Χάινριχ Μπαίλ (Heinrich Böll)
Γερμανικὲς οὐτοπίες Νο 2
για τον Γκρήσχάμπερ
(Deutsche Utopien II
für Grieshaber)
1. Ὁ Κόππικ διορίζεται ὁμοσπονδιακὸς καὶ ὁ Χὸρστ Μάλερ τοπικὸς ὑπουργὸς ἐσωτερικῶν τῆς Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας. Ὁ Ρούντι Ντοῦτσκε διορίζεται μὲ τὴ σειρὰ του ὑφυπουργὸς ὑπὸ τὸν Μάλερ, παρὰ τὴ διαφωνία τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς ἀντιπολίτευσης, Ράου, γιὰ τὰ μέτρα τοῦ ὁποίου ὁ Ντοῦτσκε εἶναι ὑπερβολικὰ συντηρητικός. Κόππικ καὶ Μάλερ ἱδρύουν ἀπὸ κοινοῦ μιὰ ὁμάδα ἐργασίας, ἡ ὁποία εἰσέρχεται στὴν ὁμοσπονδιακὴ ρεπουμπλικανικὴ δημοσιογραφία μὲ τὴν ὀνομασία «Ὁμάδα διατάσεων». Κάποιοι —βιαστικὰ ψηφισμένοι— νόμοι ἀπεδείχθησαν ὑπὲρ τὸ δέον ἐλαστικοί. Ἕνα εἶδος διατατικοῦ πυρετοῦ καταλαμβάνει τὴ νομοθετικὴ ἐξουσία: ὁ νόμος περὶ συντάξεων, ἡ «παράγραφος περὶ βίας», τὸ βούλευμα γιὰ τὸν πρωθυπουργὸ (κοινῶς: ἀπαλλαγὴ τῶν ριζοσπαστικῶν), τὰ πάντα τεντώνονται, τανύζονται, τραβιοῦνται. Στὴ Βαυαρία ὁλοένα δυναμώνουν οἱ φωνὲς ποὺ ἀπαιτοῦν τὸ διορισμὸ δασκάλων μαρξιστικῶν πεποιθήσεων, ἐνῶ σὲ ἄλλα ὁμοσπονδιακὰ κρατίδια (βλέπε Ἔσση), οἱ πολίτες διεκδικοῦν ἀντὶ γιὰ χριστιανοδημοκράτες, ἁπλῶς χριστιανοὺς δασκάλους καὶ δασκάλες. Ὁ «Γερμαναρᾶς» ἐξαφανίστηκε ἀπὸ τὸ διεθνῆ Τύπο καὶ ἡ ὁμοσπονδιακὴ δημοκρατία παίζει τώρα τὸ ρόλο «ἀνατέλλουσας» χώρας.
2. Τὰ ἐργοστάσια ἀτομικῆς ἐνέργειας, μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση ὅλων τῶν ἐπικίνδυνων πυρήνων, θὰ δοθοῦν στὸ κοινὸ ὡς «τερατουργήματα μιᾶς στρεβλωμένης ἀναπτυξιακῆς ἰδεολογίας» πρὸς ἐπίσκεψη, οἰκοδόμηση σχολείων κλπ. Οἱ πολίτες παροτρύνονται νὰ συμβάλουν στὸ χρωματικὸ καλλωπισμὸ τῶν τσιμεντένιων ὄγκων, ἐνῶ τὰ ὑπουργεῖα οἰκονομικῶν, ἐπιστημῶν καὶ πολιτισμοῦ τσακώνονται μεταξύ τους γιὰ τὴ χρηματοδότηση τοῦ ἔργου. Καταλήγουν σὲ συμβιβασμὸ 40-40-20 ὑπὲρ τοῦ ὑπουργείου πολιτισμοῦ. Τὰ τερατουργήματα θὰ συνιστοῦν ἀγαπημένο προορισμὸ ἐκδρομῶν, ἀφοῦ ἐμπλουτιστοῦν μὲ καντίνες καὶ χώρους γιὰ πὶκ-νίκ.
3. Ἀφότου ἡ ἐξέταση συνείδησης γιὰ τοὺς ἀνυπότακτους θεσπίστηκε, καταργήθηκε, ξαναθεσπίστηκε καὶ ξανακαταργήθηκε, θεσπίζεται τώρα ἐκ νέου, καθὼς ἀπεδείχθη ὅτι οἱ τάξεις τοῦ στρατοῦ δὲν ἐπωφελήθηκαν ἀπὸ τὴν ἐπιμένουσα ἀνεργία. Ὁ πάλαι ποτὲ στρατολογικὸς εἰδήμων, Βόρνερ, καταγγέλλει τοὺς «ἀνυπεράσπιστους νέους», γιὰ νὰ ἀνακαλέσει ἐν συνέχεια, δικαιολογούμενος ὅτι ἐννοοῦσε τοὺς «ἀπρόθυμους νὰ ὑπερασπιστοῦν νέους». Στὴν Ὀλλανδία ἡ ἐξέταση συνείδησης θεσπίστηκε γιὰ τοὺς πρόθυμους νὰ καταταγοῦν καὶ νὰ ὑπηρετήσουν, εἰδικὰ μετὰ τὴν περίπτωση ποὺ πρώην ἀνυπότακτος διορίστηκε ὑπουργὸς ἀμύνης.
4. Ὁ πάλαι ποτὲ ἀρχηγὸς τῆς ἀντιπολίτευσης, Χέλμουτ Κόλ, συγγράφει μυθιστόρημα περὶ πολιτικῆς καὶ πολιτικῶν. Ζητήματα ἀποστασιοποίησης ἀπειλοῦν νὰ τὸν ἐξοντώσουν καὶ οἱ νομενκλατοῦρες τὸν προβληματίζουν. Ἀφήνεται λοιπὸν στὰ ἔμπειρα χέρια ἑνὸς συγγραφέα, ὁ ὁποῖος τὸν συμβουλεύει ὅτι εἶναι ἀδόκιμο νὰ γράφει ὅπου λάθος πάθος, ὅπου μέγα αἴγα, ὅπου νόμος δρόμος, ὅπου φθίνει πίνει, ὅπου ὄφελος ὀφειλὴ ἢ —πρὸς θεοῦ! — ὅπου κράτος παρακράτος. Ἡ σύνδεση ὅρων μέσῳ τῆς ὁμοιότητας τῆς ὀνομασίας τους εἶναι ἀναξιόλογη. Ἀντιθέτως, ὁ χαρακτηρισμὸς εἶναι ἀποφασιστικῆς σημασίας. Ἡ δὲ ἀλλαγὴ φύλου συνιστᾶται. Ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, μπορεῖ νὰ χρησιμομποιηθεῖ γιὰ τὸν Βάλτερ Σὲλ τοῦ Ἐλεύθερου Δημοκρατικοῦ Κόμματος ἕνας γυναικεῖος χαρακτήρας μὲ τὸ ὄνομα Κυρία Ντάλογουεη, ἐνῶ γιὰ τὸν Βίλλυ Μπρὰντ τοῦ Σοσιαλδημοκρατικοῦ Κόμματος ἐπίσης γυναικεῖος χαρακτήρας, ὀνόματι Μαντὰμ Μπωβαρύ. Θὰ διαβάζουν Προυστ, θὰ πραγματοποιοῦν περιπάτους σὲ νεκροταφεῖα, θὰ φτιάχνουν καὶ θὰ καταστρέφουν ὀνόματα. Ἀντιθέτως, γιὰ λόγους ἀποστασιοποίησης, συνιστᾶται νὰ χρησιμοποιηθεῖ τὸ ὄνομα Σμὶτ γιὰ τὸν Χέλμουτ Σμὶτ (ὁ Κὸλ εἶχε ἐπιλέξει τὴν παραφθορὰ Σμίτς!). Καὶ οἱ θρησκευτικὲς πεποιθήσεις καθενὸς ὀφείλουν νὰ ἀλλάξουν: ὁ Σμὶτ καὶ ὁ Κάρστενς πρέπει νὰ γίνουν Καθολικοί, ὁ Στράους —γιὰ τὸν ὁποῖο συμφωνήθηκε τὸ ψευδώνυμο Κρούσμπουλ— Προτεστάντης, ὁ Βένερ —προτεινόμενο ψευδώνυμο Τρόσπελ— Ρεφορμιστής. Τὸ μυθιστόρημα θὰ ἔχει Happy End, ὅλα τα ἐμπλεκόμενα πρόσωπα —ἀκόμη καὶ ὡς πολιτικοὶ ἀντιπαλοι— θὰ φιλιώνουν καὶ θὰ τραγουδοῦν ὅλοι μαζὶ μὲ μιὰ φωνὴ σὲ μιὰ ταβέρνα: «Καὶ ὅλοι ἄπιστοι νὰ γίνουν, μένω ἐγὼ μόνο πιστός.»
