο Ξέ­νων Γλωσ­σῶν τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Ἀ­θη­νῶν. Με­τα­φρα­στὴς πολ­λῶν ἔρ­γων ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κά.

 

Φω­το­γρα­φί­α: Ὁ Κων­στα­ντῖνος Πα­λαιο­λό­γος μὲ τὸν Φερ­νά­ντο Ἰγουα­σά­κι τὴν 1η Ὀκτω­βρί­ου 2010 στὴν Τε­χνό­πο­λη τῶν Ἀθηνῶν κατὰ τὴν πα­ρου­σί­α­ση τοῦ ἰα­πω­νο­πε­ρου­βια­νοῦ συγ­γρα­φέα στὸ πλαί­σιο τοῦ 2ου φε­στιβὰλ ἰβη­ρο­α­μερι­κα­νικῆς λο­γο­τε­χνί­ας.

 

*******

 

[Ἡ συ­νέ­ντευ­ξη στὸ ἱσπανόγραπτο πρω­τό­τυ­πο:
 
Konstantinos Paleologos: Le he leído, fue mi primer contacto con su obra, en una colección de cuentos de autores andaluces. Ha sido incluido también en antologías de escritores peruanos y, si no me equivoco, es de ascendencia japonesa e italiana. Usted ¿de qué país es al final?
Fernando Iwasaki: Soy un escritor peruano que nació en Sevilla cuando tenía 23 años, y que precisamente por vivir en Europa descubrió el valor de sus raíces. Mi infancia y adolescencia transcurrieron en el Perú, donde hice lo mejor de mis aprendizajes. Sin embargo, mi esposa es española y en España nacieron mis hijos, así que también España es mi país. Japón e Italia están impresos en mis DNIs y en mis pasaportes, pero estoy llegando a una edad en la que me formulo demasiadas preguntas acerca de mis orígenes, y sé que las respuestas las voy a encontrar en Japón e Italia. Por lo tanto, soy de varios sitios y de ninguno, como el «Nowhereman» de los Beatles.
 
Konstantinos Paleologos: A pesar de que el minicuento, con fines narrativos o didácticos la mayoría de las veces, nos es conocido desde Esopo, es cierto que los últimos quince años se cultiva con relativo éxito en casi todo el mundo. ¿A qué se debe, según su opinión, este fenómeno?  
Fernando Iwasaki: Juro que la razón no es ni económica ni comercial, porque no sé de ningún escritor de microrrelatos que haya recibido adelantos dignos de un novelista. Dicen los intérpretes de la posmodernidad, que vivimos en una época de levedad y rapidez más propicia para el fragmento. Mire por dónde, resulta que Apolodoro era posmoderno. Yo me considero un discípulo de Apolodoro, Hesíodo y Esopo, aunque a lo mejor propendo a la miniatura por mi ascendencia japonesa y así escribo haikus en prosa y cultivo cuentos bonsái.
 
Konstantinos Paleologos: Existe una tradición hispanoamericana muy potente en el minicuento. ¿Se siente, en este aspecto, deudor de escritores como Borges, Cortázar, Monterroso o Lugones, por citar algunos de los escritores más emblemáticos?
Fernando Iwasaki: Sin duda. Cuando comencé a escribir Ajuar funerario, mis modelos eran las brevísimas narraciones de Borges, Arreola, Denevi, Cortázar, Monterroso y Julio Torri, un narrador mexicano extraordinario, pero mi modelo por excelencia fue la Antología de la literatura fantástica compilada por Borges, Bioy Casares y Silvina Ocampo.
 
Konstantinos Paleologos: Ha escrito numerosos minicuentos, es decir, cuentos que no superan los 20-25 renglones. Según su punto de vista ¿cuáles son las características particulares de este género en lo referente a la trama, los personajes, el desenlace, etc.?
Fernando Iwasaki: Un microrrelato tiene que contar una historia, por lo tanto, puede tener tramas, atmósferas y personajes. Más bien, lo que de ninguna manera puede ser un minicuento son los aforismos largos, los poemas en prosa, los chistes desarrollados y las divagaciones proto-filosóficas.
 
