[Ἡ Μικρομυθοπλασία Παντοῦ. Δίμηνη Διεθνὴς Ἐπισκόπηση.
Δελτίο#1]
Δήμητρα Ἰ. Χριστοδούλου
Γιὰ τὸ 8ο Διεθνὲς Συνέδριο Μικρομυθοπλασίας (2014)
καὶ τὰ Πρακτικά του (2017)
ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ κριτικῶν κειμένων μὲ τίτλο Minificción y nanofilologia. Latitudes de la hiperbrevedad (Μικρομυθοπλασία καὶ νανοφιλολογία. Γεωγραφικὰ πλάτη τῆς ὑπέρμικρης ἀφήγησης[1]) κυκλοφόρησε τὸν Μάρτιο τοῦ 2017 σὲ ἐπιμέλεια τῆς Ana Rueda, σὲ συνέχεια τοῦ 8ου Διεθνοῦς Συνεδρίου Μικρομυθοπλασίας ποὺ πραγματοποιήθηκε τὸ 2014 στὸ Kentucky. Ἀποτελεῖ τὴν πρώτη συλλογικὴ προσπάθεια σὲ διεθνὲς ἐπίπεδο νὰ παρουσιαστεῖ ὁ ἐπιστημονικὸς διάλογος ποὺ ἔχει ἀναπτυχθεῖ τὰ τελευταῖα χρόνια γύρω ἀπὸ τὸ ὑπὸ διερεύνηση λογοτεχνικὸ εἶδος καὶ πολιτισμικὸ φαινόμενο γνωστὸ κυρίως ὡς microfiction καὶ minificción, στὴν ἀγγλοσαξωνικὴ καὶ ἰσπανόφωνη κριτική, ἀντίστοιχα.
Ὁ τόμος ἑστιάζει κυρίως στὴ δεύτερη καὶ χωρίζεται σὲ ἕξι ἑνότητες μὲ τίτλο: «Δημιουργία», «Θεωρητικοὶ καὶ τυπολογικοὶ στοχασμοί», «Πλατφόρμες παραγωγῆς καὶ διάδοσης», «Περιγράμματα μικρομυθοπλασίας (I. Hispanoamerica καὶ II. Europa)», «Σύντομος ἄτλαντας τῆς μικρομυθοπλασίας», καὶ «Τὸ μέλλον τῆς μικρομυθοπλασίας». Περιλαμβάνει τριάντα ἑπτὰ κείμενα στὰ ὁποῖα προσεγγίζεται διεπιστημονικὰ ἡ ἀσυνήθιστα μεγάλη παραγωγὴ τῆς ὑπέρμικρης ἀφήγησης ποὺ παρατηρεῖται ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ ’80. Ἕνας τρόπος παρουσίασης αὐτοῦ τοῦ τόμου θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι τὸ σύντομο πέρασμα ἀπὸ τὶς θέσεις τῶν μελετητῶν ἀνὰ ἑνότητα, ἀκολουθώντας τὴ σειρὰ τοῦ βιβλίου καὶ μιὰ ἀναλυτικὴ λογική. Ἔτσι, θὰ ἐπαληθευόταν ἡ ἐπιστημονικὴ ὑπόθεση πολλῶν ἀπὸ τοὺς παραπάνω ὅτι ἡ μικρομυθοπλασία γεννήθηκε στοὺς κόλπους τῶν κυρίαρχων λογοτεχνικῶν εἰδῶν (ἔπος, λυρικὴ ποίηση, μυθιστόρημα, διήγημα), ἐπιβίωσε στὸ περιθώριο τῶν περισσότερων ἐθνικῶν λογοτεχνιῶν κι ἐμφανίζει ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ ’80 ἀμφιλεγόμενα γιὰ μερικούς, νέα γιὰ ἄλλους, εἰδολογικὰ χαρακτηριστικὰ κι ἔντονες τάσεις αὐτοδιάθεσης: δύο πρόσφατα δεδομένα ποὺ εὐθύνονται γιὰ τὴν ἔνταση ἡ ὁποία καταγράφεται στὸ διεθνῆ ἐπιστημονικὸ διάλογο. Ὅμως, εἶναι ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ ἔνταση καὶ ἡ αἴσθηση διανοητικῆς ἀταξίας καὶ ἀναγνωστικῆς ἀνακάλυψης ποὺ ἀπελευθερώνονται σὲ ὅλο τὸν τόμο καὶ ἐπιβάλλουν μία συστημικὴ παρουσίασή του, δηλαδὴ ἑστίαση στοὺς συσχετισμοὺς τῶν θέσεων ποὺ παρουσιάζονται.
Ἀνάγκη ποὺ ἐνισχύεται καὶ ἀπὸ τὴν πολυφωνία ὡς πρὸς τὸν ὅρο ποὺ πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦμε γιὰ αὐτὰ τὰ κείμενα, τὴν ὁποία ἀναδεικνύουν ἡ ἐπιμελήτρια, Ana Rueda, στὴν ἐκτενῆ εἰσαγωγή της, ἀλλὰ καὶ ἡ Julia Johnson. Ἡ τελευταία, καταλήγει στὸν ὄρο microficción (μικρομυθοπλασία[2]), ἐφόσον θεωρεῖ ὅτι αὐτὸς ὁ ὅρος ἐμπεριέχει τὴν οὐσία τῆς μικρομυθοπλασίας: δηλαδὴ τὴ διαρκῆ αἴσθηση τοῦ φευγαλέου σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀφηγηματικὴ ἀρτιότητα καὶ τὴ συντομία.
