Ἰωάννα Γαλανάκη: Πρὸς μιὰ ἀρ­χαι­ο­λο­γί­α τοῦ Facebook


Ἰωάννα Γαλανάκη


Πρὸς μιὰ ἀρ­χαι­ο­λο­γί­α τοῦ Facebook


ΔΟΥ ΛΟΙΠΟΝ τὸ στρω­μέ­νο τρα­πέ­ζι «ἔρ­χε­σθε, ὅ­τι ἤδη ἕ­τοι­μά ἐ­στι πάν­τα», τὸ φα­γο­πό­τι στὴν κα­λύ­τε­ρη στιγ­μή του ἐ­πι­δέ­ξια ἀ­κρο­βα­τών­τας πά­νω στὸ τεν­τω­μέ­νο σκοι­νὶ τοῦ δι­α­δι­κτύ­ου μὲ τὸ κον­τά­ρι μιᾶς ἀ­νώ­δυ­νης εὐ­γέ­νειας κι ἑ­νὸς μι­σο­κρυμ­μέ­νου μί­σους νὰ γέρ­νει πό­τε ἀ­πὸ τὴ μιὰ καὶ πό­τε ἀ­π’ τὴν ἄλ­λη – κα­θὼς πνέ­ει ὁ ἄ­νε­μος κι ἡ τύ­χη τῆς στιγ­μῆς.

       Ἰ­δοὺ λοι­πὸν τὸ στρω­μέ­νο τρα­πέ­ζι «ἔρ­χε­σθε, ὅ­τι ἤδη ἕ­τοι­μά ἐ­στι πάν­τα», ἑ­κα­τον­τά­δες δὲς συρ­ρέ­ουν πει­να­σμέ­νοι. Μὰ ἡ τρο­φὴ ἐ­κεί­νη ποὺ ἀ­νε­ξάν­τλη­τη προ­σφέ­ρε­ται ὁ­δη­γεῖ σὲ με­τα­μόρ­φω­ση, ἡ πέ­ψη της γεν­νᾶ πλά­σμα­τα ἀλ­λό­κο­τα, μό­νο νὰ βλέ­πουν πιὰ μπο­ροῦν καὶ τί­πο­τ’ ἄλ­λο. Ἀ­δύ­να­το ὅ­σο κι ἂν τὸ θέ­λεις ν’ ἀ­κουμ­πή­σεις τὴν ἐ­σω­τε­ρι­κὴ πλευ­ρὰ τῶν χε­ρι­ῶν τους. Οἱ χί­λι­ες καὶ μιὰ νύ­χτες τοῦ πλη­κτρο­λο­γί­ου τοὺς σβῆ­σαν τὰ δα­κτυ­λι­κὰ ἀ­πο­τυ­πώ­μα­τα. Πλά­σμα­τα ἀλ­λό­κο­τα, τὸ χά­δι τους πνιγ­μέ­νο μέ­σα σὲ μι­κρῆς ἀ­ξί­ας κομ­πλι­μέν­τα, σὲ φευ­γα­λέ­ους θαυ­μα­σμούς.

       Καὶ ὅ­μως ὅ­λα ἄρ­χι­σαν ἀ­π’ τῶν ἐ­λά­χι­στων στιγ­μῶν τὴ σα­γη­νευ­τι­κὴ ἀ­θα­να­σί­α, ἀ­π’ τὸ πυ­κνὸ δά­σος τῶν λέ­ξε­ων μὲ ἁ­δροὺς φλοι­οὺς ποὺ εἶ­χαν τὴ δύ­να­μη νὰ πα­ρα­σύ­ρουν φω­τει­νὰ νο­ή­μα­τα, ἀ­χει­ρο­ποί­η­τες εἰ­κό­νες. Ὤ! ναὶ οἱ εἰ­κό­νες, προ­πάν­των οἱ ἀ­χα­νεῖς εἰ­κό­νες ποὺ ἐ­πι­στρέ­φουν ὁ­λο­έ­να πιὸ πραγ­μα­τι­κές! Ὥ­σπου οἱ πει­να­σμέ­νοι πί­στε­ψαν πὼς εἶ­χαν βρεῖ τὸ φάρ­μα­κο ποὺ δια­μιᾶς ἐ­ξη­με­ρώ­νει τὰ φθο­νε­ρὰ τοῦ χρό­νου νῶ­τα, ποὺ δι­α­στέλ­λει τὸ ἀν­θρώ­πι­νο εἶ­δος καρ­φώ­νον­τάς το πά­νω σ’ ἕ­να γι­γάν­τιο κολ­λῶ­δες πλέγ­μα φτι­αγ­μέ­νο ἀ­πὸ ἄ­πει­ρα ἀ­στέ­ρια πε­θα­μέ­νου φω­τὸς ποὺ λαμ­πυ­ρί­ζουν.