Konstantinos Paleologos: Según su web oficial, ha participado en encuentros en los que se debaten los pros y los contras de la digitalización de los libros, en general le veo muy familiarizado con las nuevas tecnologías. ¿Qué piensa del futuro de la literatura en relación con los nuevos medios y soportes que van surgiendo?
Fernando Iwasaki: Gracias por la pregunta, ya que circula por la red una entrevista que no recoge mi parecer con exactitud. El futuro de la lectura y la edición es digital y quizás alcance a verlo, pero no a disfrutarlo porque sé que soy un inútil y un discapacitado digital. Ahora bien, una cosa es la literatura y otra muy distinta el soporte a través del cual accedemos a la literatura. La imprenta ha funcionado muy bien desde el siglo XV y seguro que los medios digitales funcionarán muy bien de ahora en adelante, mas no creo que la literatura cambie como consecuencia del cambio de soporte. Es decir, que La Ilíada seguirá siendo la misma en un papiro que en un iPad. El peligro para La Ilíada no es Apple, sino Brad Pitt.  ]
 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki): Ἡ Ἡμέρα τῆς Κρίσεως

 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki)

 

Ἡμέρα τῆς Κρίσεως

(Juicio Final)

 

ΙΑΤΙ μὲ κα­τα­δι­κά­ζεις», ρώ­τη­σα τὸν ἄγ­γε­λο, «ἀ­φοῦ ἔ­δω­σα στὸν δι­ψα­σμέ­νο νὰ πι­εῖ καὶ στὸν πει­να­σμέ­νο νὰ φά­ει;» Καὶ ὁ ἄγ­γε­λος σή­κω­σε τὸ κε­φά­λι του καὶ κά­τω ἀ­πὸ τὶς χρυ­σὲς μποῦ­κλες του ἀ­να­κά­λυ­ψα τὸ ἀ­να­ψο­κοκ­κι­νι­σμέ­νο ἀ­πὸ τὴν ὀρ­γὴ πρό­σω­πο τῆς μη­τέ­ρας μου.

  

 

Πηγή: Ajuar funerario (Νεκρικὰ προικιά), Páginas de Espuma, Μαδρίτη, 2004

 

Φερ­νάν­το ­γου­α­σά­κι (F­e­r­n­a­n­do I­w­a­s­a­ki) (Λί­μα, 1961). M­έ­νει μό­νι­μα στὴ Σε­βίλ­λη ἀ­πὸ τὸ 1985. Ἔ­χει γρά­ψει τὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Li­bro de mal a­mor (2001) καὶ Negui­jón (2005) καὶ τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των In­qui­si­cio­nes pe­ru­a­nas (1997), Un mi­la­gro in­fo­r­mal (2003), A­ju­ar fu­ne­ra­rio (2004), He­lar­te de a­mar y o­tras hi­­sto­­ri­as de ci­encia-fic­ción (2006), E­spa­ña a­par­ta de mí e­stos pre­mi­os (2009). Στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ κυ­κλο­φό­ρη­σε ἀ­πὸ τὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Θερ­βάν­τες τὸ δι­ή­γη­μά του «Ἡ Ἱ­σπα­νί­δα ὅ­ταν φι­λά­ει».

Ἱστοσελίδα: http://www.fernandoiwasaki.com

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τί­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να, 1963). Δι­δά­κτο­ρας Ἰ­σπα­νι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Γρα­νά­δας. Δι­δά­σκει Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο καὶ Ἱ­σπα­νι­κὴ Γλώσ­σα στὸ Δι­δα­σκα­λεῖ­ο Ξέ­νων Γλωσ­σῶν τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Ἀ­θη­νῶν. Με­τα­φρα­στὴς πολ­λῶν ἔρ­γων ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κά.