Ἡ ἑτερογένεια τῶν διαφορετικῶν θέσεων καὶ προσεγγίσεων τοῦ ζητήματος «μικρομυθοπλασία» λειτουργεῖ σὰν ἕνα φυσικὸ ἐκκρεμὲς ἐπάνω ἀπὸ τὶς χῶρες ποὺ χαρτογραφοῦνται καὶ τὶς χρονικὲς περιόδους ποὺ φωτίζονται, τὸ ὁποῖο ταλαντώνεται ἀνάμεσα σὲ δύο ἄκρα μὲ πολλὲς ἐνδιάμεσες στάσεις, ἀνάλογα μὲ τὴ ροπὴ(3) ποὺ ἀσκεῖται στὴ σημειακὴ μάζα, ἐν προκειμένῳ τὴ μικρομυθοπλασία.
Στὸ ἕνα ἄκρο βρίσκεται ἡ περισσότερο ἀναλυτικὴ παρὰ θεωρητικὴ θέση τοῦ Ἰσπανοῦ David Roas, ποὺ χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο microstory (μικροϊστορία) καὶ θεωρεῖ τὴ μικρομυθοπλασία ὑποεῖδος τοῦ διηγήματος (short story). Ἡ ἐκτενὴς ἐπιχειρηματολογία του στηρίζει σθεναρὰ τὴν τοποθέτησή του σὲ αὐτὸ τὸ ἄκρο καὶ ἀναπτύσσεται γύρω ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι «οἱ κριτικοὶ δὲν ἔχουν καταφέρει νὰ ἀποδείξουν ὅτι πρόκειται γιὰ νέο εἶδος καὶ καταλήγουν νὰ δίνουν περισσότερο βάρος στὶς πιέσεις τοῦ παρακειμένου». Δὲν παραγνωρίζει τὴν ἐγκυρότητα καὶ τὴν ἰσχὺ τῆς μικροϊστορίας, ἀντιθέτως, προβαίνει στὴν αἰσθητική της ἀποτίμηση, ὑπερτονίζει τὴ δυναμικὴ καὶ τὴ δυσκολία συγγραφῆς της. Ὡστόσο, ἐκφράζει τὴν ἔντονη ἀνησυχία του νὰ μετατραπεῖ σὲ μόδα. Εὔλογα, ὅμως, θὰ μποροῦσε νὰ ἀνακαλέσει κανεὶς ἐδῶ τὸν ἰσχυρισμὸ τοῦ Ralph Waldo Emerson ὅτι «κάθε γενεὰ πρέπει νὰ γράψει τὰ δικά της βιβλία» (Ταίηλορ, 2010:59). Ἐνῶ θεωρητικὰ ἐπιμένει στὴν κειμενοκεντρικὴ ἀνάλυση, πρακτικὰ ὁ Roas ἀντλεῖ ἐπιχειρήματα καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ μικρομυθοπλασία ἀποτελεῖ καὶ κοινωνικὸ φαινόμενο. Τὰ κοινωνικὰ φαινόμενα, ὅμως, ἔχουν πάντα καὶ μιὰ πολιτισμικὴ διάσταση, γιατὶ εἶναι ταυτόχρονα καὶ συμβολικὰ καὶ συνεπῶς τὸ ζήτημα εἶναι σύνθετο. Παρόλα αὐτά, τὸ ἐπιχείρημά του ὅτι ἐξακολουθοῦν νὰ εἶναι ἐλάχιστα τὰ καλὰ δείγματα, συγκριτικὰ μὲ τὴν πρωτοφανῆ μαζικὴ παραγωγή της γιὰ τὰ μέχρι τώρα γνωστὰ δεδομένα τῆς ἱστορίας τῆς λογοτεχνίας, ὥστε νὰ ὑφίσταται ἀλλαγὴ Παραδείγματος, δὲν ἀντικρούεται εὔκολα. Δικαίως θεωρεῖ ὅτι πρέπει νὰ ὑπάρχει μεθοδολογία, ταξινομητικὸς ὁδηγὸς καὶ μέτρο στὴν παραγωγή, στὴν κατανάλωση καὶ στὴ συγκρότηση τῆς κοινωνικῆς ὑπόστασης αὐτοῦ του τύπου κειμένων (διάχυση μέσῳ διαδικτύου, ἐπιστημονικὴ ἔρευνα, συνέδρια, πανεπιστημιακὲς μελέτες κι ἐκδόσεις, συλλογές, ἀνθολογίες, κλπ.), διότι διαβλέπει ὅτι στὴν ψηφιακὴ ἐποχή μας κινδυνεύουμε νὰ μᾶς «καταβροχθίσει ὁ δεινόσαυρος τοῦ Μοντερρόσο».
Τοποθέτηση ποὺ διευκολύνουν οἱ Ἀργεντινοὶ συγγραφεῖς Ana Maria Shua καὶ Raúl Brasca. Ἡ πρώτη, διακρίνει τὴν ἰσπανόφωνη ἀπὸ τὴν ἀγγλόφωνη μικρομυθοπλασία, χρησιμοποιώντας τοὺς ὅρους microrrelato καὶ micro(s), ἀντίστοιχα. Παρουσιάζει μία πολὺ ἑλκυστικὴ σειρὰ συμβουλῶν καὶ γιὰ ἐπίδοξους συγγραφεῖς μικρομυθοπλασίας, στὶς ὁποῖες ἐξετάζει ἐνδελεχῶς τὶς διαφορετικὲς ἐκδοχὲς αὐτοῦ του εἴδους ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ δημιουργοῦ. Ὁ δεύτερος, ποὺ χρησιμοποιεῖ τὸν ὄρο microficción, μόλις στὸ πρῶτο κείμενο τοῦ τόμου, συμπυκνώνει τὴν ποιητική του σὲ πέντε σελίδες καὶ πετυχαίνει ὅ,τι καὶ ἡ ἴδια ἡ μικρομυθοπλασία: παραμένει ἀμέτοχος παρατηρητὴς τῶν ταλαντώσεων τοῦ ἐκκρεμοῦς. Θεωρεῖ τὴ μικρομυθοπλασία ἰδιαίτερα ἀπαιτητικὸ εἶδος, τὴ διακρίνει ἀπὸ τὸ μικροδιήγημα (microcuento/microrrelato) καὶ γιὰ νὰ τὴν ἑρμηνεύσει θεωρεῖ ὅτι ἡ πύκνωση, τὸ κύριο χαρακτηριστικό της, ὀφείλεται στὴ σιωπὴ ὡς δομικὸ στοιχεῖο της, ὡς ἀκρογωνιαῖος λίθος τοῦ γλωσσικοῦ μηχανισμοῦ της, τῆς ἐπικοινωνιακῆς πρακτικῆς της καὶ τῆς χρήσης της. Τοποθέτηση μὲ ἄρρητες ἀλλὰ σαφεῖς ἀναγωγὲς στὴν ἀφηγηματικὴ ἀριστοτελικὴ οἰκονομία, δηλαδὴ τὴ σωστὴ διαχείριση τοῦ ἀφηγηματικοῦ ὑλικοῦ, τὸ συνολικὸ φιλοσοφικὸ corpus τοῦ Ludwig Wittgenstein, τὴ γλωσσικὴ στροφὴ καὶ τὴ δυναμικὴ τῆς μικρομυθοπλασίας νὰ συνάπτει ἐξωτερικὲς κι ἐσωτερικὲς σχέσεις μὲ τὴ φιλοσοφία(4), παρὰ τὴν περιορισμένη ἔκτασή της. Φωτίζοντας αὐτὴ τὴ διάσταση τῆς μικρομυθοπλασίας, θὰ μποροῦσε νὰ τοποθετηθεῖ ἐκ διαμέτρου ἀντίθετα μὲ τὸν Roas, ὅμως τὸν παρουσιάζουμε ἐδῶ, ἐπειδὴ στὸ δεύτερο κείμενό του, τὸ προτελευταῖο τοῦ τόμου, ἐκθέτει τὴν ὑπερτροφικὴ συγγραφικὴ δραστηριότητα καὶ παραγωγὴ ἀνθολογιῶν καὶ τοὺς θεωρητικούς, πρακτικοὺς καὶ προσωπικοὺς λόγους ποὺ ὑποκινοῦν τοὺς ἀνθολόγους νὰ συνενώσουν συγκεκριμένα κείμενα ὑπὸ τὴ σκέπη ἑνὸς ὁλοκληρωμένου ἔργου καὶ νὰ ἐπιλέξουν μιὰ συγκεκριμένη ἀκολουθία. Ἔτσι, ἐκφράζει τὴν ἀντίθεσή του στὸ ἐνδεχόμενο τὸ μικροδιήγημα ποὺ καλλιεργεῖται μαζικότερα ἀπὸ τὴ μικρομυθοπλασία, νὰ καταλήξει στὴν πλάνη τῆς «πανίερης ἀφηγηματικῆς φόρμας» τῆς ἐποχῆς μας, ὅπως ἀναφέρει ὁ Roas.
Πρὸς τὴν ἴδια κατεύθυνση καταγραφῆς τῆς παραγωγῆς τῆς (ὑπερ)σύντομης ἀφήγησης κινοῦνται καὶ ἡ Stella Maris Poggian μὲ τὸν Ricardo Haye, ὁ Javier Oswaldo Moreno Caro καὶ ὁ Raúl Miranda στὴν τρίτη ἑνότητα, «Πλατφόρμες παραγωγῆς καὶ διάχυσης», οἱ ὁποῖοι ἐντοπίζουν καὶ ἀναλύουν τὴν πληθώρα (ὑπερ)σύντομων ἀφηγηματικῶν δομῶν στὸ σύγχρονο κινηματογράφο, τὰ κινούμενα σχέδια καὶ τὸ ντοκιμαντέρ, ἀντίστοιχα. Ὁμοίως καὶ ὁ Basilio Pujante ποὺ ἑστιάζει στὴ σχέση μεταξὺ ἱστολογίων καὶ μικρομυθοπλασίας, ἀλλὰ θεωρεῖ τὴ συντομία καὶ τὴ φαινομενικὴ ἁπλότητα τῶν κειμένων ποὺ προκύπτουν ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὁλοένα καὶ στενότερη σχέση παράγοντες ποὺ βελτιώνουν τὴν ποιότητα ρηματικῆς ἔκφρασης κι εὐνοοῦν τὴν προσωπική, ἐκδημοκρατίζοντάς τη σὲ εὐρεία κλίμακα. Ἐνισχυτικὰ λειτουργεῖ καὶ ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἀμερικανοῦ John Patrick Allen, ποὺ παρουσιάζει πανοραμικὰ τὴν ὑπερμικρὴ ἀφήγηση 140 χαρακτήρων τοῦ Twitter καὶ στοχάζεται γιὰ τὰ ἀπαραίτητα ὅρια τοῦ λογοτεχνικοῦ κειμένου ποὺ καλλιεργεῖται ἀνεξέλεγκτα στὰ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης.
Ξεπερνώντας αὐτὰ τὰ λογοτεχνικὰ ὅρια, ὁ ἐπίσης Ἀμερικανὸς John Proctor, παρουσιάζει τὶς ἀπεριόριστες δυνατότητες ποὺ προσφέρει ἡ (ὑπερ) συντομία καὶ στὸ δοκιμιακὸ λόγο. Αὐτὲς καταγράφει μέσα ἀπὸ τὸ διαδικτυακὸ ἐρευνητικὸ πρόγραμμά του The beginning and the end (Ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος), ὀργανικὸ τμῆμα τοῦ πολυετοῦς προγράμματος The List and the Story (Ἡ λίστα καὶ ἡ ἱστορία) στὸ ἱστολόγιό του, ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα παλίμψηστο ἡμερολογιακῆς γραφῆς, ἀφορισμῶν, πολιτισμικῆς/λογοτεχνικῆς/μουσικῆς κριτικῆς καὶ μεταλόγου.