5. Ὁ Ντρέκερ, ἀκόμη (ἢ πάλι) ἀρχηγὸς τῆς ἀντιπολίτευσης στὴν Ἔσση, προτείνει νὰ μετονομαστεῖ τὸ Πανεπιστήμιο τῆς Φρανκφούρτης σὲ Πανεπιστήμιο Ρόζα Λούξενμπουργκ. Κατηγορεῖ τοὺς Σοσιαλδημοκράτες, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριψαν τὴν πρότασή του, γιὰ προδοσία κατὰ τοῦ Μαρξισμοῦ. Σκανδαλώδεις οἱ διενέξεις ποὺ ἀκολούθησαν στὸ κοινοβούλιο τοῦ Βήσμπάντεν.
6. Ὁ Κλάους Στάεκ ἔχει εἰδικευτεῖ ἐξ ὁλοκλήρου καὶ καθ’ ὁλοκληρίαν σὲ ἕνα ἀντικείμενο, στὴν ἐξέταση τοῦ ὁποίου κατόρθωσε νὰ τὸν μυήσει ὁ Γκρήσχάμπερ: καταγίνεται ἀποκλειστικὰ μὲ τὶς Μαντόνες καὶ φέρει σχεδὸν τὴν ἰδιότητα τοῦ Μαντονολόγου —κάποιοι μάλιστα τὸν θεωροῦν Ἀρχιμαντονολόγο! —. Εἰσχωρεῖ στὶς τάξεις τῶν Φραγκισκανῶν μοναχῶν, τὸ ράσο τοῦ κάνει καὶ μάλιστα τοῦ πηγαίνει τρέλα. Σὲ ἁπλοϊκὸ κελί, μὲ ἁπλοϊκὸ φαΐ, ἀφοσιώνεται ὁλοκληρωτικὰ στὴ μεγίστη Μάνα ποὺ ὣς τότε ὁλοκληρωτικὰ τὴν παραγνώριζε, προσπαθώντας τώρα νὰ κατατάξει τὶς ἀπεικονίσεις της σὲ ἕνα κοινωνικὸ-ἱστορικὸ-αἰσθητικὸ σύστημα. Ὁ Γκρήσχάμπερ, στὸν ὁποῖο τὸ ράσο καθόλου δὲν ταίριαζε (παραέμοιαζε ἀληθινὸς μέσα σὲ αὐτό), τὸν ἔπεισε νὰ πραγματοποιήσουν ἕνα ταξίδι ὡς προσκυνητὲς τῆς Μαντόνας τῆς Κλουξαμπούκα, στὴν ὁποία ὁ ἴδιος ὑπέθετε τὴν ἀπεικόνιση τῆς Μαντόνας τοῦ προλεταριάτου. Στὴν Κλουξαμπούκα συμβαίνει κάτι, τὸ ὁποῖο φέρνει τὸν Στάεκ σὲ δύσκολη θέση, προκαλεῖ ὅμως τὸ θριαμβευτικὸ γέλιο τοῦ Γκρήσχάμπερ: ἕνα θαῦμα στὸν Στάεκ! Συνέβη αὐτὸ ποὺ δὲν κατόρθωσαν νὰ ἐπιτύχουν τὸ ράσο καὶ οἱ τόσες Μαντόνες: Ὁ Στάεκ ἔγινε Καθολικός. Ἀντιθέτως, ὁ Γκρήσχάμπερ, παρὰ τὸ θαῦμα, παραμένει πεισματικὰ Προτεστάντης. Ἀπὸ κοινοῦ στέλνουν τηλεγράφημα στὸν Μπόις καὶ τὴν ἐφημερίδα «Ἑρμῆς τῆς Βαυαρίας»: «Σ. ΠΡΟΣΗΛΥΤΙΣΤΗΚΕ. ΜΑΡΤΥΡΑΣ: ΓΚ.» Στὴ ρεπουμπλικανικὴ σκηνὴ ὁλόκληρής τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Δημοκρατίας ξεσπάει σύγχυση ἄνευ προηγουμένου.
Πηγή: Du fährst zu oft nach Heidelberg und andere Erzählungen, dtv, München, 2004.