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki): Ἡμέρα τῶν νεκρῶν

 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki)

 

Ἡμέρα τῶν νεκρῶν  

(Día de difuntos)

 

ΤΑΝ ἔ­φτα­σα στὸ νε­κρο­το­μεῖ­ο, συ­νάν­τη­σα τὴ μη­τέ­ρα μου μαυ­ρο­φο­ρε­μέ­νη στὴ σκά­λα.

«Μὰ ἐ­σύ, μα­μά, εἶ­σαι πε­θα­μέ­νη».

      «Καὶ ἐ­σύ, ἀ­γό­ρι μου».

     Καὶ ἀγ­κα­λι­α­στή­κα­με κλαί­γον­τας ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τοι.

  

 

Πηγή: Ajuar funerario (Νεκρικὰ προικιά), Páginas de Espuma, Μαδρίτη, 2004

 

Φερ­νάν­το ­γου­α­σά­κι (F­e­r­n­a­n­do I­w­a­s­a­ki) (Λί­μα, 1961). M­έ­νει μό­νι­μα στὴ Σε­βίλ­λη ἀ­πὸ τὸ 1985. Ἔ­χει γρά­ψει τὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Li­bro de mal a­mor (2001) καὶ Negui­jón (2005) καὶ τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των In­qui­si­cio­nes pe­ru­a­nas (1997), Un mi­la­gro in­fo­r­mal (2003), A­ju­ar fu­ne­ra­rio (2004), He­lar­te de a­mar y o­tras hi­­sto­­ri­as de ci­encia-fic­ción (2006), E­spa­ña a­par­ta de mí e­stos pre­mi­os (2009). Στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ κυ­κλο­φό­ρη­σε ἀ­πὸ τὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Θερ­βάν­τες τὸ δι­ή­γη­μά του «Ἡ Ἱ­σπα­νί­δα ὅ­ταν φι­λά­ει».

Ἱστοσελίδα: http://www.fernandoiwasaki.com

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τί­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να, 1963). Δι­δά­κτο­ρας Ἰ­σπα­νι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Γρα­νά­δας. Δι­δά­σκει Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο καὶ Ἱ­σπα­νι­κὴ Γλώσ­σα στὸ Δι­δα­σκα­λεῖ­ο Ξέ­νων Γλωσ­σῶν τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Ἀ­θη­νῶν. Με­τα­φρα­στὴς πολ­λῶν ἔρ­γων ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κά.

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki): Τίποτα σὰν τὴν τουαλέτα σὲ σπίτι

 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki)

 

Τίποτα σὰν τὴν τουαλέτα σὲ σπίτι

(No hay como el baño de casa)

 

ΕΡΠΑΤΟΥΣΑΜΕ ἤ­δη δύο ὧ­ρες στὴν ἐ­ξο­χὴ καὶ τὰ κο­ρί­τσια ἤ­θε­λαν πλέ­ον νὰ ἐ­πι­στρέ­ψουν στὸ χω­ριὸ για­τὶ δὲν τοὺς ἄ­ρε­σε ἡ ἰ­δέ­α νὰ πά­ρουν τὸ δρό­μο τῆς ἐ­πι­στρο­φῆς βρα­δι­ά­τι­κα. Τό­τε κά­ποι­ος εἶ­δε ἕ­να σπί­τι χω­μέ­νο στὰ δέν­τρα καὶ πρό­τει­νε νὰ πᾶ­με ὣς ἐ­κεῖ γιὰ νὰ ἐ­πι­σκε­φτοῦ­με τὴν του­α­λέ­τα. Χτυ­πή­σα­με τὴν πόρ­τα, φω­νά­ξα­με, κοι­τά­ξα­με ἀ­πὸ τὸ πα­ρά­θυ­ρο, κα­νέ­νας δὲν μᾶς ἄ­νοι­ξε. Ὅ­λοι πλέ­ον θέ­λα­με νὰ πᾶ­με στὴν του­α­λέ­τα καὶ ἔ­τσι, μὴν μπο­ρών­τας νὰ κά­νου­με ἀλ­λι­ῶς, πα­ρα­βι­ά­σα­με τὴν πόρ­τα. Τὸ πά­τω­μα καὶ οἱ τοῖ­χοι ἦ­ταν γε­μά­τοι μὲ ἄ­σε­μνες ζω­γρα­φι­ὲς καὶ γε­ω­με­τρι­κὰ σχή­μα­τα· στὴν κου­ζί­να ἔ­και­γε ἕ­να μαῦ­ρο κε­ρὶ ποὺ κά­ποι­ος ἀ­πὸ ἐ­μᾶς τὸ ἔ­σβη­σε γιὰ νὰ μὴν προ­κλη­θεῖ πυρ­κα­γιά. Ἀ­πὸ τό­τε ἔ­χουν πε­ρά­σει ἀρ­κε­τὲς μέ­ρες καὶ ἀ­κό­μα δὲν δι­α­κρί­νε­ται τὸ χω­ριό.  

 

 

 Πηγή: Ajuar funerario (Νεκρικὰ προικιά), Páginas de Espuma, Μαδρίτη, 2004

 

Φερ­νάν­το ­γου­α­σά­κι (F­e­r­n­a­n­do I­w­a­s­a­ki) (Λί­μα, 1961). M­έ­νει μό­νι­μα στὴ Σε­βίλ­λη ἀ­πὸ τὸ 1985. Ἔ­χει γρά­ψει τὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Li­bro de mal a­mor (2001) καὶ Negui­jón (2005) καὶ τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των In­qui­si­cio­nes pe­ru­a­nas (1997), Un mi­la­gro in­fo­r­mal (2003), A­ju­ar fu­ne­ra­rio (2004), He­lar­te de a­mar y o­tras hi­­sto­­ri­as de ci­encia-fic­ción (2006), E­spa­ña a­par­ta de mí e­stos pre­mi­os (2009). Στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ κυ­κλο­φό­ρη­σε ἀ­πὸ τὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Θερ­βάν­τες τὸ δι­ή­γη­μά του «Ἡ Ἱ­σπα­νί­δα ὅ­ταν φι­λά­ει».

Ἱστοσελίδα: http://www.fernandoiwasaki.com

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τί­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να, 1963). Δι­δά­κτο­ρας Ἰ­σπα­νι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Γρα­νά­δας. Δι­δά­σκει Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο καὶ Ἱ­σπα­νι­κὴ Γλώσ­σα στὸ Δι­δα­σκα­λεῖ­ο Ξέ­νων Γλωσ­σῶν τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Ἀ­θη­νῶν. Με­τα­φρα­στὴς πολ­λῶν ἔρ­γων ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κά. 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki): A mail in the life

 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki)

 

A mail in the life

 

­ΔΩ ΚΑΙ ΜΕ­ΡΙ­ΚΟΥΣ ΜΗ­ΝΕΣ στέλ­νω ἠ­λε­κτρο­νι­κὰ μη­νύ­μα­τα στὴ γυ­ναί­κα μου, κά­νον­τάς την νὰ πι­στεύ­ει πὼς εἶ­μαι κά­ποι­ος ἄλ­λος. Στὴν ἀρ­χὴ τὸ πῆ­ρε στὴν πλά­κα, ἀλ­λὰ σι­γὰ σι­γὰ ἄρ­χι­σε νὰ τσι­μπά­ει, νὰ ἔ­χει φαν­τα­σι­ώ­σεις μὲ τὰ μη­νύ­μα­τά μου, νὰ μοι­ρά­ζε­ται μὲ τὸ ἄλ­λο μου ἐ­γὼ τὶς πιὸ ἀ­νο­μο­λό­γη­τες ἐ­πι­θυ­μί­ες της.