Οἱ παραπάνω ἀπαραίτητες τοποθετήσεις γιὰ τὴν ἐμβάθυνση τῆς ἔρευνας, ἀποδυναμώνουν μερικῶς τὴν κειμενοκεντρικὴ καὶ ὁλιστικὴ προσέγγιση τοῦ Roas, ἂν σκεφτεῖ κανεὶς ὅτι ἀφοροῦν προβληματισμοὺς ποὺ ἐγείρονται γενικὰ γιὰ τὴ χρήση καὶ τὸ ρόλο τοῦ διαδικτύου στὴν ψηφιακὴ ἐποχή μας. Τὰ ἠθικὰ ζητήματα ποὺ θίγονται διερευνῶνται καὶ στὸ πλαίσιο τῶν σύγχρονων Κοινωνικῶν Ἐπιστημῶν ποὺ καταγράφουν τὶς μεταβαλλόμενες πτυχὲς τῆς συμβολικῆς τάξης, τοῦ μετανθρωπισμοῦ, τῶν θεωρίων τοῦ χάους καὶ τῶν δικτύων, τῆς πολυπλοκότητας, ὑλικότητας καὶ πολυσημίας τῆς ἔννοιας τοῦ κόσμου. Τίθενται μεθοδολογικὰ ζητήματα ποὺ ἀποτελοῦν ἐρευνητικὰ ἀντικείμενα γιὰ τὴ μετα-κλασικὴ Ἀφηγηματολογία καὶ τὴ μετάβαση ἀπὸ τὴν ἀφήγηση ὡς ἀντικείμενο στὴν ἀφηγηματικότητα ὡς κατάσταση. Ἀναφέρονται ἐπιστημονικὲς προκλήσεις ποὺ ἀπασχολοῦν τὶς Ψηφιακὲς Ἀνθρωπιστικὲς Σπουδὲς ἢ/καὶ τὶς Πολιτισμικές, ποὺ μελετοῦν νέες μορφὲς συλλογικότητας καὶ τὴν ἀξία τῆς χρήσης τῆς λογοτεχνίας στὴν καθημερινή μας ζωή, ἢ ἑρμηνεύονται στὸ πλαίσιο ρευμάτων ὅπως ὁ νέος ἱστορισμός, ποὺ ἐξετάζει κάθε πολιτισμικὸ γεγονὸς ὡς «προϊόν της κουλτούρας του ποὺ ἐπηρεάζει μὲ τὴ σειρά του αὐτὴ τὴν κουλτούρα» (Τζιόβας, 2017: 3, 19, 547). Ἑπομένως, οἱ ἐπιστημονικὲς ὑποθέσεις τοῦ Roas, δὲν ἐπαληθεύονται πλήρως, μὲ ἀποτέλεσμα τὸ ζήτημα «μικρομυθοπλασία» νὰ χρίζει περαιτέρω διερεύνησης.
Ἡ τοποθέτηση τοῦ Ottmar Ette, ἱδρυτῆ τοῦ τμήματος Νανοφιλολογίας στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Potsdam, φαίνεται νὰ ἀπαντάει ἐκ πρώτης στὴν ἄποψη τοῦ Roas. Ο Ette χρησιμοποιεῖ πληθώρα παρεμφερῶν ὅρων γιὰ τὴ μικρομυθοπλασία(5). Διαρθρώνει ἕνα πανόραμα ἀπὸ ἐκφραστικὰ μέσα, θεματολογία καὶ ἀφηγηματικὲς τεχνικὲς ποὺ συλλέγει ἀπὸ τὴν ἀπαρχὴ τοῦ ἔντεχνου λόγου μὲ κριτήριο τὸ βαθμὸ ἀφηγηματικῆς οἰκονομίας (Ἔπος τοῦ Γκιλγκαμές, Ἴ Τσίνγκ ἢ Βιβλίο τῶν ἀλλαγῶν, Ὁμηρικὰ Ἔπη, Βίβλος, ρωσικὴ μυθιστορία, συλλογὴ μικρομυθοπλασιῶν τοῦ Ἐλβετοῦ Martin Suter[6]). Θεωρητικοποιεῖ τὴ σχέση τῆς πολὺ σύντομης ἀφήγησης μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀέναης κίνησης προτείνοντας ἕνα σύνθετο ἑρμηνευτικὸ σχῆμα moción – emoción (κίνηση –συναίσθημα), ἐφόσον θεωρεῖ ὅτι τὸ ἕνα κινητοποιεῖ τὸ ἄλλο καὶ εἶναι ἀλληλένδετα στὸ σύνολο τῶν πολὺ σύντομων ἀφηγήσεων διαχρονικὰ καὶ οἰκουμενικά. Σύμφωνα μὲ τὸν Ette, ἡ μικρομυθοπλασία προσφέρει αἰσθητικὴ ἀπόλαυση, ρέπει πρὸς τὴν αἰσθητική του bricolage (τὴν ὁποία θεωρεῖ ὡς πολιτισμικὴ τεχνικὴ) καὶ τοῦ modèle rèduit ὅπως τὰ ὅρισε ὁ Claude Levi-Strauss(7) καὶ τὰ ἐπανεξετάζει ὁ Ette, ἀπαντώντας θετικὰ στὸ ἐρώτημα ἐὰν «τὸ μικρὸ εἶναι ὡραῖο». Στὸ σημεῖο αὐτὸ συμφωνεῖ οὐσιαστικὰ μὲ τὸν Μεξικανὸ Lauro Zavala, ποὺ ἤδη ἀπὸ τὶς πρῶτες διεθνεῖς δημοσιεύσεις του εἶχε ἐπιστήσει τὴν προσοχὴ ὅτι ὀφείλουμε νὰ ἐλέγξουμε καὶ κατὰ πόσο τὸ ζήτημα «μικρομυθοπλασία» εἶναι καὶ ζήτημα αἰσθητικῆς(8). Ὡστόσο, ὁ Ette, προβληματίζεται μὲ τὰ ἐπιστημονικὰ ἀδιέξοδα ποὺ ὑφίστανται καὶ ἀναγνωρίζει τὴ σύγχυση ποὺ προκαλεῖ ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ὑπάρχουσας τυπολογίας καὶ μεθοδολογίας. Ἔτσι, ἀποβλέπει στὸν κρίσιμο ρόλο ποὺ μπορεῖ νὰ ἀναλάβει ἡ νανοφιλολογία ὡς πολιτισμικὴ θεωρία. Διατείνεται ὅτι σὲ ἕνα ἀνοικτὸ σύστημα, ὅπως ἡ λογοτεχνία, εἶναι θεμιτὴ ἡ ἀταξία καὶ τεκμηριώνει ὅτι ἡ «ἄτακτη καὶ ἀνήσυχη» microficción (μικρομυθοπλασία) ἀποτελεῖ τὸ ἐργαστήριο μελλοντικῶν λογοτεχνικῶν εἰδῶν.
Ὁ Ary Malaver κινεῖται παράλληλα μὲ τὸν Ette. Συνδέει τὴ μικρομυθοπλασία μὲ τὴ νανοτεχνολογία καὶ προτείνει δύο προσεγγίσεις «νανο(τεχνο)φιλολογικὲς» —μία φθίνουσα καὶ μιὰ ἀνοδικὴ— γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ σχηματισμὸ αὐτοῦ του εἴδους κειμένων. Ἡ πρώτη πλησιάζει στὸν πυρήνα τοῦ ἐλάχιστου μέσω τῆς μείωσης ἢ ἀφαίρεσης, ἐνῶ ἡ δεύτερη ἐπικεντρώνεται στὴ σύνθεση σύντομων ρηματικῶν κατασκευῶν. Καὶ οἱ δύο προωθοῦν ἐνεργὰ τὴ συζήτηση σχετικὰ μὲ τὴν αὐτοδιάθεσή της.
Στὸ ἄλλο ἄκρο τοῦ ἐκκρεμοῦς, βρίσκεται ἡ ὑπόθεση τοῦ Lauro Zavala ὅτι ἡ μικρομυθοπλασία (χρησιμοποιεῖ τὸν ὄρο minificción) εἶναι τὸ νέο λογοτεχνικὸ εἶδος ποὺ θὰ χαρακτηρίσει τὸν 21ο αἰ. Ἡ παρουσίασή του λαμβάνει ὡς δεδομένη τὴν ἀλλαγὴ παραδείγματος ποὺ ἔχει ἀποδείξει στὴ γνωστότερη μελέτη του συλλογῆς, καταγραφῆς καὶ ταξινόμησης κειμένων ἀπὸ τὴ σύγχρονη μεξικανικὴ λογοτεχνία(9), ἂν καὶ ἡ μεθοδολογία του διχάζει καὶ ἡ τυπολογία του ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ ἕξι κύρια ἄλυτα θεωρητικὰ κι ἑρμηνευτικὰ προβλήματα τῆς μικρομυθοπλασίας ποὺ ὁ ἴδιος ἔχει ἀναδείξει. Στὸν τόμο ποὺ παρουσιάζουμε ἐδῶ, ἑστιάζει στὸ στρατηγικὸ χῶρο ποὺ καταλαμβάνει τὸ στοιχεῖο τοῦ φανταστικοῦ στὴν πλειοψηφία τῶν κειμένων μικρομυθοπλασίας ποὺ καλύπτουν τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς μεξικανικῆς καὶ ἰσπανόφωνης παραγωγῆς τὰ τελευταῖα χρόνια. Ἐπιπλέον, ἀναλύει τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους θεωρεῖ ὅτι ἡ ἔρευνα πρέπει νὰ στραφεῖ καὶ πέρα ἀπὸ τὴν ἰσπανικὴ γλώσσα, τὴν ἔντυπη μορφὴ καὶ τὴ ρηματικὴ ἔκφραση προκειμένου νὰ κατανοήσουμε τὴ μικρομυθοπλασία, τοποθέτηση τὴν ὁποία θεωροῦμε κρίσιμη προκειμένου νὰ περιοριστεῖ ὁ σχετικισμὸς καὶ τὰ θεωρητικὰ ἀδιέξοδα.
Στὴν ἴδια πλευρά, τῆς δεδομένης ἀλλαγῆς Παραδείγματος, τοποθετοῦνται ἡ Adriana Azucena Rodríguez καὶ ὁ Juan Αrmando Epple. Ἡ Rodríguez ὑποστηρίζει ὅτι τὸ ὑπερφυσικὸ ἀποτελεῖ δομικὸ στοιχεῖο στὴν ἰσπανοαμερικανικὴ μικρομυθοπλασία καὶ ἀναδεικνύει τὴν πρωτοφανῆ ἱκανότητά της νὰ ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τῆς πραγματικότητας, παρὰ τὴν περιορισμένη ἔκτασή της. Ὁ Epple, ἑστιάζει στὴν ἱσπανόφωνη ἀστυνομικὴ μικρομυθοπλασία, μὲ βάση τὴν τυπολογικὴ ἀνάλυση τοῦ ἀστυνομικοῦ μυθιστορήματος τοῦ Tzvetan Todorov, καὶ στὸ κατὰ πόσο ἱκανοποιεῖ τὴν αὐξανόμενη προτίμηση τῶν ἀναγνωστῶν στὴν ἀστυνομικὴ λογοτεχνία.
Παράλληλα κινοῦνται καὶ οἱ Gonzalo Baptista, Natalia Cadillo Alonso, Óscar Gallegos καὶ Karina Elizabeth Vázquez οἱ ὁποῖοι μελετοῦν διαφορετικὲς πτυχὲς τῆς μικρομυθοπλασίας μέσα ἀπὸ τὸν ἐλλειπτικὸ λόγο ἰσπανοαμερικανῶν συγγραφέων, μεταξύ των ὁποίων ξεχωρίζουν οἱ José de la Colina, Luisa Josefina Hernández καὶ ὁ Luis Loayza. Ἡ Gloria Ramirez Fermín ἀναλύει τὸ ρόλο τοῦ ἀφηγητῆ καὶ τῆς ἀφηγηματικῆς δομῆς τοῦ ἔργου τοῦ Max Aub μὲ τίτλο Crímenes ejemplares(10) ποὺ θεωρεῖται ἀριστούργημα τῆς ἱσπανόφωνης μικρομυθοπλασίας.
Διαφωτιστικό, καὶ σὲ παρεμφερὲς πλαίσιο ἐλέγχου ἀλλαγῆς Παραδείγματος, εἶναι τὸ πανόραμα τῆς εὐρωπαϊκῆς μικρομυθοπλασίας ποὺ ἐπιχειρεῖ νὰ παρουσιάσει ἡ Barbara Fraticelli στὴν τέταρτη ἑνότητα, ὅπου χαρτογραφοῦνται ἔργα, συγγραφεῖς καὶ ἱστορικὲς περίοδοι ἀκμῆς καὶ παρακμῆς τοῦ εἴδους. Δίνεται μιὰ ἐξαιρετικὰ χρήσιμη βάση δεδομένων σὲ διαχρονικὴ κλίμακα, μὲ μερικὴ ἑστίαση στὸ ἔργο συγγραφέων ὅπως τοῦ Italo Calvino, τῆς Eliana Elia, τῆς Eugenia Serafini, κ.ἄ. Πιὸ ἐξειδικευμένες, χρονικὰ καὶ γεωγραφικὰ στοχευμένες, εἶναι οἱ μελέτες τῶν Julio María Fernández Meza, Bruno Silva Rodríguez καὶ Margaret Stefanski. Ὁ πρῶτος ἐξετάζει τὴ δομὴ καὶ τὴ λειτουργία τῶν ἀφορισμῶν τοῦ Γερμανοῦ φυσικοῦ Georg Lichtenberg (1742-1799), μὲ χρήσιμες συγκρίσεις μὲ παραδείγματα καὶ ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γραμματεία (π.χ. Ἱπποκράτης). Ὁ δεύτερος διερευνᾶ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ τῆς πολὺ σύντομης πεζογραφικῆς φόρμας τοῦ Μοντερνισμοῦ στὴν Πορτογαλία, περίοδος ποὺ ἔχει ἰδιαίτερο ἐπιστημονικὸ ἐνδιαφέρον. Ἡ Stefanski, μᾶς συστήνει τὴν πολωνικὴ μικρομυθοπλασία ποὺ δὲν ἔχει μελετηθεῖ σὲ βάθος, παρὰ τὸν ἀφηγηματικὸ πλοῦτο της, καὶ ἀναλύει τὸ ἔργο δύο Πολωνῶν συγγραφέων: τοῦ Stanisław Stachura καὶ τοῦ Sławomir Mrożek, παρουσιάζοντας τὴν ποιητική τους ποὺ διατέμνεται ἀπὸ τὴν ἰδέα τῆς συντομίας.
Ἡ πέμπτη ἑνότητα, μὲ γενικὸ τίτλο Σύντομος ἄτλαντας τῆς μικρομυθοπλασίας κινεῖται ἐπίσης παράλληλα μὲ τὴ θέση τοῦ Zavala, ἐφόσον ἐξετάζονται ἐθνικὲς λογοτεχνίες στὶς ὁποῖες καταγράφονται ἀρχικὰ ἐνδείξεις ἀλλαγῆς Παραδείγματος καὶ ἡ περαιτέρω διερεύνηση ἴσως ἐπιλύσει κάποια ἀπὸ τὰ προαναφερθέντα μεθοδολογικὰ καὶ τυπολογικὰ προβλήματα καὶ νὰ ἄρει ἑρμηνευτικὰ ἀδιέξοδα. Ἀποτελεῖται ἀπὸ τὶς μελέτες ἕξι ἐρευνητριῶν: Ana Sofía Marques Viana Ferreira, M.J. Fievre, Barbara Fraticelli, Dóra Bakucz, Δήμητρα Ἰ. Χριστοδούλου καὶ Kristín Guôrún Jónsdóttir ποὺ περιηγοῦνται σὲ ἐρευνητικὰ ἀχαρτογράφητες γεωγραφικὲς περιοχὲς ὅπως ἡ Πορτογαλία καὶ ἡ Βραζιλία, ἡ Ἀϊτὴ καὶ οἱ Γαλλικὲς Ἀντίλλες, ἡ Ἰταλία καὶ ἡ Ρουμανία, ἡ Οὐγγαρία, ἡ Ἑλλάδα καὶ ἡ Ἰσλανδία, ἀντίστοιχα, καὶ παρουσιάζουν τὰ ἰδιαίτερα τυπολογικὰ χαρακτηριστικὰ κάθε περίπτωσης, ἀντιπροσωπευτικοὺς συγγραφεῖς καὶ λογοτεχνικὲς ἐξελίξεις ποὺ φέρουν σημάδια ρήξης μὲ τὴν παραδοσιακὴ λογοτεχνικὴ κριτική. Αὐτὴ ἡ ἐρεθιστικὴ περιπλάνηση ἀποπνέει τὴν πιὸ φιλόδοξη πλευρὰ τοῦ συνολικοῦ ἐγχειρήματος τοῦ τόμου διότι ἐντείνει τὴν ἀταξία τοῦ διεθνοῦς διαλόγου, ἐφόσον συμπυκνώνει σὲ λιγότερο ἀπὸ ἑκατὸ σελίδες μιὰ τεράστια ἔκταση περιεχομένου ποὺ ἀφορᾶ στὴ διαχρονικὴ καὶ συγχρονικὴ ἐξέλιξη τῆς μικρομυθοπλασίας, αὐξάνοντας τὴ δυναμικὴ τῆς διερεύνησής της. Ὑπόρρητα φιλοδοξεῖ νὰ μετριάσει τὸν θεωρητικὸ καὶ πολιτισμικὸ σχετικισμὸ ποὺ εὐνοεῖται ἀπὸ τὴν ἕως τώρα θεωρητικὴ πολυφωνία καὶ ἀνησυχεῖ ἰδιαίτερα τὸν Zavala. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι σὲ αὐτὸ τὸ τμῆμα συγκεντρώνονται πολλὰ ἀντιπροσωπευτικὰ κείμενα τῶν χωρῶν αὐτῶν μεταφρασμένα γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἀγγλικὴ ἢ ἰσπανικὴ γλώσσα.