Χάινριχ Μπαίλ (Heinrich Böll· Κολωνία, 21 Δεκεμβρίου 1917 – Κρόιτσαου-Λάγκενμπροχ, 16 Ἰουλίου 1985). Ἀπὸ οἰκογένεια ἀστῶν καθολικῶν, μεγάλωσε μὲ φιλελεύθερες ἰδέες κι ἔμαθε νὰ μισεῖ τὸ ναζισμό. Τὸ 1938 ἀναγκάστηκε νὰ διακόψει τὶς σπουδές του στὸ πανεπιστήμιο γιὰ νὰ καταταγεῖ στὸν στρατό. Κατὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ὑπηρέτησε σὲ διάφορα μέτωπα, ἀπὸ τὴ Γαλλία ὣς τὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση, ὥσπου τὸν συνέλαβαν αἰχμάλωτο οἱ Ἀμερικανοί. Λόγῳ κρυοπαγημάτων ἔχασε τὰ δάχτυλα τῶν ποδιῶν του μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ταλανίζεται σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ στὰ νοσοκομεῖα. Τὸ 1945 ἐπέστρεψε στὴν Κολωνία καὶ σύντομα καθιερώθηκε ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους συγγραφεῖς τῆς μεταπολεμικῆς γενιᾶς καὶ ἀναγνωρίστηκε ὡς μιὰ ἀπὸ τὶς φωνὲς συνείδησης καὶ τοὺς ὀξυδερκέστερους παρατηρητὲς τῆς γερμανικῆς κοινωνίας. Οἱ πρῶτες του νουβέλες, Τὸ τρένο ἦρθε στὴν ὥρα του καὶ Ἀδάμ, ποῦ ἤσουν; μιλοῦν γιὰ τὴν ἀπελπισία τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν ἐμπλακεῖ στὸν πόλεμο. Τὰ μεταγενέστερα ἔργα του, ὅπως τὸ Γνωριμία μὲ τὴ νύχτα καὶ Τὸ ἀφύλαχτο σπίτι, μιλοῦν γιὰ τὸ ἠθικὸ κενὸ πίσω ἀπὸ τὸ “οἰκονομικὸ θαῦμα” τῆς μεταπολεμικῆς Γερμανίας, ἐνῶ Τὸ ψωμὶ τῶν πρώτων χρόνων ἀπεικονίζει τὴ φτώχεια, τὸ ζόφο καὶ τὴν πείνα τῶν πρώτων μεταπολεμικῶν χρόνων. Ἄλλα σημαντικὰ ἔργα του εἶναι: Οἱ ἀπόψεις ἑνὸς κλόουν, Ὁμαδικὸ πορτραῖτο μὲ μία κυρία, Ἡ χαμένη τιμὴ τῆς Κατερίνας Μπλούμ, Γυναῖκες σὲ τοπίο μὲ ποτάμι. Πολέμιος τοῦ ΝΑΤΟ ἀλλὰ καὶ τοῦ σοβιετικοῦ καθεστῶτος, σοσιαλδημοκράτης καὶ εἰρηνιστής, ἐπέσυρε δριμύτατες ἐπικρίσεις ἀπὸ τοὺς συντηρητικοὺς κύκλους, οἱ ὁποῖες δὲν κάμφθηκαν οὔτε ὅταν τιμήθηκε μὲ τὸ βραβεῖο Νόμπελ Λογοτεχνίας, τὸ 1972. (Πηγή: http://www.perizitito.gr )
Μετάφραση ἀπὸ τὰ γερμανικά:
Ἕλενα Σταγκουράκη (Χανιά, 1984): Μεταφράστρια καὶ κριτικὸς θεάτρου, ἐκπρόσωπος τοῦ Διεθνοῦς Κινήματος Ποιητριῶν γιὰ τὴν καταπολέμηση τῆς βίας κατὰ τῶν γυναικῶν. Σπούδασε μετάφραση στὸ Ἰόνιο Πανεπιστήμιο καὶ ὁλοκλήρωσε μεταπτυχιακὲς σπουδὲς μὲ ὑποτροφία τοῦ γερμανικοῦ κράτους στὴ Χαϊλδελβέργη τῆς Γερμανίας. Μεταφράζει ἀπὸ τὰ ἀγγλικά, τὰ γερμανικὰ καὶ τὰ ἱσπανικά.
Εἰκόνα: Ὁ δρόμος πρὸς τὸν Γολγοθᾶ (1967). Ἔργο τοῦ γερμανοῦ χαράκτη Χέλμουτ Γρήσχάμπερ (1909-1981), ἀντιφασίστα, εἰρηνιστῆ καὶ πολιτικοῦ ἀκτιβιστῆ.
Filed under: Boll Heinrich,Ανάλυση,Γερμανικά,Ιστορία,Κωμικό,Περιγραφή,Πολιτική,Σταγκουράκη Έλενα | Tagged: Heinrich Böll,Έλενα Σταγκουράκη,Γερμανόφωνο Διήγημα,Λογοτεχνία | Τὰ σχόλια στὸ Χάινριχ Μπαίλ (Heinrich Böll): Γερμανικὲς οὐτοπίες Νο 2 ἔχουν κλείσει