       Τῆς ἔ­στη­σα πα­γί­δες γιὰ νὰ δῶ ἂν ὑ­πο­ψιά­ζε­ται κάτι, ἀλλὰ τίποτα. Τό ‘χει χά­ψει τε­λείως. Δὲν ἀρ­νοῦ­μαι ὅ­τι δείχ­νει πιὸ εὐ­τυ­χι­σμέ­νη, μέ­χρι ποὺ ἔ­κα­να καὶ τὸν δύ­σκο­λο ὅ­ταν μοῦ ζή­τη­σε νὰ τὴ σο­δο­μί­σω, ἀ­κρι­βῶς ὅ­πως τῆς τὸ εἶ­χα προ­τεί­νει ὑ­πὸ τὴν κρυ­φή μου ταυ­τό­­τη­τα. Ἀλ­λὰ ὣς ἐ­δῶ ἦ­ταν· θὰ τῆς δεί­ξω ἐ­γώ.

      Θὰ αὐ­το­κτο­νή­σω γιὰ νὰ μᾶς χά­σει καὶ τοὺς δυ­ό.

 

 

 Πηγή: Ajuar funerario (Νεκρικὰ προικιά), Páginas de Espuma, Μαδρίτη, 2004

 

Φερ­νάν­το ­γου­α­σά­κι (F­e­r­n­a­n­do I­w­a­s­a­ki) (Λί­μα, 1961). M­έ­νει μό­νι­μα στὴ Σε­βίλ­λη ἀ­πὸ τὸ 1985. Ἔ­χει γρά­ψει τὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Li­bro de mal a­mor (2001) καὶ Negui­jón (2005) καὶ τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των In­qui­si­cio­nes pe­ru­a­nas (1997), Un mi­la­gro in­fo­r­mal (2003), A­ju­ar fu­ne­ra­rio (2004), He­lar­te de a­mar y o­tras hi­­sto­­ri­as de ci­encia-fic­ción (2006), E­spa­ña a­par­ta de mí e­stos pre­mi­os (2009). Στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ κυ­κλο­φό­ρη­σε ἀ­πὸ τὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Θερ­βάν­τες τὸ δι­ή­γη­μά του «Ἡ Ἱ­σπα­νί­δα ὅ­ταν φι­λά­ει».

Ἱστοσελίδα: http://www.fernandoiwasaki.com

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τί­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να, 1963). Δι­δά­κτο­ρας Ἰ­σπα­νι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Γρα­νά­δας. Δι­δά­σκει Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο καὶ Ἱ­σπα­νι­κὴ Γλώσ­σα στὸ Δι­δα­σκα­λεῖ­ο Ξέ­νων Γλωσ­σῶν τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Ἀ­θη­νῶν. Με­τα­φρα­στὴς πολ­λῶν ἔρ­γων ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κά. 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki): Γιατὶ γράφω διηγήματα ἢ γιὰ πότε τὸ μυθιστόρημα

 

 

Φερνάντο Ἰγουασάκι (Fernando Iwasaki)

 

Γιατὶ γράφω διηγήματα ἢ γιὰ πότε τὸ μυθιστόρημα

(Por qué escribo relatos o para cuándo novela)

 

TAN, πρὶν ἀ­πὸ δέ­κα χρό­νια, ἡ σύ­ζυ­γός μου, ἡ Μάρ­λε, μοῦ ἔ­δω­σε τὴν ἄ­δεια νὰ που­λή­σω τὴν κου­ζί­να καὶ τὸ ψυ­γεῖ­ο ὥ­στε νὰ μπο­ρέ­σω νὰ πλη­ρώ­σω τὴν ἔκ­δο­ση τῆς πρώ­της συλ­λο­γῆς δι­η­γη­μά­των μου, δὲν εἶ­χα φαν­τα­στεῖ ὅ­τι ἐ­κεί­νη ἡ ἀ­πό­φα­ση θὰ προ­κα­λοῦ­σε τέ­τοι­α ἀ­νά­πτυ­ξη στὴ γει­το­νιά: ἡ πι­τσα­ρί­α τῆς γω­νί­ας ἄρ­χι­σε νὰ πα­ρα­δί­δει πί­τσες κα­τ’ οἶ­κον, τὸ κι­νέ­ζι­κο ἑ­στι­α­τό­ριο σή­κω­σε δεύ­τε­ρο ὄ­ρο­φο καὶ στὸ δρό­μο μας ἐγ­και­νι­ά­στη­κε μα­γα­ζὶ μὲ ψη­τὰ κο­τό­που­λα. Μὲ τὸν πλη­θω­ρι­σμὸ ἄρ­χι­σε ἡ ἀ­κρί­βεια καὶ τὰ χάμ­πουρ­γκερ ἀ­πὸ γα­τί­σιο κρέ­ας· στὸ τέ­λος ἀ­ναγ­κα­στή­κα­με νὰ φύ­γου­με ἀ­πὸ τὸ Πε­ροῦ καὶ νὰ ἐγ­κα­τα­στα­θοῦ­με στὴ Σε­βίλ­λη, ὅ­που κα­νεὶς ζεῖ, τρώ­ει καὶ ἀ­πο­λαμ­βά­νει χω­ρὶς δυ­σά­ρε­στες ἐκ­πλή­ξεις. Βέ­βαι­α, ἐ­δῶ δὲν ἔ­χου­με ἀ­γο­ρά­σει κου­ζί­να, πή­ρα­με ὅ­μως ψυ­γεῖ­ο, για­τὶ εἶ­ναι τὸ μο­να­δι­κὸ μέ­ρος ὅ­που μπο­ρῶ νὰ γρά­φω μὲ δρο­σιὰ τοὺς μῆ­νες τοῦ κα­λο­και­ριοῦ.

       Μιὰ με­τα­φο­ρά, φερ­μέ­νη στὴ λο­γο­τε­χνί­α ἀ­πὸ τὸ χῶ­ρο τοῦ μπόξ, λέ­ει ὅ­τι στὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα πρέ­πει νὰ κερ­δί­σεις στὰ ση­μεῖ­α καὶ στὰ δι­η­γή­μα­τα μὲ νὸκ ἄ­ουτ, ἀλ­λὰ αὐ­τὴ τὴν ἐ­πο­χὴ λο­γο­τε­χνι­κῆς δη­μι­ουρ­γί­ας καὶ φα­στφοὺντ ἐ­μέ­να μοῦ ἔρ­χον­ται στὸ μυα­λὸ δι­α­τρο­φι­κὲς πα­ρο­μοι­ώ­σεις: τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα μπο­ρεῖ νὰ εἶ­ναι μὲ τὸ αἱ­μα­τά­κι του, ἀλ­λὰ τὸ δι­ή­γη­μα πρέ­πει νὰ εἶ­ναι κα­λο­ψη­μέ­νο. Τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα πάν­τα πα­χαί­νει, ἀλ­λὰ τὸ δι­ή­γη­μα ἔ­χει ἀ­κρι­βῶς τὶς θερ­μί­δες ποὺ χρει­ά­ζον­ται. Τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα, ἀ­φοῦ τὸ ἀ­νοί­ξεις, κρα­τά­ει μιὰ χα­ρὰ στὸ ψυ­γεῖ­ο, τὸ δι­ή­γη­μα ὅ­μως πρέ­πει νὰ κα­τα­να­λω­θεῖ ἀ­μέ­σως. Τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα ἔ­χει συν­τη­ρη­τι­κά, τὸ δι­ή­γη­μα εἶ­ναι πλού­σιο σὲ φυ­τι­κὲς ἴ­νες. Τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα δὲν πα­θαί­νει τί­πο­τα ἂν τὸ ξα­να­ζε­στά­νεις, ἀν­τί­θε­τα τὸ δι­ή­γη­μα —πα­ρα­φρά­ζον­τας τὴν ται­νί­α— «Τὸ τη­γα­νί­ζεις μο­νά­χα μιὰ φο­ρά». Τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα εἶ­ναι βα­ρὺ φα­γη­τὸ ποὺ φέρ­νει κα­οῦ­ρες, τὸ δι­ή­γη­μα κρύ­ο πιά­το ζαρ­ζα­βα­τι­κῆς πο­λυ­πραγ­μο­σύ­νης. Τὸ μυ­θι­στό­ρη­μα σὲ χορ­ταί­νει, τὸ δι­ή­γη­μα σοῦ ἀ­νοί­γει τὴν ὄ­ρε­ξη.