Ἂν καὶ εἶναι ἰδιαίτερα αἰσθητὴ ἡ ἔλλειψη τοποθέτησης ἐρευνητῶν ἀπὸ τὴν Ἀσία καὶ τὴν Ἀφρική, ὅπως καὶ ἀπὸ ἄλλες χῶρες μὲ μεγάλη λογοτεχνικὴ παράδοση (π.χ. Γαλλία, Η.Π.Α., Μ. Βρετανία καὶ Ρωσία) τῶν ἡπείρων ποὺ ἐκπροσωποῦνται ἤδη στὸν τόμο (Εὐρώπη, Βόρεια καὶ Νότια Ἀμερική), τὸ ὅλο ἐγχείρημα τοῦ τόμου εἶναι κομβικό: συγκεντρώνει μεγάλο τμῆμα τῶν τελευταίων ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων, χαρτογραφεῖ ἀνεξερεύνητα πεδία καὶ θέτει νέα ζητήματα ἐπαληθεύοντας τὴν ἄποψη τῆς πλειοψηφίας τῶν μελετητῶν ὅτι ἡ μικρομυθοπλασία δὲν ἀποτελεῖ ἐφήμερη τάση, ἀλλὰ τρόπο σκέψης ποὺ θὰ ἀπασχολεῖ γιὰ καιρὸ τὴ διεπιστημονικὴ ἔρευνα καὶ παράλληλα θὰ ἀνανεώνεται ἡ λογοτεχνία καὶ ὅλα τὰ καθιερωμένα εἴδη.
Αὐτὸ προκύπτει καὶ ἀπὸ τὴν ἕκτη καὶ τελευταία ἑνότητα τοῦ τόμου, Τὸ μέλλον τῆς μικρομυθοπλασίας, ποὺ περιλαμβάνει σύντομες παρεμβάσεις τῶν Lauro Zavala, Ana María Shua, Raúl Miranda, David Roas, Raúl Brasca καὶ Ottmar Ette —μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς δὲν ξεπερνοῦν τὴ μία σελίδα— ἐν εἴδει ἐπιπλέον ζητημάτων πρὸς περαιτέρω διερεύνηση καὶ πολυπαραγοντικὴ προσέγγιση.
Ὅλα τα παραπάνω ἐλπίζουμε νὰ ἐπανεξεταστοῦν στὸ 10ο Διεθνὲς Συνέδριο Μικρομυθοπλασίας ποὺ θὰ διεξαχθεῖ 21-23 Ἰουνίου 2018 στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ St. Gallen(11) τῆς Ἐλβετίας μὲ θέμα Vivir lo breve: nanofilologia y microformatos en obras de arte (Βιώνοντας τὴ συντομία: νανοφιλολογία καὶ μικρὲς φόρμες σὲ ἔργα τέχνης).
Μάϊος, 2018
Σημειώσεις
(1) Ὁ τόμος Minificción y nanofilologia. Latitudes de la hiperbrevedad, ed. Ana Rueda, Iberoamericana Vervuert, Madrid, 2017, δὲν κυκλοφορεῖ σὲ ἑλληνικὴ μετάφραση. Γιὰ τὴν κριτικὴ του παρουσίαση ἐδῶ οἱ μεταφράσεις εἶναι δικές μου.
(2) Προτείνω τὸν σύνθετο ὅρο «μικρομυθοπλασία», ὡς πλησιέστερο στὸν ἀντίστοιχο ἀγγλικὸ καὶ ἰσπανικὸ microfiction–minificción, τοὺς ὁποίους θεωρῶ πιθανότερους νὰ ἐπικρατήσουν καὶ ὡς πληρέστερο γιὰ τὸν τύπο αὐτῶν τῶν κειμένων.
(3) Ἀνάλογα μὲ τὴ βαρύτητα ποὺ δίνεται στὴ γλωσσαναλυτικὴ προσέγγιση, στὴ γενεαλογία τῆς πολὺ σύντομης πεζογραφικῆς φόρμας, στὴν ὁρολογία, στὴ δημιουργικὴ διαδικασία, στὴν πρόσληψη, στὴν πολιτισμικὴ κριτική, στὸ ρόλο τῶν Νέων Μέσων, κ.ἄ.
(4) Ἡ σχέση αὐτὴ ἐλέγχεται μὲ βάση τὴν ἑστίαση στὸ μυθοπλαστικὸ λόγο, τὴν πρώτη ὕλη τοῦ λογοτεχνικοῦ κειμένου, ἡ ὁποία στὴν περίπτωση ἐξωτερικῆς σχέσης μὲ τὴ φιλοσοφία ἀποτελεῖ δεξαμενὴ ἰδεῶν, θεματικῶν ἐννοιῶν, χαρακτήρων, πράξεων, νοητικῶν πειραμάτων, κ.ἄ., καὶ διευκολύνει πολλαπλῶς τὴ φιλοσοφικὴ προβληματική. Στὴν περίπτωση ἐσωτερικῆς σχέσης ὁ μυθοπλαστικὸς λόγος μπορεῖ νὰ ἀποτελεῖ πηγὴ ὅλων τῶν παραπάνω καὶ νὰ ἐμπλουτίζει τὴ φιλοσοφικὴ προβληματική: τὸ λογοτεχνικὸ κείμενο νὰ βασίζεται σὲ κάποιο συστηματικὸ φιλοσοφικὸ στοχασμὸ τὸν ὁποῖο ἐνσωματώνει, ἐνστερνίζεται ἢ μὲ τὸν ὁποῖο συνδιαλέγεται κριτικὰ μαζί του. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ποὺ δίνει ὁ Κούντερα εἶναι ἡ «Μεταμόρφωση» τοῦ Κάφκα, ἕναν ἀπὸ τοὺς προδρόμους τῆς μικρομυθοπλασίας: «συλλαμβάνει μία δυνατότητα τῆς ὕπαρξης (δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου του) καὶ μᾶς κάνει νὰ βλέπουμε τί εἴμαστε, γιὰ ποιές πράξεις εἴμαστε ἱκανοί.»