       Μὰ ἔ­τσι ἁ­πλω­μέ­νες πά­νω στὸν και­ρὸ λι­πό­σαρ­κες οἱ αἰ­σθή­σεις ἀ­πο­μεῖ­ναν καὶ κά­πως ἐ­ξα­τμί­σθη­καν καὶ φτέ­νε­ψαν. Καὶ ἐ­θι­σμέ­νοι σὲ μιὰ εὐ­τε­λῆ κα­τά­λη­ψη ζω­ῆς οἱ πει­να­σμέ­νοι με­τροῦ­σαν τὸ πρό­σκαι­ρο μὲ κα­τὰ συρ­ρο­ὴ ἐ­πι­φω­νή­μα­τα, μὲ σύμ­βο­λα ὠ­το­στὸπ τὸν ἔ­ρω­τα ποὺ ἔ­τρε­χε μὲ ἀ­να­βο­λι­κὴ τα­χύ­τη­τα νὰ στα­μα­τή­σουν πά­σχι­ζαν, στὸ ἑ­πό­με­νο πό­στ μ’ ἕ­ναν ἔ­ξυ­πνο γλωσ­σι­κὸ ἑ­λιγ­μὸ πὼς θ’ ἀ­πο­κτή­σουν πλε­ο­νέ­κτη­μα θαρ­ροῦ­σαν.

       Ἡ δη­μο­φι­λί­α – μιὰ προ­σφο­ρὰ κο­ρύ­φω­σης χω­ρὶς ἱ­δρώ­τα! Ἀ­θέ­ρι­στο χλια­ρὸ πά­θος βά­ρυ­νε τὶς μου­δι­α­σμέ­νες καὶ ἀ­τρο­φι­κὲς αἰ­σθή­σεις τους, κά­τι σὰ νὰ μέ­νεις σ’ ἕ­να ξέ­νο σπί­τι ἐ­δῶ καὶ χρό­νια μὰ ἀ­κό­μη κά­πως νο­σταλ­γεῖς ἐ­κεῖ­νο τὸ παι­δὶ ποὺ κά­πο­τε γεν­ναι­ό­δω­ρα τύ­λι­γε γά­ζα τὸ οἰ­κεῖ­ο βλέμ­μα του ἐ­πά­νω στὶς πλη­γές σου. Ὁ φεϊσ­μπου­κι­κὸς χρό­νος ἕ­νας πρίγ­κη­πας ποὺ ξαφ­νι­κὰ με­τα­μορ­φώ­νε­ται σὲ βά­τρα­χο κι οἱ λέ­ξεις ποὺ θὰ τοῦ ’­λυ­ναν τὰ μά­για ἔ­χουν πλέ­ον ξε­χα­στεῖ!

       Κι ὁ κό­σμος ζε­στὴ σκιά, χω­ρὶς δα­κτυ­λι­κὰ ἀ­πο­τυ­πώ­μα­τα, γλι­στρᾶ ἀ­νά­με­σα ἀ­π’ τὰ χέ­ρια.


Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.

Ἰ­ω­άν­να Γα­λα­νά­κη. Γεν­νή­θη­κε καὶ με­γά­λω­σε σ’ ἕ­να μι­κρὸ χω­ριὸ κον­τὰ στὰ Χα­νιά. Σπού­δα­σε Ἱ­στο­ρί­α, Ἀρ­χαι­ο­λο­γί­α καὶ Ἱ­στο­ρί­α τῆς Τέ­χνης στὸ Πα­νε­πι­στή­μιο Ἀ­θη­νῶν. Ἐρ­γά­στη­κε ὡς ἀρ­χαι­ο­λό­γο­ς καὶ ἐ­ρευ­νή­τρια. Συ­νέ­χι­σε τὶς σπου­δές της μὲ ὑ­πο­τρο­φί­ες στὴν Ἀγ­γλί­α. Ἔ­χει δη­μο­σι­εύ­σει μιὰ ποι­η­τι­κὴ συλ­λο­γὴ (Ἀ­ρα­δήν). Ποι­ή­μα­τά της ἔ­χουν ἐ­πί­σης δη­μο­σι­ευ­τεῖ στὸ πε­ρι­ο­δι­κό Νέα Εὐ­θύ­νη. Ἔ­χει με­τα­φρά­σει καὶ δη­μο­σι­εύ­σει στὸ πε­ρι­ο­δι­κό Τὸ Δέν­τρο ποί­η­ση τῆς σύγ­χρο­νης Ἀ­με­ρι­κα­νί­δας ποι­ή­τρια­ς Jes­si­ca Green­ba­um. Μι­κρὰ δι­η­γή­μα­τά της ἔ­χουν δη­μο­σι­ευ­τεῖ στὸ Πλα­νό­διον-Ἱ­στο­ρί­ες Μπον­ζά­ι καὶ με­τα­φρα­σμέ­να στὰ ἀγ­γλι­κὰ στὸ πε­ρι­ο­δι­κό Two Words For. Κεί­με­νά της ἔ­χουν δη­μο­σι­ευ­τεῖ στὰ πε­ρι­ο­δι­κά Li­fo, Mo­nu­men­ta καὶ σε blogs. Αὐ­τὴν τὴν πε­ρί­ο­δο ζεῖ στὸ Σα­ου­θάμ­πτον τῆς Ἀγ­γλί­ας καὶ ἑ­τοι­μά­ζει μιὰ μι­κρὴ συλ­λο­γὴ δι­η­γη­μά­των γιὰ δη­μο­σί­ευ­ση.

Εἰκονα: Στὴν ἔναρξη: ἔργο τοῦ Σύρου γελοιογράφου Φὰχτ Ἄλ Μπαχαντί (1983). Στὸν ἐπίλογο: ἔργο τοῦ Σλοβάκου γελοιογράφου Μάριαν Κάμενσκυ (1957).

%d ἱστολόγοι ἔχουν δηλώσει ὅτι αὐτὸ τοὺς ἀρέσει: