Τζέιν Ἂνν Φίλιπς (Jane Anne Phillips)
Τυφλὰ Κορίτσια
(Βlind Girls)
ΞΕΡΕ πὼς στὸ χωράφι δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο τ’ ἀγόρια καὶ πὼς εἶχαν ἔρθει νὰ τὶς δοῦν νὰ μεθᾶνε μὲ καινούριο κρασί. Στὴ μικρὴ καλύβα ἕνα ραδιόφωνο σκορποῦσε ὑποσχέσεις γιὰ φιλιὰ καὶ μαῦρο ἔρωτα. Ἡ Τζέσε κοίταζε τὴ Σάλυ· ἔβαφε τὰ μαλλιά της μὲ γρεναδίνη(1), πιτσιλώντας τὰ μπράτσα της μὲ τὸ σιρόπι. Τὸ πάρτι γινόταν στὴν καλύβα κατεβαίνοντας τὸ λόφο ἀπ’ τὸ σπίτι της, πλάι σε χωράφια μὲ πανύψηλο χορτάρι, ἐκεῖ ὅπου μαῦρα φίδια κοίτονταν μοιάζοντας μὲ ξεφούσκωτες λωρίδες. Τὰ μπουκάλια Ripple(2) εἶχαν ἀδειάσει καὶ ἡ Τζέσε ἔλεγε πορνογραφικὲς ἱστορίες γιὰ διάφορους ἐνήλικες, ἐνῶ ὅλοι γελοῦσαν· γιὰ τὴ δεσποινίδα Χὶκς τὴ δασκάλα τῶν οἰκοκυρικῶν μὲ τὰ ρυτιδιασμένα καὶ ὑγρὰ χέρια ποὺ συνέχεια τοὺς ἀκούμπαγε. Ὅσο σκοτείνιαζε, οἱ ἱστορίες γίνονταν ὅλο καὶ πιὸ τρομακτικές. Τελικά, εἶπε τὴν ἀγαπημένη τους, ἐκείνη γιὰ τὸ κορίτσι καὶ τὸ ἀγόρι της. Εἶχαν σταματήσει μὲ τὸ αὐτοκίνητο σὲ ἕναν ἐρημικὸ χωματόδρομο μιὰ νύχτα σὰν αὐτή, μὲ τὸν ἀέρα νὰ φυσᾶ καὶ μετὰ νὰ βρέχει, ὁλόκληρος ὁ οὐρανὸς νὰ στάζει δάκρυα πατατοχυμοῦ. Σὲ παρακαλῶ πᾶμε νὰ φύγουμε, ἱκετεύει τὸ κορίτσι, Ἀκούω κάτι νὰ γδέρνει τὸ ἁμάξι. Γιὰ τ’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, γκρινιάζει τὸ ἀγόρι, καὶ πατάει τὸ γκάζι· αὐτὸ σκληρίζει. Στὸ σπίτι βρίσκουν τὸν γάντζο ἑνὸς ἀκρωτηριασμένου τρελοῦ γραπωμένο στὴν πόρτα. Ἡ Τζέσε περιέγραψε τὸ κίτρινο, σάπιο πρόσωπο καὶ τὸ κατακόκκινο κολόβωμα. Τὸν περιέγραψε: ξεφυσάει στὸ χορτάρι, οὐρλιάζει καθὼς κάτι ψάχνει. Μύριζε τὴ βρώμα του ἀπὸ ὠμὰ λαχανικά, ἕναν διωγμένο, αἱμόφυρτο καουμπόι μὲ μαλλιὰ ἀπὸ στάχυ – κι ἔχασε τὴ συγκέντρωσή της. Βογγητὰ στὸ σκοτάδι καὶ τσιρίδες. Μή μή, σὲ παρακαλῶ, μή. Νευρικὰ γέλια. Ἡ Σάλυ κοίταξε ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο τῆς καλύβας. Τὸ χορτάρι κουνιόταν, εἶπε, κάτι