(5) Μερικοὶ μόνο ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι οἱ microrrelato, microcuento, minificción, micronarración, microtexto, prosa breve, narración corto, miniaturas, τοὺς ὁποίους διατηρῶ ἀμετάφραστους, διότι στόχος τῆς παράθεσής τους εἶναι νὰ τονιστεῖ ἡ ἀνάγκη εὕρεσης ἑνὸς κοινῶς ἀποδεκτοῦ ὄρου καὶ κοινῆς τυπολογίας, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὴ ἡ πολυφωνία διευρύνει τὸ ἐννοιολογικὸ πεδίο καὶ ἀρκετοὶ μελετητὲς (ὅπως ὁ Ette) τὴν ἀξιοποιοῦν πρὸς αὐτὴ τὴν κατεύθυνση.
(6) Suter Martin, Abschalten. Die Business Class macht Ferien. Δὲν ἀναφέρονται περαιτέρω στοιχεῖα. Τὸ βιβλίο κυκλοφορεῖ σὲ ἑλληνικὴ μετάφραση μὲ τίτλο Business Class: ἱστορίες ἐπιχειρηματικῆς τρέλας, μτφ. Μαίρη Λιβανίου, Μεταίχμιο, Ἀθήνα, 2003.
(7) bricolage· ὅρος ποὺ εἰσήγαγε ὁ Claude Levi -Strauss, γιὰ τὸ καλλιτέχνημα ἀπὸ ὅ,τι ὑλικὰ ἔχει ὁ μάστορας (bricoleur) στὰ χέρια του. Ὁ G. Genette, χρησιμοποιεῖ τὸν ὅρο μεταφορικὰ γιὰ τὴ λογοτεχνικὴ κριτική. Στὸ Palimpsestes (1982), ὁρίζει τὸ bricolage ὡς «τὴν κατασκευὴ κάτι καινούριου ἀπὸ κάτι παλιὸ» καὶ τὸν χρησιμοποιεῖ ἐναλλὰξ μὲ τὸν ὅρο pastiche, ὡς μιὰ ἀκόμα διακήρυξη ὑπερ-κειμενικότητας. modèle rèduit· ὅρος ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Claude Levi-Strauss στὸ ἐμβληματικὸ ἔργο τοῦ Ἄγρια σκέψη (1962): «οἱ γιαπωνέζικοι τύποι, οἱ μικρογραφίες αὐτοκινήτων καὶ τὰ καράβια στὶς μποτίλιες εἶναι αὐτὸ ποὺ στὴ γλώσσα τῆς μαστορικῆς ὀνομάζεται “μοντέλο σὲ μικρὴ κλίμακα”», σ. 120 στὸ Ἄγρια σκέψη, μτφ. Εὔα Καλπουρτζῆ, Παπαζήσης, Ἀθήνα, 1977.
(8) Zavala Lauro, La minificción bajo el microscopio, México: Universidad Nacional Autónoma de México, 2006.
(9) Zavala Lauro, Seis problemas para la minificción, un género del tercer milenio: Brevedad, Diversidad, Complicidad, Fractalidad, Fugacidad, Virtualidad, 2010, διαθέσιμο στὸν σύνδεσμο ἐδῶ.
(10) Aub Max, Παραδειγματικοὶ φόνοι, μτφ. Ἀχιλλέας Κυριακίδης, Ἄγρα, Ἀθήνα, 2002.
(11) Ἡ ἱστοσελίδα τοῦ συνεδρίου γιὰ περαιτέρω πληροφορίες στὸν σύνδεσμο ἐδῶ.
Βιβλιογραφία
-
Ταίηλορ Τσαρλς, Πολυπολιτισμικότητα, μτφ. Φ. Παιονίδης, Πόλις, Ἀθήνα, 2010.
-
Τζιόβας Δημήτρης, Ἡ πολιτισμικὴ ποιητικὴ τῆς ἑλληνικῆς πεζογραφίας. Ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία στὴν ἠθική, Πανεπιστημιακὲς Ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο, 2017.
Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.
Δήμητρα Ἰ. Χριστοδούλου (Γιοχάνεσμπουρκ, 1971). Διήγημα, Μετάφραση, Μελέτη. Μεταπτυχιακὴ εἰδίκευση στὴν Πολιτιστικὴ Διαχείριση στὸ Παντεῖο. Ἀπόφοιτη Εὐρωπαϊκοῦ Πολιτισμοῦ, Τμῆμα Ἀνθρωπιστικῶν Σπουδῶν, ΕΑΠ. Ἀπόφοιτη Ἰσπανικοῦ Πολιτισμοῦ, Πανεπιστήμιο Menendez Pelayo, Santander. Μεταφράστρια, Βρετανικὸ Συμβούλιο καὶ Ἰνστιτοῦτο Γλωσσολογίας, Λονδίνο.
Filed under: ΑΝΑΦΟΡΕΣ,Μικρομυθοπλασία,Χριστοδούλου Δήμητρα Ι. | Tagged: Δήμητρα Ι. Χριστοδούλου,Μικρομυθοπλασία |