Μύριελ Ρουκάιζερ (Muriel Rukeyser): Μύθος


Rukeyser,Muriel-Myth-Eikona-01


Μύ­ρι­ελ Ρου­κά­ι­ζερ (Muriel Rukeyser)


Μύ­θος

(Myth)


02-PiΟΛΥ ΚΑΙΡΟ με­τά, ὁ Οἰ­δί­πο­δας, γέ­ρος καὶ τυ­φλός, περ­πα­τοῦ­σε στοὺς δρό­μους. Κι ἀ­να­γνώ­ρι­σε μιὰ οἰ­κεί­α μυ­ρω­διά. Ἦ­ταν ἡ Σφίγ­γα.

       «Θέ­λω νὰ σοῦ κά­νω μιὰ ἐ­ρώ­τη­ση. Για­τί δὲν ἀ­να­γνώ­ρι­σα τὴ μη­τέ­ρα μου;» εἶ­πε ὁ Οἰ­δί­πο­δας.

       «Ἔ­δω­σες λά­θος ἀ­πάν­τη­ση», εἶ­πε ἡ Σφίγ­γα.

        «Μὰ αὐ­τὴ ἦ­ταν ποὺ τὰ ἔ­κα­νε ὅ­λα ἐ­φι­κτά», ἀν­τα­πάν­τη­σε ὁ Οἰ­δί­πο­δας.

       «Ὄ­χι», εἶ­πε ἐ­κεί­νη. «Ὅ­ταν ρώ­τη­σα: Τί εἶ­ναι αὐ­τὸ ποὺ περ­πα­τά­ει στὰ τέσ­σε­ρα τὸ πρω­ί, στὰ δύ­ο τὸ με­ση­μέ­ρι καὶ στὰ τρί­α το βρά­δυ, ἐ­σὺ ἀ­πάν­τη­σες: ὁ Ἄν­θρω­πος. Δὲν εἶ­πες τί­πο­τα γιὰ τὶς γυ­ναῖ­κες.»

       «Ὅ­ταν λὲς ὁ Ἄν­θρω­πος», ἀ­πο­κρί­θη­κε ὁ Οἰ­δί­πο­δας, «συμ­πε­ρι­λαμ­βά­νεις καὶ τὶς γυ­ναῖ­κες. Ὅ­λοι τὸ γνω­ρί­ζουν αὐ­τό.»

       Κι ἐ­κεί­νη εἶ­πε, «Ἔ­τσι νο­μί­ζεις ἐ­σύ».


Bonsai-03c-GiaIstologio-04


Πη­γή: Ἀ­πὸ τὴ συλ­λο­γὴ Breaking Open (Random House, USA, 1973).

Μύ­ρι­ελ Ρου­κά­ι­ζερ (Muriel Rukeyser ) (15 Δε­κεμ­βρί­ου 1913–12 Φε­βρου­α­ρί­ου 1980). Ἀ­με­ρι­κα­νί­δα ποι­ή­τρια καὶ πο­λι­τι­κὴ ἀ­κτι­βί­στρια, ἡ ὁ­ποί­α ἔ­γι­νε πε­ρισ­σό­τε­ρο γνω­στὴ γιὰ τὰ ποι­ή­μα­τά της μὲ θέ­μα τὴν ἰ­σό­τη­τα, τὸν φε­μι­νι­σμό, τὴν κοι­νω­νι­κὴ δι­και­ο­σύ­νη καὶ τὸν Ἰ­ου­δα­ϊ­σμό. Ἔ­χει γρά­ψει πολ­λὲς ποι­η­τι­κὲς συλ­λο­γές, θε­α­τρι­κὰ ἔρ­γα καὶ δι­η­γή­μα­τα, κα­θὼς καὶ ἕ­να μυ­θι­στό­ρη­μα. Ἡ πιὸ γνω­στὴ συλ­λο­γὴ ποι­η­μά­των της τι­τλο­φο­ρεῖ­ται Τὸ Βι­βλί­ο τῶν Νε­κρῶν (1938) καὶ ἀ­να­φέ­ρε­ται σὲ μιὰ ἐρ­γα­τι­κὴ τρα­γω­δί­α, ὅ­που ἑ­κα­τον­τά­δες ἐρ­γά­τες ὀ­ρυ­χεί­ων πέ­θα­ναν ἀ­πὸ σι­λί­κω­ση.

Με­τά­φρα­ση ἀ­πὸ τὰ ἀγ­γλι­κά:

Βα­σί­λης Μα­νου­σά­κης (Ἀ­θή­να, 1972). Ποι­η­τής, δι­η­γη­μα­το­γρά­φος, με­τα­φρα­στής. Ἔ­χει δι­δα­κτο­ρι­κὸ στὴν Ἀ­με­ρι­κα­νι­κὴ Ποί­η­ση. Δι­δά­σκει Με­τά­φρα­ση στὴν Ἑλ­λη­νο­α­με­ρι­κα­νι­κὴ Ἕ­νω­ση. Ἔ­χει δη­μο­σι­εύ­σει τὶς ποι­η­τι­κὲς συλ­λο­γὲς Μιᾶς Στα­γό­νας Χρό­νο­ς (ἐκ­δ. Πλα­νό­διον, 2009) καὶ Εὔθραστο ὅριο (ἐκ­δ. Πλα­νό­διον, 2014), καὶ τὴ συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­τω­ν Ἀν­θρώ­πων Ὄ­νει­ρα (ἐκ­δ. Στα­μού­λη, 2010). Ποι­ή­μα­τα καὶ δο­κί­μιά του ἔ­χουν δη­μο­σι­ευ­τεῖ σὲ πολ­λὰ λο­γο­τε­χνι­κὰ πε­ρι­ο­δι­κὰ τῆς Ἑλ­λά­δας καὶ τοῦ ἐ­ξω­τε­ρι­κοῦ.

Εἰκόνα: Antoni Stanislaw Brodowski, Oedipus and Antigone, 1828.