σέρνεται στὰ χόρτα. Ὄχι, δὲν εἶναι τίποτα. Ναί, κάτι ἔρχεται, καὶ ἡ φωνὴ στὸ τέλος ὑψώθηκε. Εἶναι κάτι ἀγόρια μόνο. Θέλουν νὰ μᾶς τρομάξουν. Ἀλλὰ ἡ Σάλυ κλαψούριζε καὶ κοπανοῦσε τὰ μπράτσα της. Ἔπεσε στὰ γόνατα, ἀγκάλιασε τὰ πόδια τῆς Τζέσε καὶ μουρμούρισε μέσα στὰ μπούτια της. Ἐντάξει, θὰ σὲ πάω στὸ σπίτι. Ἡ Σάλυ κοκαλωμένη, τὰ νύχια της χωμένα βαθιὰ στὸ δέρμα. Δὲν μποροῦσε νὰ κουνηθεῖ. Ἡ Τζέσε ἔδεσε ἕνα μαντήλι γύρω ἀπ’ τὰ μάτια της καὶ τὴν ὁδήγησε σὰν ἄλογο μέσα ἀπὸ τὴ φωτιά, ἀνεβαίνοντας τὸ λόφο πρὸς τὸ σπίτι, ἕνα φθοριοῦχο φῶς μαλακὸ στὸ παράθυρο. Ἀγόρια ἔτρεξαν ἔξω ἀπὸ τὸ χωράφι στριγγλίζοντας.
(1). Σπιτικὸ σιρόπι ροδιοῦ.
(2). Φτηνό, φρουτῶδες, γλυκὸ κρασὶ τῶν γκέτο. Θεωρεῖτο κρασὶ τῶν ἀλκοολικῶν. Ἔπαψε νὰ κυκλοφορεῖ μετὰ τὴ δεκαετία τοῦ ’70
Πηγή: Ἀπὸ τὴ συλλογὴ διηγημάτων Shapard, Robert and James Thomas, eds. Sudden Fiction, American Short-Short Stories,Salt Lake City: Gibbs-Smith publisher, 1986.
Τζέιν Ἂνν Φίλιπς (Jane Anne Phillips). Γεννήθηκε στὴ Δυτικὴ Βιρτζίνια καὶ δίδαξε σὲ πολλὰ πανεπιστήμια. Ἔχει δημοσιεύσει 3 μυθιστορήματα καὶ 5 συλλογὲς διηγημάτων, ἐνῶ ἔχει κερδίσει πολλὰ λογοτεχνικὰ βραβεῖα γιὰ τὰ διηγήματά της.
Μετάφραση ἀπὸ τὰ ἀγγλικά:
Μαίρη Ἀλεξοπούλου (Καλαμάτα). Σπούδασε Πληροφορικὴ καὶ Ἀγγλικὴ Φιλολογία. Ποιήματά της ἔχουν παρουσιαστεῖ στὸ Συμπόσιο Ποίησης τῆς Πάτρας, στὸν χῶρο τέχνης «Ash in Art», στὸ φιλοσοφικὸ καφενεῖο «dasein» καὶ ἀλλοῦ, καὶ ἔχουν μεταφραστεῖ σὲ λογοτεχνικὰ περιοδικὰ τῶν ΗΠΑ. Τὸ καλοκαίρι τοῦ 2009 συμμετεῖχε στὸ Συμπόσιο Ποίησης τῆς Πάρου. Πρῶτο βιβλίο της: Ἐρῶμαι (Ποιήματα, ἐκδ. Γαβριηλίδης, Ἀθήνα, 2005).
Filed under: Αγγλικά,Αλεξοπούλου Μαίρη,Ερωτας,Ηλικίες,Θρίλερ,Φύλα,Ψυχογραφία,Phillips Jane Anne | Tagged: Αμερικανικό διήγημα,Λογοτεχνία,Μαίρη Αλεξοπούλου,Jane Anne Phillips | Τὰ σχόλια στὸ Τζέιν Ἂνν Φίλιπς (Jane Anne Phillips): Τυφλὰ Κορίτσια ἔχουν κλείσει