Ρὸν Γουάλλας (Ron Wallace)
Ἀνησυχία
(Worry)
ΚΕΙΝΗ ἀνησυχοῦσε γι’ ἀνθρώπους, ἐτοῦτος γιὰ πράγματα. Καὶ γιὰ ὅ,τι ὑπῆρχε μεταξύ τους, αὐτὸ τὰ λέει ὅλα.
«Τί σκέφτεσαι ποὺ ἡ κόρη μας ξενοκοιμᾶται;», εἶπε κείνη. «Τὰ σκαλιὰ στὴ βεράντα σαπίζουνε», ἀποκρίθηκε ὁ ἄλλος. «Θὰ πέσει κανένας μέσα.»
Ξαπλώνανε μαζὶ στὸ κρεβάτι καὶ μιλοῦσαν. Μαζὶ ξαπλώνανε καὶ μιλοῦσαν, γιὰ εἴκοσι πέντε χρόνια. Πρῶτα-πρῶτα, ἂν θὰ κάνανε παιδιὰ —ἐκείνη τό ’θελε (ἂν καὶ ὑπῆρχε τὸ σύνδρομο Ντάουν, ἡ λευχαιμία, ἡ μικροκεφαλία, οἱ μαγουλάδες), τοῦτος πάλι ὄχι (ἡ ἐπένδυση στράβωνε, ἡ στέγη γρήγορα θ’ ἄνοιγε)— κι ἔπειτα, σὰν γεννήθηκε ἡ κόρη τους, παιδάκι γερό, παρὰ κάτι τριάμισι κιλὰ («δὲν καλοτρώει»· «ὁ φοῦρνος γκρεμίζεται»), κυρίως γιὰ θέματα οἰκογενειακὰ («οἱ φίλοι της εἶν’ ἀλιτήριοι, τὸ δωμάτιό της χάλια»· «τὰ φρένα σφυρᾶνε, ὁ βραστήρας σκουριάζει»).
Ἡ ἀνησυχία μεγάλωνε ἀνάμεσά τους σὰν κανένας γιός, μὲ τὰ μικροπείσματά του κι ἔπειτα μὲ πιὸ πιεστικὲς ἀπαιτήσεις. Τὸν χαϊδεύανε καὶ τὸν κανάκευαν· τοῦ βάζανε θέση στὸ τραπέζι· τόνε στέλναν στὸ νηπιαγωγεῖο, σὲ ἰδιωτικὸ σχολεῖο, σὲ κολλέγιο. Ἐπειδὴ σὲ ὅλα σχεδὸν ἀποτύχαινε καὶ γυρνοῦσε πάντα σπίτι, τὸν ἀγαποῦσαν. Ἤτανε, τέλος πάντων, ὁ γιός τους.
«Διαβάζω, καιρὸ τώρα, τὸ ἡμερολόγιό της: παίρνει ναρκωτικά. Κοιμᾶται ἐδῶ κι ἐκεῖ.» «Δὲ νομίζω πὼς μπορῶ νὰ τὸ φτιάξω μοναχός μου. Ποῦ θὰ βροῦμε μαραγκό;»
Καὶ οὕτω καθεξῆς. Ἡ κόρη τους παντρεύτηκε τ’ ἀγόρι της ἀπὸ τὸ Λύκειο, ἔκανε οἰκογένεια κι ἄνοιξε μαγαζὶ ὑγιεινῆς διατροφῆς σὲ μιὰ μακρινὴ κωμόπολη. Μόλο ποὺ ἀναπολοῦσε τὰ μικράτα της, ὅπως κι ὁ καθένας —πόσο καλοὶ ἦταν οἱ γονεῖς της καὶ πόσο ἀνησυχούσανε γιὰ κείνην, πόσο θὰ γερνούσανε καὶ θὰ γίνονταν πιὸ ἀνήμποροι— σπάνια τηλεφωνοῦσε ἢ ἐρχότανε γιὰ ἐπίσκεψη: εἶχε τὶς δικές της ἀνησυχίες.
Πηγή: Ἀπὸ τὴν ἱστοσελίδα τοῦ συγγραφέα:
https://dept.english.wisc.edu/wallace/?page_id=63
Ρὸν Γουάλλας (Ron Wallace). Συγγραφέας πολυάριθμων βιβλίων ποίησης. Τελευταῖο του: Μόνον γιὰ περιορισμένο χρόνο(For a Limited Time Only, 2008). Συνδιευθυντὴς τοῦ προγράμματος Δημιουργικῆς Γραφῆς, καθηγητὴς Ἀγγλικῶν καὶ καθηγητὴς Ποίησης στὸ Πανεπιστήμιο Wisconsin-Madison.
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:
Θεοδόσης Κοντάκης. Ἔχει ἐκδώσει τρεῖς ποιητικὲς συλλογές, καθὼς καὶ ἕναν τόμο μὲ διηγήματα. Ἀσχολεῖται μὲ τὴν μετάφραση ποίησης ἀπὸ τὰ γερμανικὰ, ἀγγλικά καὶ ἰταλικά. Σὲ μετάφρασή του ἐκδόθηκαν ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Βακχικόν: Peter Huchel, Ἡ ἔνατη ὥρα (μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Ἰνστιτούτου Goethe), Μ. Luzi, Ποιήματα τῆς ὡριμότητας καὶ τῆς ὄψιμης ἄνθησης (συνέκδοση μὲ τὸ Fondazione Mario Luzi). Ὑπό ἔκδοση εἶναι μιὰ ἀνθολογία ποιημάτων τοῦ U. Sabα (Βραβεῖο Νέων Μεταφραστῶν Ἰταλικοῦ Μορφωτικοῦ Ἰνστιτούτου Ἀθηνῶν, 2018). Μεταφράσεις του ἔχουν δημοσιευτεῖ σὲ πολλά λογοτεχνικά περιοδικά.
Filed under: Αγγλικά,Κοινωνικοί κώδικες,Κοντάκης Θεοδ.,Οικογένεια,Χαρακτήρες,Ψυχογραφία,Wallace Ron | Tagged: Αγγλόγραπτο διήγημα,Θεοδόσης Κοντάκης,Λογοτεχνία,Ron Wallace | Τὰ σχόλια στὸ Ρὸν Γουάλλας (Ron Wallace): Ἀνησυχία ἔχουν κλείσει