      Τώ­ρα ποὺ μὲ γνω­ρί­σα­τε κα­λύ­τε­ρα, θέ­λω νὰ ἀ­να­φερ­θῶ ξα­νὰ στὴν Μάρ­λε. Τὰ ὡ­ραῖ­α δι­η­γή­μα­τα τὰ φά­γα­με μὲ ψω­μὶ κι ἁ­λά­τι ἀλ­λά, κα­θό­τι εἶ­ναι ἀ­δύ­να­τον νὰ συ­νε­χί­σει νὰ ζεῖ κα­νεὶς που­λών­τας πα­ρα­μύ­θια, σύν­το­μα θὰ ἀρ­χί­σω νὰ μα­γει­ρεύ­ω κα­νέ­να μυ­θι­στό­ρη­μα. Σοῦ ὑ­πό­σχο­μαι, καρ­διά μου, ὅ­τι τό­τε θὰ ἀ­γο­ρά­σου­με κου­ζί­να.

 

  

Πηγή: iwasaKITwasaki, Albatros Collection Extramares, Γενεύη, 2009.

 

Φερ­νάν­το ­γου­α­σά­κι (F­e­r­n­a­n­do I­w­a­s­a­ki) (Λί­μα, 1961). M­έ­νει μό­νι­μα στὴ Σε­βίλ­λη ἀ­πὸ τὸ 1985. Ἔ­χει γρά­ψει τὰ μυ­θι­στο­ρή­μα­τα Li­bro de mal a­mor (2001) καὶ Negui­jón (2005) καὶ τὶς συλ­λο­γὲς δι­η­γη­μά­των In­qui­si­cio­nes pe­ru­a­nas (1997), Un mi­la­gro in­for­mal (2003), A­ju­ar fu­ne­ra­rio (2004), He­lar­te de a­mar y o­tras hi­­sto­­ri­as de ci­encia-fic­ción (2006), E­spa­ña a­par­ta de mí e­stos pre­mi­os (2009). Στὰ ἑλ­λη­νι­κὰ κυ­κλο­φό­ρη­σε ἀ­πὸ τὸ Ἰν­στι­τοῦ­το Θερ­βάν­τες τὸ δι­ή­γη­μά του «Ἡ Ἱ­σπα­νί­δα ὅ­ταν φι­λά­ει».

Ἱστοσελίδα: http://www.fernandoiwasaki.com

 

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἱ­σπα­νι­κά:

Κων­σταν­τί­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (Ἀ­θή­να, 1963). Δι­δά­κτο­ρας Ἰ­σπα­νι­κῆς Φι­λο­λο­γί­ας τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου τῆς Γρα­νά­δας. Δι­δά­σκει Ἰ­σπα­νι­κὴ Λο­γο­τε­χνί­α στὸ Ἑλ­λη­νι­κὸ Ἀ­νοι­κτὸ Πα­νε­πι­στή­μιο καὶ Ἱ­σπα­νι­κὴ Γλώσ­σα στὸ Δι­δα­σκα­λεῖ­ο Ξέ­νων Γλωσ­σῶν τοῦ Πα­νε­πι­στη­μί­ου Ἀ­θη­νῶν. Με­τα­φρα­στὴς πολ­λῶν ἔρ­γων ἀ­πὸ τὰ ἰ­σπα­νι­κά.

 

Εἰκόνα: Σχέ­διο τοῦ Fernando Vicente